Μια επίσκεψη είπε να κάνει ο Έλληνας πρωθυπουργός στην Κύπρο την ημέρα της εισβολής, με τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την αποφράδα ημέρα, και άνοιξε ο Ασκός του Αιόλου.
Πριν πάει, ο Ερντογάν τον ρώτησε στις ΗΠΑ, όπου συναντήθηκαν, αν θα του κάνει κάποια επίθεση. Δεν σκέφθηκα κάτι τέτοιο, του απάντησε ο κ. Μητσοτάκης. Μακριά από τον πρωθυπουργό κακές σκέψεις.
Ο Τούρκος πρόεδρος πήγε στο νησί με μια αρμάδα πλοίων, 50 τον αριθμό (εδώ οι κακές σκέψεις αποτελούν συνήθεια) αλλά αυτό είναι κάτι συνηθισμένο σε ό,τι αφορά την Τουρκία. Εκείνο που δεν αναμενόταν ήταν η ένταση που ο κ. Ερντογάν προσέδωσε στην επίθεση κατά του κ. Δένδια επειδή ο Έλληνας υπουργός σε δηλώσεις του μίλησε για εισβολή και κατοχή της Τουρκίας στην Κύπρο. Ο κ. Δένδιας παίζει καλά το παιχνίδι του αλλά ο κ. Ερντογάν ή δεν το κατάλαβε, ακόμη, ή το κατάλαβε καλύτερα από εμάς.
Ο Ερντογάν, προφανώς δεν θέλει να ακούγονται τα περί εισβολής και κατοχής διότι η Τουρκία γνωρίζει πως η κατοχή εδαφών μετά τον Β’ ΠΠ θεωρείται εκτός Διεθνούς Δικαίου, άρα παράνομη.
Από σύμπτωση, πάλι, εκείνες τις ημέρες το Διεθνές Δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση με την οποία χαρακτήριζε παράνομη την κατοχή παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ. Η συγκυρία προκάλεσε περαιτέρω ανησυχία στον Τούρκο πρόεδρο. Σημειωτέον ότι η Τουρκία προβάλει σκληρή ισχύ για να διεκδικήσει ακόμη και παράνομες βλέψεις της αλλά φροντίζει να επικαλείται την ερμηνεία που η ίδια δίνει στο διεθνές δίκαιο για να μην τεθεί εκτός διεθνούς νομιμότητας.
Ο κ. Μητσοτάκης δεν κάλυψε τον υπουργό του, ούτε και ο κ. Δένδιας παραιτήθηκε ή διεκδίκησε, δημόσια, κάλυψη. Αυτές είναι πολιτικές συνήθειες παλαιότερων εποχών και χωρών με δημόσιο βίο που έχει στοιχεία αξιοπρέπειας.
Το σημαντικότερο, όμως, γεγονός μετά την επιστροφή Μητσοτάκη από τη μεγαλόνησο ήταν η τουρκική πρόκληση μεταξύ Κάσου και Καρπάθου.
Μισό μίλι, ή, κατ άλλους, μερικά μέτρα έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα το ιταλικό πλοίο «Ievoli Relume» έκανε βυθομετρικές έρευνες για την πόντιση καλωδίων ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου. Είχε εκδοθεί NAVTEX από τον σταθμό του Ηρακλείου η οποία ολοκληρωνόταν στις 21:00 της Τετάρτης. Το πλοίο εγκατέλειψε την περιοχή νωρίτερα και αφού η Τουρκία εξέδωσε δική της NAVTEX, διεκδικώντας την περιοχή ως υφαλοκρηπίδα της.
Στην περιοχή τέμνονται η τουρκική Γαλάζια Πατρίδα και η ΑΟΖ που οριοθετήθηκε μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου.
Η επίμαχη περιοχή βρίσκεται τόσο κοντά στα χωρικά ύδατα Κάσου και Καρπάθου που δεν υπάρχει αμφιβολία πως ανήκει σε ελληνική υφαλοκρηπίδα ή, δυνάμει, σε ελληνική ΑΟΖ.
Η Τουρκία, όμως, μόνη της απεφάνθη πως τα νησιά δεν δικαιούνται θαλάσσιες ζώνες πλην χωρικών υδάτων. Άρα, ανατολικότερα της χωρικής θάλασσας Κάσου-Καρπάθου η θάλασσα τής ανήκει.
Η Άγκυρα έστειλε πέντε πολεμικά πλοία για να παρακολουθήσουν τις εργασίες του πλοίου –να το παρενοχλήσουν, ουσιαστικά, αφού το ειδοποίησαν ότι βρίσκεται σε τουρκική υφαλοκρηπίδα– και η Αθήνα δύο πολεμικά και ένα του λιμενικού.
Το πλοίο, όπως σημειώθηκε, αναχώρησε από την περιοχή. Για την κυβέρνηση αναχώρησε αφού ολοκλήρωσε τις εργασίες του, αν και η αναχώρηση έγινε ένα 24ωρο νωρίτερα από την εκπνοή της NAVTEX.
Κατά πληροφορίες της στήλης το πλοίο αναχώρησε εσπευσμένα καθ’ υπόδειξιν της κυβέρνησης.
Οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου αναφέρονταν στην επιτυχία των μηχανισμών χειρισμού κρίσεων που καθιερώθηκαν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Η πόντιση καλωδίων ή άλλες εργασίες στην ΑΟΖ ή την υφαλοκρηπίδα μιας χώρας επιτρέπονται από το Δίκαιο της Θάλασσας. Η Τουρκία απαίτησε από το πλοίο τη συνεννόηση μαζί της για την περιοχή που βρισκόταν και όχι με την Ελλάδα. Το σημείο, όμως, αποτελεί δυνάμει ελληνική ΑΟΖ την οποία η κυβέρνηση της Αθήνας δεν υπερασπίστηκε. Δεν είχε καν την προνοητικότητα, ή έκανε δεύτερες σκέψεις, να το συνοδεύσει ισχυρή ναυτική δύναμη στην αποστολή του, καθώς η τουρκική αντίδραση ήταν αναμενόμενη.
Ως προς το θέμα που προκάλεσε την ένταση, η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Κύπρου γίνεται με επιχορήγηση της ΕΕ. Φορέας εκτέλεσης του έργου είναι ο ΑΔΜΗΕ. Οι ρυθμιστικές Αρχές Ελλάδας και Κύπρου (PAAEY και PAEK αντιστοίχως) έθεσαν στον σχεδιασμό τους και την παράμετρο «γεωπολιτικός κίνδυνος», υπονοώντας την αντίδραση της Τουρκίας.
Στην περίπτωση της ελληνικής ρυθμιστικής Αρχής, εάν το έργο δεν ολοκληρωθεί λόγω της εμφάνισης ενός γεωπολιτικού κινδύνου (π.χ. αντίδραση Τουρκίας) τότε το κόστος μέχρι εκείνη την στιγμή θα καταβληθεί από τους Έλληνες καταναλωτές.
Στην περίπτωση της Κύπρου η ρυθμιστική Αρχή ενέργειας δεν προσδιόρισε ρητά και κατηγορηματικά αυτό το θέμα. Σχετικό δημοσίευμα του Φιλελευθέρου Κύπρου αναφέρει:
«Τι είναι λοιπόν αυτό που ζητά ο ΑΔΜΗΕ να αλλάξει; Ζητά… να διαγραφεί η λέξη «ενδέχεται». Δηλαδή, να μην είναι στη διακριτική ευχέρεια της ΡΑΕΚ [σ.σ. η ρυθμιστική Αρχή της Κύπρου] να εγκρίνει ή να μην εγκρίνει ένα τέτοιο αίτημα του ΑΔΜΗΕ ή όποιου φορέα υλοποίησης για ανάκτηση των εξόδων που έκανε έστω κι αν το έργο δεν θα υλοποιηθεί λόγω εξωτερικού παράγοντα (π.χ. Τουρκία). Ο ΑΔΜΗΕ θέλει να είναι ξεκάθαρη και δεσμευτική για τη ΡΑΕΚ και την Κύπρο η υποχρέωση των καταναλωτών ρεύματος να πληρώσουν όλο το κόστος ενός έργου που θα ναυαγήσει για γεωπολιτικούς ή και άλλους παράγοντες».
Αυτό, όμως, είναι το διαδικαστικό. Το ουσιαστικό είναι τι γίνεται με την Τουρκία; Θα αποδεχθεί η Ελλάδα τις διεκδικήσεις της για να προχωρήσει το έργο ή θα υπάρξει ένταση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας; Πώς η Αθήνα θα διασφαλίσει την πρόοδο του έργου χωρίς να απωλέσει δικαιώματά της; Μήπως τα έχει γκριζάρει, ήδη;
Το πιθανότερο είναι εάν αντιδράσει –που θα αντιδράσει– η Τουρκία το έργο να μην προχωρήσει. Ακόμη και αν διευθετηθεί η εκκρεμότητα τού ποιος θα πληρώσει τα χαμένα.
Η Τουρκία επιδιώκει να ελέγξει την Κύπρο ενεργειακά. Έχει ήδη, κατασκευάσει αγωγό με τον οποίο παρέχει νερό στα κατεχόμενα. Αν ελέγξει και τις ενεργειακές ανάγκες του νησιού γίνεται αντιληπτή η προνομιακή θέση που αποκτά.
Αλλά η Τουρκία έχει έναν μεγαλύτερο στόχο.
Όπως έγραψε την Τετάρτη η ιστοσελίδα energypress.gr «η κίνηση της Άγκυρας να αναπτύξει πολεμικά πλοία στην περιοχή… δείχνει ότι η Τουρκία δεν θα μείνει να παρακολουθεί αμέτοχη τις εξελίξεις για ένα γεωστρατηγικό έργο, ύψους 2 δισ. ευρώ, στο οποίο η ίδια δεν συμμετέχει».
Και προσθέτει η ιστοσελίδα: «Η Τουρκία αντιδρά σε κάθε μεγάλο ενεργειακό έργο που την παρακάμπτει, καθώς η στρατηγική επιδίωξη του Ταγίπ Ερντογάν είναι η χώρα του να αποτελέσει τον βασικό, αν όχι και τον μοναδικό, κόμβο για τη μεταφορά ενέργειας προς την Ευρώπη, όπως είχε επιχειρήσει να κάνει με το φυσικό αέριο του Ισραήλ, προτού διαρρήξει εντελώς τις σχέσεις του μαζί του».
Πάντως, ως συμπέρασμα, η Αθήνα δεν μπόρεσε για άλλη μια φορά να υπερασπίσει τα δικαιώματα της χώρας και δείχνει φοβική απέναντι στην επιθετικότητα της Άγκυρας.
Για ορισμένους αναλυτές η Ελλάδα έδειξε να αποδέχεται στην πράξη το τουρκολιβυκό Μνημόνιο, να απεμπολεί την Συμφωνία με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση ΑΟΖ και -το κυριότερο- να συναινεί με την στάση της, και να αποδέχεται με την συμπεριφορά της, τον τουρκικό ισχυρισμό πως δεν υπάρχει ελληνική ΑΟΖ πέραν των 6 μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης των νησιών του Αιγαίου.
Αργά το απόγευμα της Πέμπτης το τουρκικό υπουργείο Άμυνας ευχαρίστησε, σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, την Ελλάδα και την Ιταλία για την αποχώρησή τους από την Κάσο και την Κάρπαθο και ισχυρίστηκε ότι οι έρευνες του πλοίου διεξήχθησαν με παραχώρηση της Τουρκίας και υπό την επίβλεψη τουρκικών πολεμικών πλοίων.
Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών διέψευσε τα περί παραχώρησης.