Έσυρα κ’ εσάχπωσα απάν’ ατ’ έναν ωβόν.
Αυτή είναι η πρώτη φράση που δίνει ως παράδειγμα ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο λήμμα σαχπώνω, για να …εικονογραφήσει την ερμηνεία «Ρίπτω κατά τινος ή κατά γης πράγμα τι μαλακόν ή ημίρρευστον, ώστε να προσκολληθή» – εξού και η δεύτερη σημασία του ρήματος: «πασαλείφω».
Αν μη τι άλλο πολύ γλαφυρή η επεξήγηση, η οποία ακολουθείται από άλλο, λιγότερο …ρευστό παράδειγμα: Εσάχπωσα το λιθάρ’ ‘ς σο κιφάλ’ν ατ’.
Εξίσου βίαιες είναι και οι άλλες δύο ερμηνείες του ρήματος: «Καταρρίπτω τινά κατά γης και οιονεί τον κολλώ εις αυτήν»:
Εντώκα κ’ εσάχπωσα ‘τον απάν’ ‘ς σα χώματα,
και «Καταφέρω κατά τινος κόλαφον, ραπίζω», κοινώς: χαστουκίζω.