Το κεβεζελίκιν (κεβεζελίκ’) ή κεβεζελούκι (και κεβεζελούχ’) κατά το Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου του Άνθιμου Παπαδόπουλου προέρχεται από την τουρκική λέξη gevezeluk και σημαίνει φλυαρία, μωρολογία.
Στο τραγούδι του «Τα νεότητα όντες είχα» (από το LP Βάλω τη σιάπκα μ’ ζαρωτά που κυκλοφόρησε από τη θρυλική δισκογραφική εταιρεία ΒΑΣΙΠΑΠ), ο Ανέστης Μωυσής κάνει ομοιοκαταληξία με το συνώνυμό του ζεβζελούκι – εξού και ο ζεβζέκης.
[Και -ν-] Αναθεμά την καλατσ̌ή σ’
και το κεβεζελούκι σ’
κι όθεν πας ’κ’ επορείς να στέκ’ς
δεικνύ͜εις το ζεβζελούκι σ’.