Οι ηθοποιοί από τη φύση τους είναι, θα λέγαμε, ευλογημένοι, αφού οι ρόλοι δεν τελειώνουν σε μια ηλικία. Παγκοσμίως αλλά και στη χώρα μας έχουμε πολλά παραδείγματα ηθοποιών που μεγαλώνοντας έκαναν δεύτερες καριέρες. Μάλιστα, αρκετές φορές η δεύτερη καριέρα ήταν πιο δυνατή από την πρώτη.
Από τον Λάμπρο Κωνσταντάρα που ήρθε εισαγόμενος από τη Γαλλία ως δραματικός ζεν πρεμιέ αλλά τελικά πέρασε στην ιστορία κυρίως σαν μεσόκοπος Καζανόβας και κωμικός, μέχρι την Κούλα Αγαγιώτου.
Μια δυναμική καρατερίστα που χρειάστηκε η ηλιακή ωρίμανση και δύο κορυφαίες τηλεοπτικές επιτυχίες για να γίνει δημοφιλέστατη και να βιώσει μεγάλη αναγνωσιμότητα. Το περίεργο –και ευχάριστο συνάμα– είναι ότι αυτές οι δύο σειρές βγήκαν σχεδόν με δύο δεκαετίες διαφορά. Συν ότι η μία ήταν δραματική και η άλλη κωμική.
Όμως η «κυρά Κούλα» από τον «Μεθοριακό σταθμό» και η «κυρά Σοφία» από το «Ρετιρέ» έχουν γράψει ιστορία στην ελληνική τηλεόραση. Και αυτό δεν αλλάζει.
Η καθυστερημένη αρχή
Γεννήθηκε το 1915 αλλά ανέβηκε στη σκηνή το 1948, και μάλιστα στον Ματωμένο γάμο. Κάποια δημοσιεύματα την θέλουν να έχει ξεκινήσει την καριέρα της στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν επιβεβαιώνονται. Οπότε κρατάμε το έργο του Λόρκα με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη και σκηνοθεσία Καρόλου Κουν. Και μετά τον Κουν έρχεται ο Βασίλης Λογοθετίδης.
Γενικώς στο θέατρο αποδείχθηκε μια χρήσιμη δευτεραγωνίστρια που έπαιξε από αρχαία τραγωδία μέχρι σύγχρονο ρεπερτόριο. Μάλιστα ενσάρκωσε μεταξύ άλλων και τη «Μαντάμ Παρί» στα Κόκκινα φανάρια, όταν παίχτηκαν στο θέατρο σε σκηνοθεσία Αλέξη Δαμιανού. Μιλάμε για το ρόλο που ενσάρκωσε στο σινεμά η Δέσπω Διαμαντίδου.
Με τον Αλέξη Δαμιανό και το… αρχαιότερο επάγγελμα συναντήθηκαν ξανά μια δεκαετία μετά, στην κινηματογραφική Ευδοκία, όπου υποδύθηκε μια φίλη και συνάδελφο της πρωταγωνίστριας.
Ξέχωρα από ρόλους και ρεπερτόριο, ήταν μια υποδειγματική επαγγελματίας που όλοι την εκτιμούσαν. Και όλοι της συμπαραστάθηκαν, ακόμα και με τη σιωπή τους, στην οικογενειακή τραγωδία που της συνέβη.
Η μεγάλη τραγωδία
Η αδελφή της ηθοποιού από το γάμο της απέκτησε τον Δημήτρη Ζάγκα, αλλά χώρισε ενώ το παιδί ήταν μωρό ακόμη. Η μητέρα κλείστηκε στο ψυχιατρείο και το παιδί μεγάλωσε με την ηθοποιό θεία του, αλλά και τη γιαγιά του. Η Αγαγιώτου τον αγαπούσε πολύ και τον μεγάλωσε σαν δικό της παιδί, προσπαθώντας να μην του χαλάει χατίρι. Αλλά το παιδί μεγαλώνοντας έδειχνε αλλόκοτα σημάδια στη συμπεριφορά του.
Εγκατέλειψε το σχολείο στα πρώτα χρόνια του Γυμνασίου, επειδή, όπως έλεγε, οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν γιατί δεν έλεγε το «ρ». Στα 16 του νοσηλεύτηκε για πέντε μήνες σε ψυχιατρική κλινική, όπου και αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, ενώ πολλές φορές είχε επιτεθεί σε συγγενικά του πρόσωπα αλλά και σε ζευγάρια στον Λυκαβηττό χωρίς, ωστόσο, ποτέ να γίνει κάποια επίσημη καταγγελία στις Αρχές.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η απόπειρα έγινε επειδή τον εγκατέλειψε το κορίτσι που αγαπούσε, εξαιτίας της σεξουαλικής ανικανότητας που του είχε προκαλέσει μία εγχείρηση στην οποία είχε υποβληθεί όταν ήταν 13 ετών, επειδή έπασχε από υποσπαδία.
Επιπλέον, μισούσε τη μητέρα του γιατί τον γέννησε άσχημο. Μισούσε όμως και τη θεία του, γιατί τον κατέδωσε στην αστυνομία αλλά και γιατί δεν του έδινε τα χρήματα που χρειαζόταν, ώστε να κάνει πλαστική εγχείρηση για να μοιάσει στον Δον Ζουάν.
Τον Απρίλιο του 1964 βρέθηκε νεκρή μια γυναίκα. Οι αστυνομικές Αρχές ξεκίνησαν τις έρευνες αλλά τις ημέρες που ακολούθησαν –και αφού εξάντλησαν κάθε πιθανότητα– βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Ύστερα από λίγες μέρες έφτασε στα χέρια της Αστυνομίας ένα μαχαίρι που έφερε ίχνη ανθρώπινου αίματος. Σύντομα βρέθηκαν στη λύση του μυστηρίου και στον δολοφόνο της κοπέλας. Και δεν ήταν άλλος από τον Δημήτρη Ζάγκα, τον ανιψιό της ηθοποιού Κούλας Αγαγιώτου, ο οποίος ομολόγησε το έγκλημα.
Όλα ξεκίνησαν όταν η ηθοποιός λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία επέστρεψε στο σπίτι της από τη Θεσσαλονίκη, όπου εμφανιζόταν με τον θίασο της Σμαρούλας Γιούλη. Ρώτησε τον ανιψιό της αν είχε κάποιο πιστόλι, κι εκείνος της μίλησε για το μαχαίρι. Του το ζήτησε, το πήρε, και αμέσως η ηθοποιός το παρέδωσε σε ένα φίλο της ανθοπώλη για να το πετάξει.
Όταν η ηθοποιός ενημερώθηκε από την ξαδέρφη της για το αιματοβαμμένο πουκάμισό του που της είχε πάει να πλύνει, συνδύασε όλα τα γεγονότα και κατάλαβε τι ακριβώς συμβαίνει. Πήρε πίσω από τον ανθοπώλη το μαχαίρι και το παρέδωσε σε έναν δικηγόρο, εκφράζοντας υπόνοιες ότι ο ανιψιός της ήταν δολοφόνος.
Ο δικηγόρος με τη σειρά του το παρέδωσε στην Αστυνομία η οποία και συνέλαβε το νεαρό.
Η ιστορία πήρε τεράστιες διαστάσεις –όπως ήταν αναμενόμενο–, ενώ τα βλέμματα της κοινής γνώμης στράφηκαν στη δίκη, όπου η ηθοποιός μεταξύ άλλων εξηγούσε πόσο αγαπούσε τον ανιψιό της, τον οποίο μεγάλωσε και προσπαθούσε να μην του χαλάει χατίρι. Τελικά, το δικαστήριο έκρινε ότι «ο κατηγορούμενος ήταν ανιάτως φρενοβλαβής και επικίνδυνος». Αν και κρίθηκε ένοχος για το φόνο, του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της πλήρους συγχύσεως και διατάχθηκε ο εγκλεισμός του σε ψυχιατρική κλινική. Φυσικά όλο αυτό η ηθοποιός δεν το ξέχασε ποτέ.
Η μάνα του Αλέξη
Τον Νοέμβριο του 1974 κάνει πρεμιέρα η σειρά «Μεθοριακός σταθμός». Η ιστορία του γεωπόνου Αλέξη αλλά και ενός χωριού κράτησε ούτε λίγο ούτε πολύ 7 χρόνια. Υπήρξε τεράστια επιτυχία, παρά τις αρνητικές κριτικές, ενώ όλοι οι ηθοποιοί της σειράς, ειδικά οι βασικοί, έγιναν αγαπητοί σε όλα τα ελληνικά σπίτια. Και επειδή οι περισσότεροι είχαν πίσω τους μια καριέρα, είναι σαν να έκαναν μια δεύτερη. Από τον πρωταγωνιστή, τον αξέχαστο Βάσο Ανδριανό, μέχρι και τη μητέρα του που υποδυόταν η Κούλα Αγαγιώτου.
Η ηθοποιός ανακαλύφθηκε από ένα κοινό που δεν την ήξερε από το θέατρο και την αγάπησε. Ακόμα κι όταν στην πορεία ανακαλύφθηκε σεναριακά ότι ο Αλέξης δεν ήταν ο βιολογικός γιος της, αλλά ήταν υιοθετημένος.
Το τηλέφωνο της Αγαγιώτου χτυπάει, εκείνη γνωρίζει πώς παίζεται το παιχνίδι –άλλωστε είχε και την πραγματική οικογένειά της η γυναίκα– και έκανε επιλεκτικές δουλειές. Και φυσικά δεν ξεχάστηκε όταν η σειρά τελείωσε.
«Ε, όχι και distraction η κυρά Σοφία»
1990, και ο Γιάννης Δαλιανίδης κάνει το «Ρετιρέ». Που κράτησε μεν μόνο δύο σεζόν, αλλά παίζεται μέχρι σήμερα. Η Κούλα Αγαγιώτου είναι η σουρεάλ μαμά της Κατερίνας Γιουλάκη και η ακόμα πιο σουρεάλ γιαγιά της Ειρήνης (Τζόυς Ευείδη). Είναι η «κυρά Σοφία» που προσπαθεί να συνεννοηθεί με τη Φιλιππινέζα οικιακή βοηθό η οποία δεν χωνεύει τον φαρμακοτρίφτη –όπως τον αποκαλούσε– γαμπρό της, που σκοτωνόταν με τη συμπεθέρα της την Αμαλία την ξινή, αλλά κάνανε και συμμαχίες για να τη σπάσουν στο ζευγάρι.
Που της βάζουν ιδέες και φιτιλιές οι γειτόνισσες, που προσπαθεί να γίνει πιο κοινωνική η κόρη της, που…
Όλα ένα κομμάτι της εγχώριας τηλεοπτικής ποπ κουλτούρας που κρατάει ως σήμερα, και που στα 75 της ξανακάνει την Κούλα Αγαγιώτου αγαπημένη και δημοφιλή.
Όταν τελείωσε η σειρά, η Αγαγιώτου αποχαιρέτισε την υποκριτική. Δυστυχώς είχαν αρχίσει τα προβλήματα υγείας. Μάλιστα, λίγα χρόνια πριν «φύγει» την ανακάλυψαν σε ένα νοσοκομείο όπου έγινε ένα απίστευτο τηλεοπτικό αλαλούμ με τη νοσηλεία της.
Η Κούλα Αγαγιώτου πέθανε σαν σήμερα το 2006, σε ηλικία 91 ετών. Η οικογένειά της ανακοίνωσε το θάνατό της πολύ αργότερα, απόδειξη της σεμνότητας που δίδαξε η ηθοποιός.
Σπύρος Δευτεραίος