Παρελθόν αποτελεί από την παραμονή του νέου χρόνου ένα ιστορικό βιβλιοπωλείο της Μυτιλήνης, το βιβλιοπωλείο «Χαλκίδη». Ο ιδιοκτήτης του, Γιώργος Χαλκίδης, που το κληρονόμησε από τον ιδρυτή πατέρα του, δεν άντεξε να σηκώσει άλλο το βάρος του, και όπως λέει, «μια και δεν βρέθηκε άλλος να παραλάβει το 70χρονο σχεδόν φορτίο», προχώρησε στο κλείσιμό του.
Ο Θόδωρος Χαλκίδης, 25χρονος σχεδόν γιος του τσαγκάρη πρόσφυγα από τα Άδανα της Μικράς Ασίας άνοιξε το 1955 στο πεζοδρόμιο του τσαγκαράδικου του πατέρα του, πίσω από το τούρκικο τελωνείο στην Προκυμαία της Μυτιλήνης, το δικό του «μαγαζί».
Σε ένα καλάθι μεταπωλούσε μεταχειρισμένα κόμικς και άλλα εφηβικά αναγνώσματα της εποχής: Μάσκα, Μικρός Ήρως, Μικρός Σερίφης και άλλα παρόμοια.
Σιγά-σιγά σε ένα διπλανό καλάθι προστέθηκαν και μεταχειρισμένα βιβλία. Το αγόραζες, το διάβαζες και το επέστρεφες για να ξαναπουληθεί. Το 1955 τα «καλάθια» μετακόμισαν στην οδό Αθανασίου Μητρέλια, στην καρδιά της γειτονιάς με τα λαδάδικα της πόλης. Εκεί απάγκιασε η λεσβιακή λογοτεχνία – και όχι μόνο.
«Στου Χαλκίδη», στο περιθώριο της λειτουργίας του χρηματιστηρίου του λαδιού συναντιόταν η λεσβιακή διανόηση. Τολστόι και Ντοστογιέφσκι αγκαλιά με τον Μυριβήλη και τον Βενέζη, και άλλους πολλούς. Ακόμα και οι περίεργοι της Μυτιλήνης είχαν τη θέση τους στο μαγαζί, εν είδει συλλογής φωτογραφιών.
Κουβέντες πολλές, αλλά όλες με τον κυρ-Θόδωρο να απαγορεύει στους θαμώνες να φυλλομετρούν τα βιβλία.
Με έναν σπάγκο στην αρχή, κι ύστερα με ένα λάστιχο, απαγορευόταν σε όλους να τα ανοίγουν. «Τα βιβλία δεν είναι το περιοδικό Ρομάντζο να τα ανοίγεις. Η ράχη του βιβλίου δεν πρέπει να είναι σπασμένη» έλεγε. Κι αυτό του χάρισε βέβαια τον τίτλο του «παράξενου» βιβλιοπώλη που όμως επέμενε πως πουλούσε βιβλία και όχι το Ρομάντζο».
Μετά το θάνατο του Θόδωρου Χαλκίδη το βιβλιοπωλείο το λειτούργησε ο γιος του Γιώργος, πάντα εκεί στα Λαδάδικα. Το χρηματιστήριο του λαδιού δεν λειτουργούσε πλέον, στη θέση του είχε δημιουργηθεί το κέντρο των σύγχρονων μαγαζιών εστίασης και διασκέδασης. Η γειτονιά από το παρελθόν της είχε κρατήσει μόνο το προσωνύμιο που έγινε πια τοπωνύμιο.
Όσες κινήσεις εκσυγχρονισμού κι αν έκανε ο Γιώργος Χαλκίδης, δεν τα κατάφερε.
Μέχρι την περασμένη Τρίτη το βράδυ που –όντας πια κι αυτός 66 χρόνων– σκέπασε τα τζάμια του βιβλιοπωλείου με εφημερίδες και …κατέβασε ρολά. Η πλούσια συλλογή από τη λεσβιακή βιβλιογραφία θα μεταφερθεί στο σπίτι του, τα υπόλοιπα θα δοθούν σε κάποια σχολεία. «Αυτό ήταν», λέει με βαριά καρδιά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Χαλκίδης.
Με βαριά καρδιά και οι γείτονες κι οι περαστικοί. «Άραγε όπου κλείνει ένα βιβλιοπωλείο τι ανοίγει;» ακούς έναν να ρωτάει. Κι ένας άλλος του απαντά «Άραγε οι ψυχές των βιβλιοπωλείων σαν πεθαίνουν πού να πηγαίνουν;».