Η Γεωργία Νταγάκη είναι μια καλλιτέχνις που κρατώντας στα χέρια της την κρητική λύρα, δεν διστάζει να πειραματίζεται και να δημιουργεί καινούργιους δρόμους στο καλλιτεχνικό στερέωμα, κάνοντας δυνατές συνεργασίες με μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου μουσικού γίγνεσθαι.
Η Κρητικιά λυράρισσα, μουσικός και ερμηνεύτρια μίλησε στο pontosnews.gr για τις ρίζες της αλλά και την αγάπη της για την ποντιακή μουσική, τους χορούς και την ποντιακή κουζίνα!
Ας την απολαύσουμε!
Από πού έλκετε την καταγωγή σας;
Και οι δυο γονείς μου κατάγονται από την Κρήτη, συγκεκριμένα από το Ρέθυμνο. Αφότου παντρεύτηκαν πήραν την απόφαση να εγκατασταθούν μόνιμα στην Αθήνα, λόγω του ότι ο πατέρας μου ταξίδευε συχνά. Μετά από αρκετά χρόνια επέστρεψαν στο νησί και ζουν μόνιμα πλέον στην Κρήτη. Η οικογένεια της μητέρας μου όπως και κάθε οικογένεια της Κρήτης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα ήθη, έθιμα και τις παραδόσεις του τόπου μας.
Η μουσική και οι χοροί δεν έλειπαν ποτέ από την καθημερινότητα και ιδίως από τις γιορτές όπου εγώ και όλη η οικογένεια βιώναμε κατεβαίνοντας συχνά στο νησί.
Κάθε σπίτι της Κρήτης κρύβει έναν καλό χορευτή, έναν οργανοπαίχτη, έναν άνθρωπο που αγαπά να γράφει μαντινάδες ή να τραγουδά. Είναι λοιπόν πολύ έντονο αν θέλετε το στοιχείο της μουσικής και «δύσκολα» ξεφεύγει κανείς από αυτό, ακόμα από πολύ μικρή ηλικία όπως εγώ! Δεν υπήρξε ωστόσο κάποιος στο πολύ κοντινό συγγενικό η φιλικό περιβάλλον που να ασχολείτο επαγγελματικά με τη μουσική, αλλά η οικογένεια μας έχει συγγένεια και ρίζες με δυο σπουδαίους Κρήτες καλλιτέχνες, τον Θανάση Σκορδαλό και τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη.
Πότε και πώς άρχισε η σχέση σας με την κρητική λύρα; Πώς την επιλέξατε ως όργανο;
Ξεκίνησα τα μαθήματα κρητικής λύρας σε ηλικία έντεκα-δώδεκα χρονών προς το τέλος το δημοτικού σχολείου. Είχα ήδη αρχίσει όμως τις σπουδές του πιάνου μιας που η λύρα ήταν ένα δύσκολο όργανο όπως τότε έλεγαν στη μητέρα μου για να το ξεκινήσω νωρίτερα. Έχω πει πολλές φορές ότι στα αυτιά μου ο ήχος της ήταν και παραμένει μοναδικός. Από μικρό παιδί συγκινούμουν ακούγοντας κρητικά τραγούδια που μιλούν για τον έρωτα, τον θάνατο, την ελευθερία, τη δύναμη, την ξενιτειά. Ήταν κάτι βαθύ και μια ένωση τόσο φυσική που δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια, παρά μόνο παίζοντας. Σίγουρα τα βιώματα και τα ακούσματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στις επιλογές μας αλλά πιστεύω πως από παιδί έψαχνα έναν τρόπο έκφρασης λίγο διαφορετικό και «δικό» μου, για να μπορέσω να πιαστώ και να εκφράσω όλα αυτά που δεν μπορούσα μόνο με λόγια.
Είστε μουσικός, καθηγήτρια στο Εθνικό Ωδείο στην Αθήνα. Η παραδοσιακή μουσική μπορεί να υπακούσει και να τιθασευτεί από τους κανόνες της κλασικής μουσικής παιδείας; Είναι άναρχη ή έχει τους δικούς της κανόνες;
Θεωρώ πως η παραδοσιακή όπως και η κλασική μουσική, μιας και αναφέρετε αυτά τα δύο είδη, έχει η καθεμιά τις δικές της βάσεις και τη δική της μεθοδολογία μάθησης. Ίσως η πιο σημαντική διαφορά τους είναι πως στην παραδοσιακή μουσική στηρίζεται σίγουρα κανείς πολύ περισσότερο σε ένα καλό αυτί, και σε μια «αναρχία» όπως λέτε, που σημαίνει δηλαδή περισσότερη ελευθερία με έναν τρόπο. Στην κλασική μουσική χρειάζεσαι πειθαρχία και αυτοέλεγχο. Είναι σίγουρα δυο διαφορετικές αφετηρίες που εάν στην πορεία το διαχειριστεί κανείς έξυπνα και κρατήσει τα θετικά τους στοιχεία, τον βοηθούν να φτιάξει έναν πολύ μεστό και γερό κορμό για τη συνέχεια.
Πόντιοι και Κρήτες έχουμε πολλά κοινά και αυτό εκφράζεται και μέσα από την μουσική μας –έχουμε και οι μεν και οι δε πρωταγωνίστρια τη λύρα– αλλά και από τους χορούς μας. Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκε ένα φαινόμενο (σημείο των καιρών) που έχει να κάνει με την «κακοποίηση» της παραδοσιακής μουσικής και των δυο παραδόσεων με τα λεγόμενα «νεοποντιακά» και «νεοκρητικά». Τι έχετε να πείτε σχετικά με αυτό;
Προσωπικά αγαπώ την ποντιακή μουσική, τους χορούς της, αλλά και το υπέροχο φαγητό σας! Τα κοινά στοιχεία δεν είναι στον ήχο ούτε στα όργανα, μιας και οι διαφοροποιήσεις είναι αρκετές. Το αίσθημα όμως των δυο αυτών παραδόσεων είναι κοινό και σε αισθητική και στο πάθος. Και αυτό είναι τόσο μα τόσο έντονο. Τα συναισθήματα που νιώθουμε, που μας μεταφέρουν αυτές οι δυο παραδόσεις είναι έντονα και κοινά. Γι΄ αυτό και ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που ακούν ποντιακά ή κατάγονται από τον Πόντο αγαπούν τόσο βαθιά την κρητική λύρα και παράδοση, και αντίστοιχα. Το επαναστατικό αίσθημα θεωρώ πως είναι ο κοινός παρανομαστής της Κρήτης και του Πόντου. Τώρα όσον αφορά τις νέες αυτές τάσεις…
Η αλήθεια είναι πως δεν μου ταίριαξε ποτέ αυτή η λαϊκή-σκυλάδικη αισθητική με την παράδοση είτε της Κρήτης είτε του Πόντου.
Ίσως υιοθετήθηκε από ανάγκη, μιας και το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων αρέσκεται σε τέτοια ακούσματα. Παίζουμε ό,τι ακούμε, που λέμε; Στα δικά μου αυτιά η ψυχεδέλεια της κρητικής λύρας ας πούμε ταιριάζει με τον ήχο της techno, και αυτό παρουσιάζω στην τελευταία μου δισκογραφική εργασία που πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε με τον τίτλο Short Distance.
Τώρα θα μου πείτε: ηλεκτρονικοί ήχοι και Κρήτη; Ναι! Έψαχνα καιρό μια νέα διάσταση που θα φέρει την κρητική λύρα κοντά στους δυτικούς τρόπους και ήχους, στην ηλεκτρονική μουσική, στο beat, χωρίς να χάνει τον δικό της τόσο έντονο, δυναμικό και αναλλοίωτο χαρακτήρα. Για εμένα είναι μικρότερη αυτή η απόσταση από τα τσιφτετέλια και τα τουμπελέκια και τις χιουμοριστικές μαντινάδες σε σκοπούς συρτού και πεντοζαλιού. Αυτή είναι η δική μου θέση και αισθητική και την καταθέτω γιατί με αντιπροσωπεύει, ανεξάρτητα αν είναι εμπορική η όχι.
Ζούμε σε μια χώρα με πλούσια μουσική παράδοση. Το συγκλονιστικό ηπειρώτικο κλαρίνο, το ρουμελιώτικο και το μοραΐτικο κλαρίνο, η γκάιντα της Θράκης, τα εύθυμα χάλκινα της Μακεδονίας, η περήφανη λύρα της Κρήτης αλλά και η άλλο τόσο περήφανη και παραπονιάρα συγχρόνως δική μας λύρα που την έφεραν οι πρόσφυγες παππούδες μας από τον Πόντο, είναι μερικά όργανα που συνθέτουν αυτό το γαλανόλευκο ψηφιδωτό. Τι κατά την γνώμη σας καθόρισε αυτήν την μουσική κάθε γωνιάς της Ελλάδας; Υπάρχουν κοινά στοιχεία, παράλληλοι μουσικοί δρόμοι ανάμεσα στις μουσικές των εθνοτοπικών μας κοινοτήτων;
Η κάθε μουσική παράδοση είναι άμεσα συνυφασμένη με τον τόπο στον οποίο γεννάται. H φύση, το περιβάλλον, οι επιρροές, οι προσμίξεις μέσα στα χρόνια έχουν δημιουργήσει, διατηρήσει και επηρεάσει τον ίδιο αυτό τόπο. Αυτή η ποικιλομορφία της Ελλάδας και των τόσο σπουδαίων μουσικών και όχι μόνο παραδόσεων της είναι κάτι το μοναδικό. Κοινά στοιχεία φυσικά υπάρχουν γι αυτό και συγκινούμαστε με παραδόσεις που δεν έχουμε έρθει ίσως και ποτέ απαραιτήτως κοντά, είτε δεν έχουμε γεννηθεί με αυτά τα ακούσματα, κι όμως μας συγκινούν βαθιά. Κάτι μέσα μας σκιρτάει ακούγοντας αυτά τα τραγούδια και τις μουσικές.
Ζούμε σε μια τόσο πλούσια σε παραδόσεις χώρα και δυστυχώς η αισθητική μας φθίνει μέρα την μέρα σε κάτι εφήμερο, απλοϊκό και φτηνό.
Υπάρχουν όμως ευτυχώς υπέροχα παραδείγματα καλλιτεχνών όπως για παράδειγμα οι Villagers of Ioannina city που προσωπικά είναι ό,τι καλύτερο έχω δει και ακούσει τα τελευταία χρόνια. Και φυσικά δεν είναι τυχαίο που όλη η Ευρώπη τους αναγνωρίζει και κάνουν σπουδαία πράγματα στο εξωτερικό.
Είστε μια καλλιτέχνις που δεν διστάζετε να πειραματιστείτε. Έχετε συνεργαστεί με διάσημα ονόματα της διεθνούς σκηνής όπως ο Goran Brecovic και ο Eric Burdon. Έχετε συνδυάσει την κρητική λύρα με ροκ ήχους.
Ο τρόπος με τον οποίον αντιλαμβάνομαι και σε συνέχεια αποδίδω ηχητικά ό,τι κάνω μέσα στη μουσική μου, θεωρώ πως είναι ένας πολύ προσωπικός τρόπος. Και επιτρέψτε μου, αυτό οφείλει να είναι. Αρχικά γιατί εκφράζει εμένα, αυτό που είμαι, τις επιρροές και τα βιώματά μου, και φυσικά όλα αυτά είναι εκείνα που με οδήγησαν σε αυτόν.
Το βρίσκω ευλογία να αναζητά κανείς και να κατακτά ως ένα βαθμό την ταυτότητά του ηχητικά και να ακούει κάποιος τον τρόπο παιξίματος σου και να λέει π.χ αυτό είναι Νταγάκη! Αυτό για να συμβεί χρειάζεται πολύ ψάξιμο, τριβή, γνώσεις, μελέτη, και πάνω απ όλα ψυχή. Εγώ, όλα αυτά τα χρόνια έχω αντλήσει στοιχεία από πολλά είδη μουσικής, γιατί πολύ απλά τα αγαπώ και ανήκουν με έναν τρόπο στην αισθητική και φυσικά στην καθημερινότητα μου. Πώς θα ήταν λοιπόν δυνατόν να μην αντικατοπτρίζονται σε αυτή;
Μιλήστε μας για την καινούργια σας δουλειά.
Δύο δίσκοι, εκ των οποίων ο ένας κυκλοφόρησε ήδη, είναι ορχηστρικός, και το project ονομάζεται Short Distance. Για αυτόν σας ανάφερα ήδη ποια ακούσματα και πειραματισμούς πρεσβεύει. Και φυσικά ετοιμάζω αυτή την περίοδο τον επόμενο προσωπικό μου δίσκο με τίτλο Απέραντη ευτυχία, ο οποίος αποτελείται από οκτώ νέα ανέκδοτα τραγούδια και βασίζεται στην πορεία μου και σε αυτό που κάνω όλα αυτά τα χρόνια πάνω στη σκηνή. Αυτός θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο του 2024. Η περιοδεία μας συνεχίζεται και για όλο το Μάιο σε διάφορους σταθμούς της Ελλάδας με μια μικρή παύση τον Ιούνιο πριν από τις καλοκαιρινές μας συναυλίες!
Αλεξία Ιωαννίδου