Γεννήθηκε στην Αίγυπτο ή στην Κύπρο; Οι μισοί υποστηρίζουν την πρώτη εκδοχή οι άλλοι τη δεύτερη. Όπως και να ‘χει, ο Μάνος Λοΐζος είναι ο δημιουργός που άλλαξε το ελληνικό τραγούδι. Όπως και να ‘χει τα παιδικά και εφηβικά χρόνια τα πέρασε στην Αλεξάνδρεια. Ο πατέρας του Ανδρέας Λοΐζος ήταν παντοπώλης και η μητέρα του Δέσποινα Μανάκη είχε καταγωγή από τη Ρόδο.
Αρχικά ξεκίνησε να μαθαίνει βιολί στο Ωδείο, αλλά μετά καταπιάστηκε με την κιθάρα. Αποφοίτησε από το Αβερώφειο Γυμνάσιο το 1955 και έφτασε στην Αθήνα για να συνεχίσει τις σπουδές του. Γράφτηκε στη Φαρμακευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ωστόσο στις αρχές του 1956 εγκαταλείπει τη σχολή και ξεκινά τη φοίτησή του στην Ανωτάτη Εμπορική. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ο Μάνος Λοΐζος θα φοιτήσει και στη Σχολή Βακαλό θέλοντας να σπουδάσει ζωγραφική.
Το 1960 θα εγκαταλείψει τις σπουδές του, αφού γνωρίζει πια ότι ο δρόμος του είναι η μουσική. Και εδώ ξεκινάνε όλα.
Η αρχή γίνεται
Κάνει διάφορες δουλειές για να επιβιώσει. Γίνεται γκαρσόνι σε ταβέρνα της Κω, δουλεύει ως γραφίστας και διακοσμητής και τον Απρίλιο του 1962 γίνεται ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής (ΣΦΕΜ), με στόχο τη στήριξη του έργου του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και την προβολή νέων δημιουργών.
Εκείνη την εποχή γνωρίζει τον Μίμη Πλέσσα, όπου με την υποστήριξή του ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι. Το «Τραγούδι του δρόμου» από ένα ποίημα του Λόρκα. Το κομμάτι θα ερμηνεύσει ο Γιώργος Μούτσιος.
Ακολουθεί η συνεργασία του με τον Μίκη Θεοδωράκη στη θεατρική Όμορφη πόλη. Εκεί γνωρίζει και τη Μάρω Λήμνου και το 1965 παντρεύονται και αποκτούν την κόρη τους Μυρσίνη που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης –και λατρείας– για τον δημιουργό. Ηχογραφεί τραγούδια όπως «Το Ακορντεόν» όπου δίνει εκτός από το μουσικό και το πολιτικό του στίγμα.
Όταν όμως έρχεται η χούντα, ο Λοΐζος φεύγει για ένα 6μηνο στο Λονδίνο. Τον επαναφέρει στη χώρα ο Λευτέρης Παπαδόπουλος μ’ έναν σπουδαίο δίσκο τον Σταθμό από τον οποίο ξεχώρισαν, εκτός από το ομώνυμο τραγούδι, το «Παλιό Ρολόι» και το «Δελφίνι, δελφινάκι».
Μπροστά στα μούτρα
Το 1971 είναι η χρονιά του θριάμβου της «Ευδοκίας» της μουσικής από την ταινία του Αλέξη Δαμιανού. Ευτυχώς την τελευταία στιγμή εγκατέλειψαν την ιδέα το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» να γίνει τραγούδι και παρέμεινε μουσικό θέμα.
Εκείνη την περίοδο πεθαίνει ο Γιώργος Σεφέρης. Η κηδεία του ήταν στην ουσία μια τεράστια αντιδικτατορική διαμαρτυρία. Ο Λοΐζος ήταν εκεί. Τον σταματάει ένας αστυνομικός: «Τι κάνετε εδώ;». Γυρίζει ο Λοΐζος και λέει: «Αποχαιρετούμε έναν που έφυγε σήμερα». «Πέθανε;», ρωτάει. «Συγγενής σας ήταν;» και ο Λοΐζος απαντά: «Ήταν Έλληνας, να σας πω και το όνομα του; Γιώργος Σεφέρης, τον γνωρίζετε;».
«Ο αστυνομικός κοιτάει τον διπλανό και δεν λένε τίποτα. Ο Λοΐζος γυρίζει προς τους νεαρούς που ήταν μαζεμένοι και λέει: «Παιδιά εδώ και μια εβδομάδα το BBC μεταδίδει τα τραγούδια του Μίκη από τον Σεφέρη και ένα από αυτά είναι πάρα πολύ γνωστό «Λίγο ακόμα θα δούμε τις αμυγδαλιές να ανθίζουν»… Το ξέρετε;» Πολλά παιδιά είπαν, το ξέρουμε. «Λοιπόν πάμε»… Και σηκώνει τα χέρια του ο Λοΐζος, σαν να διευθύνει τη χορωδία και αρχίζουν όλοι να τραγουδούν. Όταν τέλειωσε το τραγούδι, οι αστυνομικοί –που δεν τους είχαν διακόψει– τους είπαν: «Άντε τώρα στα σπιτάκια σας, τέλειωσε η συναυλία».
Μέρες του ’73
Όπως πολλοί δημιουργοί, έτσι και ο Λοΐζος, στα χρόνια της χούντας έπαιζε το παιχνίδι του ποντικού με τη γάτα. Στις 17 Νοεμβρίου του 1973 ο Μάνος Λοΐζος συλλαμβάνεται. Οι χωροφύλακες του τμήματος της Νέας Ιωνίας, δεν δίστασαν να τον σύρουν μπροστά στην κόρη του και να τον οδηγήσουν στη φυλακή. Εννέα μέρες μετά θα αφεθεί ελεύθερος. Το 1974 η χούντα πέφτει. Ο Μάνος Λοΐζος είναι ελεύθερος να ηχογραφήσει τα τραγούδια που του είχε απαγορεύσει η λογοκρισία, και να βγάλει στο τέλος του χρόνου το δίσκο Τα Τραγούδια του Δρόμου. Τον Απρίλιο είχε κυκλοφορήσει ο δίσκος Καλημέρα Ήλιε σε στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου.
Φυσικά γνωρίζετε τη συνέχεια και τη διαχρονικότητα του τραγουδιού που ταυτίζεται με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, με όλα τα καλά και τα άσχημα που αυτό συνεπάγεται. Και όταν λέμε άσχημα εννοούμε την ταύτιση ενός τραγουδιού και γενικότερα ενός δημιουργού με ένα κόμμα. Πολλά χρόνια αργότερα η κόρη του, απαγορεύει στον Γιώργο Πᾶπανδρέου να χρησιμοποιήσει το εν λόγω τραγούδι για την καμπάνια που ετοίμαζε για την άνοδό του στην εξουσία. Για την ιστορία η πρώτη εκτέλεση ήταν από τον Κώστα Σμοκοβίτη και την Αλέκα Αλιμπέρτη.
Ευτυχώς ο Λοΐζος ήταν πολλά πράγματα παραπάνω. Πάντως ως δημιουργός ζει την απόλυτη λατρεία και αναγνώριση. Όμως η ζωή του δεν τον άφησε να το χαρεί
Τελευταία πράξη
Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του δημιουργού ήταν δραματικά. Έχοντας χωρίσει από τη δεύτερη σύζυγό του, την ηθοποιό Δώρα Σιτζάνη έχει να αντιμετωπίσει και προβλήματα υγείας.
Τον Οκτώβριο του 1981 ο Μάνος Λοΐζος εισάγεται στο Γενικό Κρατικό με περικαρδίτιδα, νεφρική ανεπάρκεια και πίεση. Θα βγει με την υγεία του κλονισμένη. Θα μείνει όρθιος για να βγάλει στις αρχές του επόμενου χρόνου τον τελευταίο δίσκο του τα Γράμματα στην Αγαπημένη σε στίχους του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ με απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου.
Στις 8 Ιουνίου του 1982 παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο και νοσηλεύεται για ένα μήνα. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ταξιδεύει για νοσηλεία στη Μόσχα, όπου στις 7 Σεπτεμβρίου υφίσταται δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο Μάνος Λοΐζος θα φύγει από τη ζωή δέκα ημέρες αργότερα στις 17 Σεπτεμβρίου του 1982.
Η Ελλάδα και μόνο στο άκουσμα της απώλειας του παγώνει. Οι φίλοι και οι συνεργάτες είναι σοκαρισμένοι. Μάλιστα τρία χρόνια αργότερα, το 1985 όπου διοργανώθηκε μεγάλη συναυλία για τη μνήμη του, ο κόσμος γέμισε ασφυχτικά το Ολυμπιακό στάδιο. Δείγμα της αγάπης που του είχε.
Ο Λοΐζος έφυγε νέος. Μεγαλούργησε σε μια εποχή αγνότητας, αγάπης και ιδεολογίας.
Δεν πρόλαβε να μεγαλώσει και ίσως να άλλαζε. Και ξέχωρα από το σπουδαίο έργο του, κρατάμε και αυτό που είπε για εκείνον, ο Μίκης Θεοδωράκης
«Ο Μάνος ήταν μια πλαγιά πολύχρωμα λουλούδια που έλαμπαν καθώς τα χτυπούσε ο ήλιος. Και θα λάμπουν για πάντα και πιο πολύ όσο θα υπάρχει και θα λάμπει στον κόσμο αυτός ο μοναδικός ήλιος: Η καρδιά του Ανθρώπου…»
Σπύρος Δευτεραίος