Στη Ματσούκα του Πόντου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το τραπέζι της οικογένειας ήταν πλουσιότερο απ’ ό,τι συνήθως. Μαζί με τα κύρια φαγητά είχε φρούτα και ξηρούς καρπούς, όπως φουντούκια και καρύδια.
«Πριν κάνουν την προσευχή τους και σηκωθούν από το τραπέζι, ο αρχηγός της οικογένειας διάλεγε έξι μεγάλα καρύδια, τα χώριζε προσεκτικά από τη μέση στα δύο, και αφού έδινε το εσωτερικό τους σε όλους, τοποθετούσε τα άδεια κομμάτια σε κύκλο.
»Το πρώτο κομμάτι το έβαζε μπροστά του και αντιστοιχούσε στον Ιανουάριο (Καλαντάρτς), το δεύτερο προς τα δεξιά στον Φεβρουάριο (Κούντουρον), μέχρι να φτάσει στο τελευταίο που αντιπροσώπευε τον Δεκέμβριο (Χριστιανάρτς). Επομένως, τα τσόφλια έπαιρναν τα ονόματα των δώδεκα μηνών του έτους» δήλωσε στην ΕΡΤ3 ο Γιάννης Kαρύδης, αντιπρόεδρος του Ποντιακού Συλλόγου Πτολεμαΐδας.
Και συνέχισε: «Ο νοικοκύρης μετά γέμιζε προσεκτικά το κάθε κέλυφος με νερό. Τα κελύφη παρέμεναν έτσι μέχρι το πρωί, οπότε πήγαιναν όλοι μαζί για να τα ελέγξουν. Άλλα τσόφλια τα έβρισκαν άδεια και άλλα με λιγότερο ή περισσότερο νερό. Ανάλογα με την ποσότητα του νερού και το μήνα που αντιπροσώπευε το κάθε κέλυφος μάντευαν ποιος μήνας θα ήταν βροχερός και ποιος όχι».
Για αυτόν τον ποντιακό καζαμία από τη Ματσούκα, στο τεύχος του 1955 (τόμος 6, σ. 545) της Ποντιακής Εστίας υπάρχουν ανά μήνα δίστιχα από την περιοχή, όπως τα κατέγραψε η Μ. Αμανατίδου με βάση την αφήγηση του Χ. Παπαδόπουλου από το Καπίκιοϊ της Τραπεζούντας:
Έρθεν και ο Καλαντάρ’τ’ς
τζούλα δέσον στο ποδάρ’τ’ σ’.
Ο Κούντουρον φέρ’ τον κρύον
σαν εκείνον π’ έχ’ το βίον.
Μη πιστεύετεν τον Μάρτ’
έχ’ αφώτιστον ινιάτ’.
Έρθεν πουλί μ’ ο Απρίλ’τ’ς
δύο λογά εμέν θα στείλ’τ’ς.
Έρθεν ο Καλομηνάς,
με τ’ εμέν ’κι θα πεινάς.
Ολ’ τρώγ’ νε Κερασινού
τα κεράσια τ’ εκεινού.
Ο Θερνόν φέρ’ τα γεμίσα
α σην κορφήν ούς τα νύχα.
Αύγουστον σπογγίζ’ τ’ αλώνια
και λαρών’ όλα τα πόνα.
Ο Σταυρίτες ρούζ’ τα φύλλα
και ξερέν’ ούλα τα ξύλα.
Ο Τρυγομηνάς χιονίζ’
και κρύον νερόν ποτίζ’.
Αεργήτα το κρεβάτι σ’
πάντα πως στοσιέβ’ το μάτι σ’.
Χριστ’εναρί αναλλάζ’νε
και τα πετεινάρια σπάζ’νε.