«Έργο ζωής της, η μνήμη του ελληνισμού της Μικρασίας».
Σπανίως λόγια χαραγμένα σε τάφο κρύβουν τόση αλήθεια όση αυτές οι λέξεις που διαβάζουμε στον τάφο της Μέλπως Μερλιέ.
Της οφείλουμε πολλά, καθώς ήδη από το 1930 –όταν οι οδυνηρές μνήμες του ξεριζωμού και της προσφυγιάς ήταν ακόμα νωπές– αφιέρωσε τη ζωή της στην έρευνα των λαογραφικών, πολιτιστικών και ιστορικών στοιχείων που αφορούν τις κοιτίδες του ελληνισμού του Πόντου και της Μικράς Ασίας.
Γεννημένη στην Ξάνθη, κόρη του γιατρού Μιλτιάδη Λογοθέτη, η Μέλπω (1890-1979) αποφοίτησε από το Ζάππειο Παρθεναγωγείο της Κωνσταντινούπολης και συνέχισε μουσικές σπουδές στη Βιέννη και στη Γενεύη. Ακολουθώντας ανώτερες σπουδές Μουσικολογίας στο Παρίσι (1919-1924), εντάχθηκε στον κύκλο του Γάλλου γλωσσολόγου και νεοελληνιστή Ιμπέρ Περνό (Hubert Pernot) κοντά στον οποίο δίδαξε ελληνικά στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο της Σορβόννης.
Σ’ αυτό το περιβάλλον γνώρισε τον νεαρό ελληνιστή Οκτάβ Μερλιέ (1897-1976) με τον οποίο παντρεύτηκαν (1923) και επέστρεψαν μαζί στην Ελλάδα (1925) όταν εκείνος διορίστηκε καθηγητής στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Το έτος 1930 αποτελεί στην ουσία ένα ορόσημο: Η Μέλπω Μερλιέ καταγράφει πυρετωδώς μαρτυρίες προσφύγων και ήχους από λαϊκούς μουσικούς. Για να στεγάσει όσα καταγράφει, ιδρύει το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο (σημερινό Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών – ΚΜΣ), με σκοπό τη διάσωση της μνήμης του μικρασιατικού ελληνισμού.
Συμπαραστάτες σ’ αυτό το τιτάνιο έργο είχε (εκτός από τον φιλέλληνα Οκτάβιο), τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο, την Πηνελόπη Δέλτα και πολλούς άλλους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής.
Για περίπου 40 χρόνια, η Μερλιέ και οι συνεργάτες της αναζήτησαν πληροφορητές στους προσφυγικούς συνοικισμούς, κυρίως της Αττικής.
Εντόπισαν 2.163 ελληνορθόδοξους οικισμούς στη Μικρά Ασία, από τους οποίους ερεύνησαν τους 1.475 καταγράφοντας τις μαρτυρίες 5.051 προσφύγων. Έτσι, συγκροτήθηκε το μνημειώδες Αρχείο Προφορικής Παράδοσης που αριθμεί περίπου 300.000 σελίδες.
Η συλλογή αυτή δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη και παλαιότερη καταγραφή προφορικής ιστορίας στην Ελλάδα, άλλα και μία από τις σημαντικότερες στην Ευρώπη.
Από τη μουσική παράδοση του Πόντου μαζί με τους συνεργάτες της φωνογράφησαν 104 τραγούδια, διασώζοντας τη ζωντανή κληρονομιά που μετέφεραν οι πρόσφυγες που ζούσαν σε πρόχειρους συνοικισμούς και παραπήγματα στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά, αλλά και στην Αθήνα.
Οι αυθεντικοί Πόντιοι λαϊκοί τραγουδιστές και οργανοπαίκτες της Δραπετσώνας δεν θα μπορούσαν να μην αποτελέσουν σπουδαίο πεδίο έρευνας και καταγραφής για την Ελληνίδα πρωτοπόρο λαογράφο.1
Οι ηχογραφήσεις αυτές –με τη λύρα στο επίκεντρο– θεωρούνται ακρογωνιαίος λίθος στη διάσωση της μουσικής του Πόντου.
Όπως διαβάζουμε στο λεύκωμα της Ένωσης Ποντίων Πειραιώς-Κερατσινίου-Δραπετσώνας Από τον Πόντο και τη Μικρασία στον Πειραιά, εδώ… στη Δραπετσώνα (εκδ. Ινφογνώμων, Δραπετσώνα 2016), μαζί με τα τραγούδια και τις μελωδίες τους, οι μουσικοί παρείχαν και βιογραφικά στοιχεία, μερικές φορές με ιδιαίτερη γλαφυρότητα:
Το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, το παιδί της, κοντεύει πλέον έναν αιώνα ζωής και εξακολουθεί να συμμετέχει ενεργά στον σύγχρονο ερευνητικό διάλογο. Όπως διαβάζουμε στο ιστορικό του (kms.org.gr), «διευρύνει συνεχώς το πεδίο του με νέες συνεργασίες, συμμετέχει σε εκθέσεις, διοργανώνει διαλέξεις, συνέδρια και σεμινάρια. Έτσι ώστε ό,τι απωλέσθηκε από την μακραίωνη ελληνική παρουσία στην Μικρά Ασία να διασώζεται και να μεταλαμπαδεύεται μέσω της επιστήμης».