Όταν η Τουρκία έστειλε στρατεύματα στην Τρίπολη της Λιβύης, για να βοηθήσει τον τότε πρωθυπουργό Σαράτζ, να κρατήσει την πρωτεύουσα της χώρας και να αποτρέψει την κατάληψή της από τον Χαφτάρ, μια χώρα που έχει σχέδιο και θεσμούς κρατικούς και ακαδημαϊκούς που μελετούν την πορεία των εξελίξεων στο διεθνές σκηνικό, θα είχε έτοιμη αντίδραση για να αποτρέψει την υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Ό,τι δεν έκαναν οι αρμόδιες υπηρεσίες και οι θεσμοί του κράτους, για να ενημερώσουν την ελληνική κυβέρνηση για το ενδεχόμενο υπογραφής του τουρκολιβυκού μνημονίου και το πόσο καταστροφικό θα ήταν για την Ελλάδα, το έκαναν απλοί πολίτες που έχουν δημόσιο λόγο, ένας από αυτούς και ο γράφων, όταν μήνες πριν προειδοποιούσαμε και τον τότε υπουργό Εξωτερικών κ. Κατρούγκαλο και τον διάδοχό του, κ. Δένδια για την υπογραφή, προτείνοντας μάλιστα την ανάληψη πρωτοβουλιών για να αποτραπεί αυτή η καταστροφική για τα συμφέροντα της χώρας μας εξέλιξη.
Η τότε κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη δεν έπραξε τίποτα, παρά μόνον, μετά την υπογραφή του μνημονίου, φρόντισε να απελάσει τον πρέσβη της Λιβύης και όχι της Τουρκίας. Δηλαδή, αφήσαμε να απολαμβάνει τα… αγαθά της Αθήνας ο πρέσβης της χώρας που υπήρξε η κινητήρια δύναμη της συμφωνίας και απελάσαμε τον πρέσβη της χώρας-ενεργούμενο της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, όπως λέει ο λαός μας, «χτυπήσαμε το σαμάρι για να μην χτυπήσουμε τον γάιδαρο».
Όμως το θέμα δεν είναι τόσο απλό, όσο φαίνεται. Τα τεκταινόμενα στην περιοχή τα παρακολουθεί η διεθνής κοινότητα και όταν οι σύμμαχοί μας, η ΕΕ και οι ΗΠΑ, βλέπουν ότι η Ελλάδα δεν κάνει ό,τι της αναλογεί για να αποτρέψει δυσάρεστες για την ίδια καταστάσεις, τότε, όταν η Ελλάδα ζητάει από αυτούς να «βγάλουν το φίδι από την τρύπα», όπως είναι λογικό, δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από το να εκφράζουν απλώς τη συμπάθειά τους και να δηλώνουν ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι παράνομο. Όμως αυτό δεν αποτρέπει την Τουρκία να το υπερασπίζεται στο πεδίο και μάλιστα με επίδειξη ισχύος, όπως έγινε τον Ιούλιο στην Κάσο.
Στις 8 Δεκεμβρίου, όταν οι τρομοκράτες τζιχαντιστές κατέλαβαν τη Δαμασκό, ήμασταν από τους πρώτους που είπαμε δημοσίως και μάλιστα από τηλεοράσεως σε πανελλήνιας εμβέλειας τηλεοπτικό σταθμό, ότι πρώτη προτεραιότητα της Τουρκίας είναι να υπογράψει με τη νέα κυβέρνηση της Συρίας άλλο ένα εξάμβλωμα, παρόμοιο με εκείνο που υπέγραψε με την κυβέρνηση της Τρίπολης της Λιβύης. Σημειώσαμε μάλιστα ότι στόχος της Τουρκίας είναι να έχει στα χέρια της δύο συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδας, με κυβερνήσεις δύο κρατών, οριοθέτηση που έγινε με βάση την άποψη της Τουρκίας ότι τα νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, για να τις κάνει φέιγ-βολάν και να τις επιδεικνύει διεθνώς, εμπεδώνοντας με τον τρόπο αυτόν στο πεδίο το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας, στόχος του οποίου είναι η κλοπή της κυπριακής ΑΟΖ και η διχοτόμηση του Αιγαίου.
Σε ένα κανονικό κράτος, θα έπρεπε να υπάρχουν συγκεκριμένα σενάρια από πριν και έτοιμα αντίστοιχα σχέδια, για την αποτροπή τέτοιων καταστροφικών καταστάσεων. Όταν αναδείξαμε το θέμα, ούτε λίγο ούτε πολύ μας είπαν μέσω φιλοκυβερνητικών αρθρογράφων ότι είναι λάθος να αναδεικνύουμε το θέμα, ενώ ο πρωθυπουργός κος Μητσοτάκης από τις Βρυξέλλες δήλωσε ότι το θέμα μέχρι στιγμής υφίσταται σε δημοσιογραφικές πληροφορίες και ότι ενημέρωσε την ΕΕ για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Για άλλη μια φορά, δηλαδή, παραπέμψαμε το θέμα στην ΕΕ, όταν γνωρίζουμε ότι οι Βρυξέλλες όχι μόνο δεν έπραξαν τίποτε για να αποτρέψουν την υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, αλλά συνέχισαν τη συνεργασία με την κυβέρνηση της Τρίπολης, σαν να μην συνέβαινε και σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Επίσης, είναι ντροπιαστικό για την Ελλάδα να περιμένουμε από την Ουάσινγκτον να λύσει για μας θέματα που πρέπει πρωτίστως να λύσουμε οι ίδιοι. Ερωτήσεις δημοσιογράφων που απευθύνονται σε Αμερικανούς αξιωματούχους να εκμαιεύσουν μια δήλωση για το θέμα, προσβάλλουν την Ελλάδα και την μετατρέπουν σε μια χώρα που αναζητά τον οίκτο των συμμάχων. Ενώ η χώρα θα πρέπει να σχεδιάζει το μέλλον της και να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει με εθνικούς πόρους τα όποια προβλήματα μπορεί να προκύψουν στον περίγυρό της. Όταν αποδεικνύεις ότι είσαι ένα τέτοιο κράτος, τότε κερδίζεις τον σεβασμό φίλων και εχθρών. Ειδάλλως, το μείζον που μπορεί να κερδίσεις, είναι οίκτος.
Όλα αυτά δείχνουν ότι το ελληνικό κράτος δεν λειτουργεί ως ένα κανονικό κράτος, οι θεσμοί του δεν είναι σε θέση να κάνουν στρατηγική πρόβλεψη, να παρακολουθήσουν τα τεκταινόμενα και να σχεδιάσουν τις αντιδράσεις της χώρας σε τέτοιες καταστάσεις.
Δηλαδή, η χώρα βαδίζει χωρίς σχέδιο και μια χώρα χωρίς σοβαρούς κρατικούς θεσμούς και χωρίς σχέδιο, δεν έχει μέλλον.