Ο παραγωγός Τάκης Λαμπρόπουλος, ένας από τους στυλοβάτες και αναμορφωτές του ελληνικού τραγουδιού, είχε την αρχή ότι κανένας τραγουδιστής δεν έπρεπε να μοιάζει με τον άλλον – από τον τρόπο που τραγουδούσε μέχρι και τα ρούχα που φορούσε στην πίστα, ακόμα και αν ήταν ένα κοστούμι. Σε αυτή τη σχολή εντάσσεται και ο Μιχάλης Μενιδιάτης.
Ξεχωριστός ερμηνευτής με σπουδαία τραγούδια, ο οποίος στην πορεία αποδείχτηκε και έξυπνος επιχειρηματίας.
Γνωρίζοντας τη ρευστότητα του χώρου –ένα τραγούδι μπορεί να σε ανεβάσει, αλλά την επομένη μπορεί και να χαθείς επειδή θα έχει βγει κάποιος νεότερος, ή θα έχει αλλάξει η μόδα, ή, ή…–, αποφάσισε παράλληλα με την τραγουδιστική του καριέρα να επενδύσει και στη νύχτα.
Και όχι απλά δικαιώθηκε, αλλά έγραψε και ιστορία.
Με δύναμη από το Μενίδι
Το 1932 ήρθε στον κόσμο ο Μιχάλης Καλογράνης. Το ψευδώνυμο Μενιδιάτης το διάλεξε επειδή γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μενίδι.
Ο πατέρας του ήταν φύλακας στη λαχαναγορά. Το σπίτι τους ένα φτωχόσπιτο, και ο ίδιος εργαζόταν από παιδί στα χωράφια μαζί με όλη του την οικογένεια.
«Ωραία χρόνια ζήσαμε. Χρόνια που έλεγε ο κόσμος το ψωμί ψωμάκι, αλλά και χρόνια πραγματικά ευτυχισμένα. Τότε που ήξεραν οι άνθρωποι τις αξίες τις ζωής – αυτό που πραγματικά πρέπει να ονομάζουμε αξίες–, και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο κόσμος, αν και μεγαλύτερα από τα σημερινά, ήξερε να τα αντιμετωπίζει με χαμόγελο και καλή διάθεση.
»Θυμάμαι έναν κόσμο πονεμένο, μαυροφορεμένο και πεινασμένο, αλλά και έναν κόσμο που μπορούσε να κοιτάει το μέλλον με το κεφάλι ψηλά», είχε πει σε συνέντευξή του ο τραγουδιστής.
Το 1942, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Μιχάλης Μενιδιάτης έχασε τον αδερφό του Δημήτρη από ασιτία.
Έτσι, σαν αντίδοτο στη ζοφερή πραγματικότητα του πολέμου, στράφηκε προς τη μουσική. Και αποφάσισε να την κάνει επάγγελμα. Ούτως ή άλλως και αν δεν πήγαινε καλά, κανένα πρόβλημα. Μπορούσε να να κάνει οποιαδήποτε δουλειά για να επιβιώσει.
Όμως τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, αφού δημιουργήθηκε θέμα στο σπίτι. Οι μπουζουξήδες εκείνη την περίοδο είχαν κακό όνομα και ο πατέρας του δεν συμφωνούσε με την επιλογή του. Παρ’ όλα αυτά η αρχή έγινε, στα 19 του, στο νυχτερινό κέντρο «Δροσιά».
Και όμως, έχει κάνει
Άρχισε σιγά-σιγά η άνοδος του τραγουδιστή, και οι επιτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Και το όνομα του Μενιδιάτη στις πίστες είχε επίσης ανοδική τάση.
Υπηρέτησε το λαϊκό τραγούδι και δεν ξιπάστηκε διόλου όταν το 1976 τον φώναξε ο Διονύσης Σαββόπουλος για να πει ένα σπουδαίο, αλλά «διαφορετικό» τραγούδι, το «Θητεία».
Να πούμε και μια χαριτωμένη αλλά αληθινή ιστορία, καθώς ο τραγουδιστής ήταν από τους πρώτους που έκαναν αισθητική επέμβαση – όχι για λόγους… καλλωπισμού.
Όλα ξεκίνησαν από τη μικρή του ηλικία. Ο Μιχάλης κυνηγούσε πουλιά πίσω από το σπίτι του με ένα όπλο. Μια μέρα πήγε να χτυπήσει ένα και έφυγε κομμάτι σίδερο από το όπλο. Αυτό το κομμάτι τον τραυμάτισε στο μέτωπο.
Αμέσως οι δικοί του του έδωσαν τις πρώτες βοήθειες. Έβαλαν ιώδιο στην πληγή, αλλά επειδή το τραύμα του ήταν βαθύ έπρεπε να κάνουν ράμμα για να κλείσει, κι έτσι του έμεινε ένα σημάδι.
Χρόνια αργότερα, και ενώ ο Μιχάλης Μενιδιάτης κόντευε τα 30, ένας πελάτης στο μαγαζί όπου δούλευε, ο οποίος ήταν χειρουργός, του πρότεινε να διορθώσει το παλιό του τραύμα.
Μεταγενέστερα ο Μανώλης Χιώτης συμβούλευσε τον Μιχάλη Μενιδιάτη να αφαιρέσει και την «καμπούρα» που είχε στη μύτη.
Ώρα για «Φαντασία»
Το 1964 ο Μιχάλης Μενιδιάτης μαζί με τον αδερφό του Κοσμά Καλογράνη έφτιαξαν τη… γνωστή «Φαντασία» που έγινε ένα από τα πιο αγαπημένα κέντρα των Αθηναίων το 1970 και το 1980. Μάλιστα, εκεί πρωτοξεκίνησε και το σπάσιμο των πιάτων από τους γλεντζέδες της νύχτας.
Στη «Φαντασία» έκαναν το ξεκίνημά τους πολλοί γνωστοί και αγαπημένοι τραγουδιστές. Εκεί διασκέδασαν οι πάντες, συνάδελφοί του τραγουδιστές, ηθοποιοί, πολιτικοί, αθλητές, αλλά και ξένοι σταρ της εποχής, όπως ο Μπένι Χιλ, η Γκρέις Τζόουνς και ο Τζέιμς Κόμπερν.
Σαν επιχειρηματίας ο Μενιδιάτης προσπάθησε να κρατήσει μακριά από το μαγαζί του το καθεστώς της νύχτας που επικρατούσε ως τότε. Και μέχρι ενός σημείου τα κατάφερε.
Η χαρά του οικογενειάρχη
Η γυναίκα του Μιχάλη Μενιδιάτη, Χρυσούλα (Σούλα), μπήκε στη ζωή του την κατάλληλη στιγμή. Παρά τη διαφορά ηλικίας, οι δυο τους αγαπήθηκαν πολύ και έφτιαξαν μια δεμένη οικογένεια.
Το στόρι της γνωριμίας έχει ως εξής: Εκείνος περνούσε κάτω από το μπαλκόνι του σπιτιού της με το αυτοκίνητό του και εκείνη τον έβλεπε από ψηλά. Άλλες φορές πάλι την συναντούσε τυχαία στο δρόμο. Εκείνη όποτε συνέβαινε αυτό χαμήλωνε το βλέμμα της, και με αυτό του τράβηξε πιο πολύ το ενδιαφέρον.
Ο Μιχάλης Μενιδιάτης την ακολούθησε και της μίλησε μερικές φορές, αλλά εκείνη του μιλούσε πολύ λίγο και σεμνά. Μια μέρα τη συνόδευσε στο σπίτι της με το αυτοκίνητό του. Γρήγορα συνάντησε και την οικογένειά της.
Ο Μιχάλης Μενιδιάτης είχε πει για τη Σούλα ότι ήταν γι’ αυτόν φίλη, ταίρι, σύντροφος, μάνα και γυναίκα, και ότι ήταν πάντα στο πλευρό του.
Μάλιστα, την πρώτη φορά που πήγε στη «Φαντασία» με την οικογένειά της για να τον ακούσουν της αφιέρωσε το τραγούδι «Ευγνωμοσύνη σου χρωστώ».
Όπως είναι γνωστό ο γιος τους, Χρήστος Μενιδιάτης, είναι και αυτός τραγουδιστής. Ο ίδιος ο Μιχάλης Μενιδιάτης είχε εξομολογηθεί πως όχι μόνο δεν τον βοήθησε, αλλά υπήρξε και πολύ αυστηρός μαζί του.
Η ιστορία ενός τραγουδιού
Αν κάποιος σας πει ότι γνωρίζει τα συστατικά μια επιτυχίας, τότε έχετε σίγουρα μπροστά σας έναν αδαή. Όχι μόνο δεν τα γνωρίζει κανείς, αλλά δεν μπορεί να πει ούτε γιατί γίνεται επιτυχία.
Πάρτε για παράδειγμα το «Πετραδάκι-πετραδάκι», ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια· είναι σύνθεση του Απόστολου Καλδάρα. Το είπε σε πρώτη εκτέλεση ο Μιχάλης Μενιδιάτης και λίγο αργότερα το εκτόξευσε ο Νίκος Ξανθόπουλος.
Στην ουσία οι στίχοι του αφηγούνται μια ερωτική απογοήτευση, ωστόσο ο κόσμος ταυτίστηκε λόγω της φτώχειας που επικρατούσε.
Εκείνα τα χρόνια ο κόσμος έχτιζε τα σπίτια με τα χέρια του και με απλά υλικά, όπως οι πέτρες και η λάσπη. Τα λαϊκά και απλά αυτά σπιτάκια που φιλοξένησαν έναν σωρό φτωχές και συχνά πολύτεκνες οικογένειες δεν τα έφτιαξαν αρχιτέκτονες, ούτε μηχανικοί. Έτσι, ο καθένας που είχε χτίσει με τα χέρια του το σπίτι του πέτρα-πέτρα ένιωσε ταύτιση με το συγκεκριμένο τραγούδι.
Κάτι που φυσικά δεν ήταν ξένο για τον Μιχάλη Μενιδιάτη που τη ζωή και την καριέρα του τις έστησε με τα ίδια του τα χέρια. Πετραδάκι-πετραδάκι, μέχρι τις 21 Αυγούστου 2012 που άφησε την τελευταία του πνοή.
Σπύρος Δευτεραίος