«Μεγάλος τραγουδιστής. Μην κοιτάς που σήμερα οι νέοι δεν τον ξέρουν. Αν δεν ήταν αυτός, η Minos δεν θα είχε σταθεί σαν εταιρεία. Ο Περπινιάδης με τις επιτυχίες του στήριξε την εταιρεία στα πρώτα χρόνια του ’60 και καταφέραμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και να έχουμε τη μετέπειτα διαδρομή που όλοι γνωρίζουμε».
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον παραγωγό Μάκη Μάτσα, και τα είχε πει σε συνέντευξη που είχε δώσει στον δημοσιογράφο και συγγραφέα Κώστα Μπαλαχούτη.
Και φυσικά αναφέρονται στον Βαγγέλη Περπινιάδη, που γεννήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 1927.
Ήταν μια σπουδαία αν και ολίγον παραγνωρισμένη μορφή κυρίως του λαϊκού τραγουδιού. Μάλιστα, άνθρωποι που τον άκουγαν να τραγουδάει σχεδόν ως τα τελευταία του, λένε πως δεν είχε υποστεί σχεδόν καμία αλλοίωση η φωνή του. Και αν την είχε χρησιμοποιήσει σε πάλκο και ηχογραφήσεις για δεκαετίες!… Θαύμα κανονικό.
Από την εκκλησία, στο πάλκο
Σαν σήμερα λοιπόν το 1927 ο θρυλικός τραγουδιστής Στελλάκης Περπινιάδης, γίνεται πατέρας. Και την ώρα που οι συνομήλικοί του χάνονται στο παιχνίδι, ο μικρός Βαγγέλης ψέλνει στην Οσία Ξένη της Κοκκινιάς. Αγαπάει δε τόσο πολύ αυτή την ενασχόληση, που ονειρεύεται να γίνει παπάς.
Το 1947, με προτροπή των φίλων του πηγαίνει στα «ταλέντα» του Τραϊφόρου στο «Άλσος», στο Πεδίον του Άρεως, όπου κλέβει την παράσταση και μοιραία τα όνειρα για να γίνει παπάς μπαίνουν στο περιθώριο.
Σύντομα ξεκινά τις εμφανίσεις του σε ιστορικά κέντρα της Νίκαιας. Εκεί ο Περπινιάδης άφησε εποχή, αφού τραγούδησε για πάνω από δύο δεκαετίες στα πάλκα τους. Ο κόσμος της Κοκκινιάς αγκαλιάζει ζεστά τον νεαρό καλλιτέχνη. Το ίδιο συμβαίνει και με όλα τα Μεσόγεια, την Αργοναυπλία και άλλες περιοχές της χώρας όπου ο Περπινιάδης τραγουδά στα πανηγύρια, σε γλέντια, γάμους και χάρες. Έτερο τόλμημα της εποχής κι αυτό, γιατί για κάποιους λόγους το δημοτικό τραγούδι ήταν στο περιθώριο.
«Εγώ έβγαινα κάθε βράδυ και τραγουδούσα τέσσερα ελαφρά τραγούδια, που ήταν της μόδας εκείνη την περίοδο. Αυτό που με τόνωνε ήταν το μεροκάματο: 30 δραχμές τη βραδιά. Πολύ καλά λεφτά για έναν νέο καλλιτέχνη που ξεκινούσε καριέρα το 1947-48», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
Η άνοδος
Το πρώτο δικό του τραγούδι που ηχογράφησε ήταν το «Κλάψτε με φίλοι, κλάψτε με». Δεν άργησε να εισέλθει στο λαϊκό και στο δημοτικό τραγούδι, όπου είχε πολλές και μεγάλες επιτυχίες όπως «Τα νέα της Αλεξάνδρας», «Αχ, γιατί δεν μ’ αγαπάς», «Μαχαρανή», «Γύρισε κοντά μου», «Δεν θέλω παλάτια και λεφτά», «Το μεροκάματο του πόνου».
Ειδικά «Τα νέα της Αλεξάνδρας» είναι ένα τραγούδι που εξακολουθεί και σήμερα να προκαλεί ερωτηματικά, για το αν ήταν αληθινή η ιστορία του και γενικότερα αν τάσσεται υπέρ ή όχι της γυναίκας. Ξέχωρα από αυτά τα σενάρια, δεν παύει να είναι ένα διαχρονικό τραγούδι του είδους
Στη δισκογραφία και στο πάλκο είχε κοντά του, ως δεύτερη φωνή, μεγάλες γυναίκες του είδους, ενώ ξεχωριστή θέση κατείχε η πάνω από τρεις δεκαετίες συνεργασία του με τη Ρία Νόρμα.
Ο Βαγγέλης Περπινιάδης υπήρξε και …υμνογράφος ποδοσφαιρικών ομάδων. Συνέθεσε και τραγούδησε δύο τραγούδια για τον Ολυμπιακό (1963 και 1965), ένα για τον Παναθηναϊκό και ένα για την ΑΕΚ.
Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της ζωής και της καριέρας του ήταν οι εμφανίσεις στα πανηγύρια, γεγονός που τον κράτησε πολύ ψηλά στη συνείδηση του κόσμου. Επί 50 χρόνια τραγουδούσε και διασκέδαζε το λαό στα πανηγύρια της Αττικής και της υπόλοιπης Ελλάδας. Παράλληλα, έκανε το γύρο του κόσμου και τραγούδησε για τον ελληνισμό σε Αμερική, Αυστραλία, Καναδά και Ευρώπη.
Γενικότερα, στην πιο δημιουργική φάση της ζωής και της καριέρας του, ο Περπινιάδης κυριαρχούσε αλλά δεν πρωταγωνιστούσε.
Ήταν τόσο χαμηλών τόνων και διακριτικός που έμοιαζε –και ήταν– κόντρα στο σταρ σίστεμ της εποχής του, παρόλο που είχε μια σχετική αξιοπρόσεκτη σειρά εμφανίσεων σε ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Η ηρεμία
Το 1975 ο Βαγγέλης Περπινιάδης βρίσκεται σε μια μικρή εταιρεία, αφότου έληξε το συμβόλαιό του με μια από τις μεγαλύτερες της χώρας. Είχε αλλάξει και το τραγούδι γενικότερα. Άδικο; Όχι απαραίτητα, καθώς η ζωή προχωράει και από την άλλη οι αληθινές αξίες δεν χάνονται και δεν ξεχνιούνται.
Ο Περπινιάδης μέχρι και τον Μάιο του 2003, που έφυγε από τη ζωή, υπήρξε ακμαίος και δημιουργικός.
Η φωνή του παρέμεινε δυνατή, αναλλοίωτη και ανέγγιχτη στο χρόνο. Μια φωνή που την διέκρινε το έντονο πάθος με αέρα, πατήματα, αναπνοές, ηχοχρώματα από Βυζάντιο, Σμύρνη και Γαλατά, που μαζί με την πατρική φλέβα προσέδιδαν στις χορδές και το μέταλλό του αποχρώσεις σπάνιες και ξεχωριστές. Την οικογενειακή παράδοση συνεχίζει στις μέρες μας ο γιος του Βαγγέλη και εγγονός του Στελλάκη, Στέλιος Περπινιάδης.
Λίγο πριν από το τέλος της ζωής του εμφανιζόταν σε κέντρο στην Πάρνηθα, ενώ το τελευταίο του τραγούδι είχε τίτλο «Δώστε μου τα νιάτα μου».
Πέθανε στις 12 Μαΐου 2003, ύστερα από μάχη με τον καρκίνο.
Στο προσκέφαλό του τις τελευταίες στιγμές ήταν η σύζυγός του, τα πέντε παιδιά του (δύο γιοι και τρεις κόρες), δεκατέσσερα εγγόνια και δύο δισέγγονα. Τι πιο συγκινητικό για την πορεία της ζωής ενός ανθρώπου;
«Τα πάντα στη ζωή έχουν αρχή και τέλος, αρκεί να ξέρεις γιατί ζεις και γιατί πεθαίνεις», είχε πει στην τελευταία του συνέντευξη, στα Νέα, στις 7 Αυγούστου 2002.
Σπύρος Δευτεραίος