Tο πρακτορείο Anadolu (το επίσημο όργανο προπαγάνδας της Τουρκίας) στις 17 Ιουνίου δημοσίευσε συνέντευξη του Μαρίνου Γιαννόπουλου, του διευθύνοντα συμβούλου του γραφείου επενδύσεων Enterprise Greece που εποπτεύεται (το τονίζουμε) από ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Το δημοσίευμα που υπογράφουν οι δημοσιογράφοι Handan Kazancı και Firdevs Yuksel έχει τίτλο: «Ο διευθύνων σύμβουλος της Enterprise Greece Γιαννόπουλος αξιολόγησε την ενεργειακή συνεργασία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
Στον υπότιτλο η εξής δήλωσή του: «Πιστεύω ότι είναι καιρός η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
Η εντύπωση που δίνεται από τη συνέντευξη του κ. Γιαννόπουλου είναι ότι η Ελλάδα έχει βγάλει τις ενεργειακές της υποδομές στο «σφυρί» και καλεί τους Τούρκους επιχειρηματίες να επενδύσουν σε έναν από τους πιο ευαίσθητους επιχειρηματικούς τομείς όταν πρόκειται για μια γειτονική χώρα που απειλεί την εθνική μας ακεραιότητα, μεταξύ άλλων και με το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Ολόκληρη η συνέντευξη είναι στην κυριολεξία ένας νεοραγιάδικος «μπαχτσές», με δύο σημεία τα οποία πρέπει να προσέξουμε ιδιαιτέρως.
Το ένα είναι η δήλωσή του «Πιστεύω ότι ήρθε η ώρα η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο», και το άλλο η εξής αναφορά: «Η βελτίωση των υφιστάμενων διεθνών συνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας θα συμβάλει στην ανάπτυξη χερσαίων και υπεράκτιων αιολικών πάρκων».
Αν την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές δεν έχουν διώξει πυξ λαξ τον εν λόγω κύριο από τη θέση του, αυτό θα σημαίνει ότι ο ενεργειακός τομέας της Ελλάδας και το Αιγαίο έχουν βγει στο «σφυρί».
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ο Γιαννόπουλος απάντησε σε ερωτήσεις του ανταποκριτή του Anadolu για πιθανή ενεργειακή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα.
Δηλώνοντας ότι η Ελλάδα προσφέρει επενδυτικές ευκαιρίες σε τουρκικές εταιρείες σε πολλούς υποτομείς της ενέργειας, είπε: «Η αφθονία του δυναμικού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ελλάδα και τα μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής που βρίσκονται σε εξέλιξη δείχνουν ότι η χώρα είναι έτοιμη να είναι βασικός παίκτης στη δημιουργία του ενεργειακού μίγματος της ΕΕ, και ότι όλες οι ενεργειακές υποδομές θα προσφέρον σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες».
Σημείωσε ακόμα ότι υπάρχουν επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα για νέες υποδομές, ιδιαιτέρως στη μεταφορά φυσικού αερίου μέσω τερματικών, αγωγών και διασυνδέσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Εφιστώντας την προσοχή σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε σταθμούς ηλιακής ενέργειας και ηλιακής-θερμικής ενέργειας, βιομάζας, μικρών υδροηλεκτρικών και γεωθερμικών τεχνολογιών, καθώς και στην ανάπτυξη τεχνολογιών όπως το πράσινο υδρογόνο και η δέσμευση άνθρακα, ο Γιαννόπουλος ανέφερε ότι έργα αποθήκευσης ενέργειας, ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης ενέργειας, η ηλεκτρική σύνδεση των νησιών με το δίκτυο και η αειφόρος ενέργεια, η βελτίωση και ανάπτυξη διασυνοριακών διασυνδέσεων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και έργα υποδομής ηλεκτροκίνησης, όλα αυτά αποτελούν πιθανές επενδυτικές ευκαιρίες.
Τόνισε δε ότι η ελληνική κυβέρνηση, και κυρίως το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος, έχει εφαρμόσει πολλές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 4 χρόνια για τη στήριξη του ενεργειακού τομέα και τη διευκόλυνση του πράσινου μετασχηματισμού της χώρας στη συνεχιζόμενη παγκόσμια ενεργειακή κρίση, και ανέφερε ότι έχουν καθοριστεί ορισμένα κριτήρια για τη στήριξη των επενδυτών σε αυτόν τον τομέα.
Δηλώνοντας ότι οι τουρκικές εταιρείες μπορούν να επωφεληθούν από την αναπτυσσόμενη ελληνική αγορά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αξιοποιώντας αυτές τις ευκαιρίες, είπε: «Οι εταιρείες μπορούν να επενδύσουν απευθείας σε έργα ανανεώσιμων πηγών, όπως έργα ηλιακής, υδροηλεκτρικής και γεωθερμικής ενέργειας, και να δημιουργήσουν στρατηγικές συνεργασίες με τις ελληνικές εταιρείες, αυξάνοντας τις δυνατότητές τους στην πρόσβαση σε κεφάλαια, τεχνολογία, τεχνογνωσία, τεχνικές γνώσεις, αλλά και στην υλοποίηση προγραμμάτων».
Ο Γιαννόπουλος δήλωσε ακόμα ότι οι τουρκικές εταιρείες μπορούν να επωφεληθούν από κίνητρα και μεταρρυθμίσεις, όπως η διαδικασία του διαγωνισμού, τα τιμολόγια, τα φορολογικά πλεονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα αδειών, καθώς και από προγράμματα στήριξης εργατικού δυναμικού που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και πρόσθεσε ότι μπορούν να αναπτύξουν τις εξαγωγές εξοπλισμού και υπηρεσιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μαζί με τους Έλληνες ομολόγους τους.
Αναφερόμενος στη θετική ατζέντα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, δήλωσε: «Λαμβάνοντας υπόψη τους ιστορικούς, πολιτιστικούς και εμπορικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών μας, καθώς και τη συνεργασία που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο της θετικής ατζέντας, πιστεύω ότι ήρθε η ώρα η Ελλάδα και η Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα προς την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
Στο πλαίσιο αυτό απαρίθμησε τα βήματα που είναι απαραίτητο να γίνουν για να δημιουργηθεί αυτό το «ευνοϊκό περιβάλλον», ως εξής:
«Ο διάλογος για την ενέργεια πρέπει να αυξηθεί και να αναπτυχθεί προκειμένου να δημιουργηθούν επιτυχημένες κοινοπραξίες. Θα πρέπει να οργανωθούν διμερή επιχειρηματικά και ενεργειακά φόρουμ για την προώθηση της ενεργειακής συνεργασίας. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν κοινές επενδύσεις για την ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών και τεχνολογιών. Ο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας να ωφεληθεί από τα πλεονεκτήματα και των δύο τομέων στην προώθηση ενεργειακών έργων. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι εταιρικές σχέσεις και οι δύο κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να ευθυγραμμίζουν το ρυθμιστικό και νομικό τους πλαίσιο για να υποστηρίζουν αποτελεσματικά τα διασυνοριακά έργα».
Εφιστώντας την προσοχή στη σημασία της ενεργειακής συνεργασίας που θα αναπτυχθεί μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας, ανέφερε: «Η Enterprise Greece υποστηρίζει ενεργά και συμμετέχει στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησής μας που προωθούν μια θετική ατζέντα σε διμερές επίπεδο. Θα χαρούμε να συμμετάσχουμε μελλοντικά σε οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες που θα προωθήσουν την ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας-Τουρκίας»
Ο Γιαννόπουλος δήλωσε ότι η συνάντηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα τον Μάιο ήταν η τέταρτη συνάντηση των δύο ηγετών τους τελευταίους 10 μήνες, και είπε: «Η θετική ατζέντα μεταξύ των γειτονικών μας χωρών και η δέσμευση να διπλασιαστούν οι διμερείς οικονομικές σχέσεις τα επόμενα 5 χρόνια επιβεβαιώθηκαν. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι η ενέργεια αποτελεί έναν από τους βασικούς επιχειρηματικούς τομείς για τη συνεργασία και την ανάπτυξη κοινών έργων και στις δύο χώρες».
Υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα και η Τουρκία είναι αποφασισμένες να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, τόνισε τη σημασία της δημιουργίας στενότερων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, ιδιαιτέρως στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Δήλωσε ακόμα ότι η βελτίωση των υφιστάμενων διεθνών συνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας θα συμβάλει στην ανάπτυξη χερσαίων και υπεράκτιων αιολικών πάρκων, καθώς και άλλων τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και συνέχισε:
«Η διεύρυνση του δικτύου φυσικού αερίου στην Ελλάδα και η δημιουργία σημαντικών πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης LNG σε διάφορα μέρη της χώρας, είναι ένας άλλος τομέας στον οποίο μπορεί να επιτευχθεί στενότερη συνεργασία».
Αναφορικά με το Τουρκοελληνικό Ενεργειακό Φόρουμ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο στην Κωνσταντινούπολη, ο Γιαννόπουλος είπε: «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν πολύ καλές προοπτικές και ευκαιρίες για περαιτέρω συνεργασία στον ενεργειακό τομέα μεταξύ των χωρών μας στο μέλλον. Στο Φόρουμ είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε αναλυτικότερα τις εξελίξεις και τις προσδοκίες της Ελλάδας στον τομέα της ενέργειας».