Ας ξεκινήσουμε πρώτα από τα εννοιολογικά. Συμβιβασμός σύμφωνα με το λεξικό Τριανταφυλλίδη είναι:
- Εξομάλυνση ή άρση των διαφορών που χωρίζουν δύο άτομα ή δύο ομάδες ατόμων, με αμοιβαίες υποχωρήσεις: Έκανε ένα συμβιβασμό και δέχτηκε να του παραχωρήσει το σπίτι, για ορισμένο όμως διάστημα. Δείχνει διάθεση συμβιβασμού. Δε δέχτηκε να γίνει συμβιβασμός και κατέφυγε στο δικαστήριο. Ήρθε σε συμβιβασμό με την εφορία και πέτυχε τη μείωση του φόρου.
- Παραίτηση από θεμιτές διεκδικήσεις ή υποχώρηση από ηθικές αρχές για προσωπικό όφελος: Δεν έκανε ποτέ συμβιβασμούς στη ζωή του.
Πάμε τώρα στα ελληνοτουρκικά, για τα οποία ο κ. Ιωακειμίδης Π. Κ. σε άρθρο του στα Νέα (20/08/2024), με τίτλο Η ενοχοποίηση του συμβιβασμού, το οποίο αναδημοσίευσε και το ΕΛΙΑΜΕΠ στην ιστοσελίδα του, κάνει μια θεώρηση η οποία καταλήγει ότι η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ένα είδος συμβιβασμού με την Τουρκία.
Ο κος καθηγητής στο άρθρο του αναφερόμενος σε όλους εκείνους που δεν υποστηρίζουν τις απόψεις του και δεν ακολουθούν τον δικό του τρόπο σκέψης, τους «τσουβαλιάζει» όλους στη συντηρητική σχολή σκέψης ως εξής: «Στη συντηρητική σχολή σκέψης –η οποία ουσιαστικά δεν θέλει καμιά προσέγγιση με την Τουρκία καθώς είναι η χώρα με επιθετικές, επεκτατικές διεκδικήσεις που έχει σε όλα άδικο (σε πολλά έχει βεβαίως)–, η λέξη που κυριαρχεί και χρησιμοποιείται κατά κόρον προκειμένου να ενοχοποιηθεί οποιαδήποτε άλλη άποψη/ προσέγγιση/ θέση είναι “κατευνασμός” (appeasement).»
Αυτή η ισοπεδωτική προσέγγιση είναι ταυτόχρονα και αποπροσανατολιστική, αφού ισχυρίζεται ότι όλοι όσοι δεν συμφωνούν μαζί του δεν θέλουν καμία προσέγγιση με την Τουρκία, ενώ δεν παραλείπει να μας υπενθυμίσει ότι η Τουρκία δεν έχει άδικο σε όλες τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας. Θα είχε πάντως ενδιαφέρον στο συγκεκριμένο άρθρο να μας αναφέρει ποιες διεκδικήσεις της Τουρκίας είναι δίκαιες, γιατί χωρίς να γνωρίζουμε τις δίκαιες διεκδικήσεις της Τουρκίας, δεν είναι δυνατόν να μιλήσουμε για συμβιβασμό.
Ο κ. καθηγητής, επιχειρώντας να καταδείξει την αξία του συμβιβασμού στην επίλυση πολιτικών προβλημάτων μεταξύ δύο χωρών, αφού κάνει μια αναφορά στην έννοια του «κατευνασμού», επικαλείται και προβάλλει ως παράδειγμα τη Συμφωνία των Πρεσπών, για την οποία λέει:
«Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ότι η σχολή αυτή σκέψης, η οποία γνωρίζει όλες τις κλήσεις της λέξης “κατευνασμός”, αγνοεί πλήρως τη λέξη συμβιβασμός. Απουσιάζει από την πολιτική κουλτούρα της. Είναι λέξη-ανάθεμα που τείνει να εξομοιωθεί με αυτή της μειοδοσίας. Παράδειγμα ο τρόπος αντιμετώπισης της Συμφωνίας των Πρεσπών η οποία έλυσε το χρονίζον πρόβλημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας με έναν έντιμο συμβιβασμό επωφελή και για τις δύο χώρες.
»Κι όμως η συντηρητική σχολή/παράταξη είδε τη Συμφωνία ως πράξη μειοδοσίας, ενδοτισμού ή και προδοσίας ακόμη. Λες και υπάρχει πρόβλημα που μπορεί να λυθεί και διαπραγμάτευση να τελεσφορήσει χωρίς αμοιβαίους συμβιβασμούς στη βάση ορισμένων κανόνων και αρχών (διεθνούς δικαίου, κ.λπ. )….»
Εμείς θα παραθέσουμε τη θέση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών για το θέμα, όπως είναι αναρτημένη μέχρι σήμερα στην ιστοσελίδα του (Το Ζήτημα του Ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας), αφήνοντας τους αναγνώστες μας να επισημάνουν τους «αμοιβαίους συμβιβασμούς» και συγκεκριμένα την υποχώρηση που έκανε η άλλη πλευρά με την εν λόγω συμφωνία:
«Τον Δεκέμβριο του 1944 τηλεγράφημα του State Department προς τις αμερικανικές Αρχές, με υπογραφή του τότε Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Stettinius, έγραφε, μεταξύ άλλων, ότι: ” Η (αμερικανική) Κυβέρνηση θεωρεί ότι αναφορές του τύπου «μακεδονικό έθνος», «μακεδονική Μητέρα Πατρίδα» ή «μακεδονική εθνική συνείδηση» αποτελούν αδικαιολόγητη δημαγωγία που δεν αντικατοπτρίζει καμία πολιτική πραγματικότητα και βλέπει σε αυτές την αναγέννηση ενός πιθανού μανδύα που θα υποκρύπτει επιθετικές βλέψεις εναντίον της Ελλάδας”».
Με τη συμφωνία των Πρεσπών αναγνωρίσαμε μακεδονικό έθνος, μακεδονική εθνική συνείδηση, που δεν αντικατοπτρίζουν καμία πολιτική πραγματικότητα και υποκρύπτουν επιθετικές βλέψεις εναντίον της Ελλάδας, όπως περιγράφει ο Αμερικανός ΥΠΕΞ τις τότε θέσεις των ΗΠΑ.
Σε τι ακριβώς υποχώρησαν τα Σκόπια, για να χαρακτηρίσουμε τη συμφωνία αυτή ως παράδειγμα συμβιβασμού;
Αν αυτό είναι το κριτήριο του κ. καθηγητή και για τον συμβιβασμό με την Τουρκία, αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθεί τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο.
Ο κ. καθηγητής κλείνει το άρθρο του ως εξής: «Γιατί εάν στην ενδεδειγμένη στιγμή δεν κάνεις τους μικρούς έντιμους συμβιβασμούς αναγκάζεσαι αργότερα να κάνεις τους μεγάλους και επώδυνους ή να οδηγηθείς σε τραγωδία. Η ελληνική ιστορία είναι πλούσια σε παραδείγματα. Με τη δύναμη μιας λέξης…»
Επειδή ο κ. καθηγητής μιλάει για «έντιμους συμβιβασμούς», θα ήταν έντιμο από πλευράς του να μας αναφέρει τα σημεία στα οποία η Τουρκία έχει δίκιο, όπως αναφέρει στο άρθρο του, και στα οποία ενδεχομένως θα μπορούσε η Ελλάδα να υποχωρήσει από τις θέσεις της, για να πάμε σε έναν «έντιμο συμβιβασμό».
Επειδή παρακολουθώ την Τουρκία σε σχεδόν επαγγελματική βάση τα τελευταία 35 χρόνια, γνωρίζω ότι διαθέτει κατάλογο με ακαδημαϊκούς και αποστράτους που ενστερνίζονται τις θέσεις της στα ελληνοτουρκικά και προσπαθεί με κάθε τρόπο να διευρύνει τον κύκλο αυτόν. Για να προωθήσει τις θέσεις της στην ελληνική κοινωνία και να περάσει πιο… ανώδυνα ο «έντιμος συμβιβασμός»
Περιμένουμε από τον κ. καθηγητή να μας παρουσιάσει έντιμα σε ένα άρθρο του ποιες από τις διεκδικήσεις της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας είναι δίκαιες.