Οι ενέργειες του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ αποτελούν «τυπικό παράδειγμα διαφθοράς σε μεγάλη κλίμακα», τόνισε χθες Τρίτη στη Νέα Υόρκη ομοσπονδιακός εισαγγελέας στη δίκη του αιρετού, που πλησιάζει στην ώρα της ετυμηγορίας.
Για τον εισαγγελέα Πολ Μοντελεόνι, η υπόθεση είναι πολύ απλή: ο Μπομπ Μενέντεζ, 70 ετών, πουλούσε την επιρροή του έναντι μεγάλων ποσών σε ρευστό, χρυσού σε ράβδους, πολυτελούς καμπριολέ αυτοκινήτου Mercedes-Benz κ.ά.
Ο βετεράνος Δημοκρατικός πολιτικός, μέχρι πρότινος πρόεδρος της ισχυρής Επιτροπής Διεθνών Υποθέσεων, απορρίπτει συλλήβδην της κατηγορίες, όμως η καριέρα του, με διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών, μοιάζει να έχει πλέον ναυαγήσει οριστικά.
Οι δώδεκα ένορκοι, που επρόκειτο να αποσυρθούν για διαβουλεύσεις αφού ολοκληρωνόταν η αγόρευση του συνηγόρου υπεράσπισης του Δημοκρατικού γερουσιαστή, ενδέχεται να αποφασίσουν την επιβολή κάθειρξης έως και 20 ετών.
Αντιμέτωπος από τον Σεπτέμβριο μαζί με τη σύζυγό του Ναντίν Μενέντεζ και τρεις φερόμενους ως συνεργούς τους με ποινική δίωξη, ο Μενέντεζ άκουσε να τους απαγγέλλονται περίπου είκοσι κατηγορίες – ιδίως για διαφθορά, άσκηση αθέμιτης επιρροής έναντι ανταλλάγματος για λογαριασμό της Αιγύπτου και του Κατάρ, και δράση εν είδει πράκτορα ξένου κράτους.
Το ζευγάρι κατηγορείται στο πλαίσιο της υπόθεσης ότι έλαβε από το 2018 ως το 2022 δωροδοκίες αξίας «εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων» με αντάλλαγμα την άσκηση της επιρροής του για να «προστατευτούν και να πλουτίσουν» τρεις επιχειρηματίες στην πολιτεία Νιου Τζέρζι –όπου εκλέγεται ο γερουσιαστής– και για να υποστηριχθεί η αιγυπτιακή κυβέρνηση.
Οι Δημοκρατικοί και ανεξάρτητοι ενταγμένοι στην κοινοβουλευτική τους ομάδα έχουν οριακή πλειοψηφία στη Γερουσία (51-49), που ευελπιστούν να κρατήσουν στις εκλογές του Νοεμβρίου. Για τουλάχιστον 6 έδρες αναμένεται να δοθούν σκληρές μάχες.
Η πολιτεία Νιου Τζέρζι έχει να εκλέξει Ρεπουμπλικανό στη Γερουσία από το 1972.