Από το Κοσούκιοϊ στην παραλία της Πάφρας, βρέθηκε στην Αθήνα και από εκεί στο Δύσβατο Καβάλας όπου άφησε την τελευταία του πνοή. Το μακρινό ταξίδι που επιφύλαξε η ζωή για τον Κιρκάσιο μεγαλοκτηματία Χαμπίλ Μπέη σίγουρα δεν ήταν στα σχέδιά του. Ούτε και θα το είχε ποτέ φανταστεί.
Όμως η φιλική του σχέση με τον οπλαρχηγό Ιπποκράτη Δεδέογλου (Ιππόκ Αγά), οι επαφές που είχε αναπτύξει με τους Έλληνες της περιοχής και ο φόβος για το «τι θα πει ο Θεός», δεν του επέτρεψαν να ακούσει την εντολή των τουρκικών Αρχών και να κάνει κακό στους χριστιανούς, στον ίδιο του τον τόπο. Αντίθετα με δικά του έξοδα φυγάδευσε κόσμο στην Ελλάδα και στη συνέχεια εγκατέλειψε την περιουσία του για να σώσει τη ζωή του αλλά και τη ζωή των μελών της οικογένειάς του.
Αρχικά πήγε στην Τραπεζούντα, μετά στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί, μαζί με δύο ανίψια του, ταξίδεψε στην Αθήνα. Όμως αρρώστησε από φυματίωση και αποφάσισε να αλλάξει περιβάλλον. Κάπως έτσι βρέθηκε στο Δύσβατο Καβάλας όπου πέθανε το 1926. Οι Παφραλήδες που ζούσαν εκεί τον έθαψαν στο χριστιανικό νεκροταφείο αναγνωρίζοντάς του πως υπήρξε ο σωτήρας τους.
Το μνήμα συντηρείται ακόμα από τους ντόπιους που δεν παραλείπουν να τον μνημονεύουν την ώρα που πολλοί συμπατριώτες του τον αποκαλούν «συνεργάτη των Ελλήνων».
Για τον Χαμπίλ Μπέη έγραψε και ο Πόντιος συγγραφέας Γεώργιος Ανδρεάδης στο βιβλίο του Μαγκάλι μνήμης – Ιστορίες ξεχασμένες κι απ’ τον Θεό ακόμα (εκδ. Γόρδιος)
≈
Ο Χαμπίλ Μπέης
Στο αποκορύφωμα της εθνοκάθαρσης, οι τσέτες ερήμωσαν τις επαρχίες, ειδικά του Δυτικού Πόντου, δολοφονώντας, καίγοντας και απαγχονίζοντας, αθώους χωρικούς, βιάζοντας γυναίκες και σκοτώνοντας, δι’ εκσφενδονισμού στους τοίχους των εκκλησιών, νεογέννητα μωρά και μικρά παιδιά. Στόχος η μείωση του αριθμού των Χριστιανών, μέχρι τελικού αφανισμού τους. Η Τουρκία στους Τούρκους.
Οι συμμορίες των τσετών, προδιέγραφαν κάθε υποψήφιο, για αφανισμό χριστιανικό χωριό και με κάθε μυστικότητα, γινόταν ο αιφνιδιασμός και η επίθεση του αφανισμού. Μετά την φθορά των Χριστιανών, σειρά είχαν τα σπίτια και οι εκκλησιές τους, αφού προηγουμένως τέλειωναν οι λεηλασίες.
Όποιος ευσεβής φιλάνθρωπος Τούρκος, δεν ήταν σύμφωνος, με όσα συνέβαιναν και έκαμε το λάθος να το διαλαλήσει, εύρισκε τον μπελά του ακόμη και τον θάνατό του, σαν φίλος των γκιαούρηδων.
Σε χωριό της Σαμψούντας, ήρθε η σειρά καταστροφής, από τους τσέτες, ενός χριστιανικού χωριού. Η οργάνωση της επίθεσης, καταστρώθηκε σε διπλανό τουρκικό χωριό, με κάθε μυστικότητα, για να υπάρξει αιφνιδιασμός, ώστε να μην ξεφύγει κανείς. Και πολλοί Τούρκοι χωρικοί παρασύρθηκαν, να συμμετάσχουν στο μακελειό, από εθνικιστική έπαρση, αλλά κυρίως, για την αρπαγή των περιουσιών με το γνωστό πλιάτσικο.
Ένας όμως δεν συμφωνούσε, αλλά ούτε και τόλμησε να το δηλώσει, γνωρίζοντας την τύχη, που θα τον περίμενε. Ήταν ο Χαμπίλ Μπέης. Ένας ανθρωπιστής, ενήλικας, που από την ώρα που γεννήθηκε και μεγάλωνε στην περιοχή εκείνη, γνώριζε μόνο τις αγαθές σχέσεις του με τους Χριστιανούς, τους οποίους εκτιμούσε και είχε φίλους. Το βράδυ της συνωμοτικής διοργάνωσης ο Χαμπίλ Μπέης δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Είδε και γνώρισε τι έπαθαν άλλα γειτονικά χριστιανικά χωριά, αλλά τώρα πρόκειται για ένα χωριό, όπου έχει εγκάρδιους φίλους. Ο σχεδιασμός της επίθεσης ήταν για την επομένη το βράδυ.
Ο Χαμπίλ Μπέης πήρε την απόφαση. Δεν μπορούσε ούτε καν να σκεφτεί, να σιωπήσει, κοινώς να κάμει το κορόιδο. Τι απολογία θα έδινε ενώπιον του Θεού; Ο Χαμπίλ Μπέης ήταν θρήσκος μουσουλμάνος, αλλά το σημαντικότερο δεν άφησε τον εαυτό του, να παρασυρθεί, στην δίνη του φανατισμού και του άκρατου εθνικισμού. Η Τουρκία στους Τούρκους, μέσα από δολοφονίες, δεν τον συγκινούσε. Δεν τον εύρισκε σύμφωνο. Στριφογύριζε στο κρεβάτι του και ύπνος δεν τον έπιανε.
Ήταν μεσάνυχτα, όταν ο Χαμπίλ Μπέης πετάχτηκε από το κρεβάτι του, κραυγάζοντας ένα ηχηρό ΟΧΙ.
Ντύθηκε και έφυγε, με κάθε προφύλαξη και προσοχή, για να πάει στο διπλανό χριστιανικό χωριό. Έτσι κι έγινε.
Ο Χαμπίλ Μπέης ενημέρωσε τους Χριστιανούς και όλοι μαζί πήραν ό,τι ήταν αναγκαίο και ανέβηκαν στα βουνά. Μαζί τους πήγε και Χαμπίλ Μπέης. Έζησε και ο Χαμπίλ Μπέης μαζί τους, δίπλα σε χριστιανούς αντάρτες και όταν άρχισε η ανταλλαγή των πληθυσμών, έφυγε και αυτός, μαζί τους και ήρθε στην Ελλάδα. Έζησε στο νέο μακεδονικό χωριό, που κατοίκησαν οι χριστιανοί φίλοι και συμπατριώτες του, στο χωριό Δύσβατο. Το 1926, ο Χαμπίλ Μπέης πέθανε.
Οι χριστιανοί συγχωριανοί του, στο Δύσβατο, τον έθαψαν στην μέση του δικού τους χριστιανικού νεκροταφείου. Έφεραν χότζα από την Ξάνθη, για την ιεροτελεστία της ταφής του.
Και ο τάφος του είναι μεγαλοπρεπής και τον φροντίζουν μέχρι και σήμερα. Είναι ο τάφος του σωτήρα τους.
Όποιος από τους ρομαντικούς μας επιθυμεί, μπορεί ακόμη και σήμερα, να πάει εκεί και να δει με τα μάτια του, τον τάφο αυτό. Θα στρίψει αριστερά, από την διασταύρωση της Χρυσούπολης και θα ακολουθήσει την ανηφόρα. Τα χωριά όλα της διαδρομής, σήμερα είναι έρημα. Το υψόμετρο ανεβαίνει και κάποτε θα φτάσει στο βορειοανατολικό τμήμα του υψιπέδου, όπου θα ανταμώσει με δυο ερειπωμένους μαχαλάδες. Είναι το Νέτερλι και το Δύσβατο. Η διαδρομή είναι ωραία, αλλά και άκρως συγκινητική. Εκεί θα συναντήσετε τον Χαμπίλ Μπέη, στον ωραίο μουσουλμανικό τάφο, που του έφτιαξαν οι χριστιανοί, τους οποίους έσωσε, από τον όλεθρο και την δίνη του φανατισμού.
Γεώργιος Ανδρεάδης