Στον σχεδόν έναν αιώνα της ζωής της, η Άννα Θεοφυλάκτου διέσωσε ανεκτίμητες μνήμες, κειμήλια και αξίες του ποντιακού ελληνισμού. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα χειρουργός οφθαλμίατρος στην Ελλάδα, και η ψυχή της Μέριμνας Ποντίων Κυριών Θεσσαλονίκης.
Το επώνυμο που έφερε ήταν αδιαμφισβήτητα βαρύ.
Ο πατέρας της, ο γιατρός Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου, ήταν αγωνιστής του Εθνικού Συμβουλίου του Πόντου, εμπνευστής της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, πρωτεργάτης της ίδρυσης της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης, πολιτικός, πνευματικός ταγός και τόσα άλλα…
Από το 1922 είχε εγκατασταθεί με την ξεριζωμένη οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη, και εκεί, δύο χρόνια αργότερα, ήρθε στον κόσμο η Άννα. Μεγαλωμένη μέσα στην οφθαλμολογική κλινική που διατηρούσε εκείνος, ακολούθησε τα βήματά του. Όταν αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή της Θεσσαλονίκης υπήρχε μόνο μία γυναίκα οφθαλμίατρος, στην Αθήνα. Η Άννα Θεοφυλάκτου, όμως, έμελλε να γίνει η πρώτη γυναίκα χειρουργός οφθαλμίατρος στην Ελλάδα.
Την ιστορία των φοιτητικών της χρόνων και αργότερα της επαγγελματικής της ζωής –με τις δυσκολίες της Κατοχής, αλλά και τη δυσπιστία που αντιμετώπιζε λόγω του φύλου της– την διηγούνταν συχνά στις συνεντεύξεις της.
«Εμείς μπήκαμε στην Ιατρική σαν αλεξιπτωτιστές. Δεν δώσαμε εξετάσεις γιατί μπήκαμε μέσα στον πόλεμο και στην Κατοχή. Το πρώτο μάθημα έγινε την 1η Απριλίου του 1943, στο Πειραματικό Σχολείο, από τον καθηγητή της ανατομίας, τον Νικόλαο Μιχαλακέα», είχε πει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, διευκρινίζοντας πως όλοι οι φοιτητές του πρώτου έτους λειτουργίας της Ιατρικής Σχολής Θεσσαλονίκης ήταν εκ μετεγγραφής, αφού οι εγγραφές έπρεπε να γίνουν τον Οκτώβριο, ενώ τα μαθήματα άρχισαν τον Απρίλιο.
«Ήμασταν πολλοί μαθητές για εκείνη την εποχή. Ήμασταν στο πρώτο έτος 400 άτομα. Γεγονός για την εποχή. Γυναίκες πρέπει να ήμασταν καμιά τριανταριά. […] Ήμασταν αντιμέτωποι με τον ιατρικό κόσμο της Θεσσαλονίκης, εμείς που αγωνιζόμασταν να μείνει η Σχολή. Είχαμε το μεγάλο κακό ότι δεν είχαμε υπόβαθρο. Και κάναμε μόνοι μας πολλές προσωπικές δουλειές […]».
Το μόνο που υπήρχε σε αφθονία τους χαλεπούς εκείνους καιρούς ήταν τα πτώματα, διότι, όπως έλεγε, πολλοί αναγκάζονταν να αφήσουν τους νεκρούς τους στο δρόμο για να μη χάσουν το δελτίο τροφίμων, «κι έτσι, κάθε πρωί, ο κάδος της δημαρχίας τα μάζευε, περνούσε μετά από εμάς κι άφηνε τα καλύτερα».
Από εκείνα τα δύσκολα φοιτητικά χρόνια όμως άρχισε να ασχολείται και με τα κοινά: Εργάστηκε σε πολλά γυναικεία σωματεία, όπως ο «Σύλλογος Επιστημόνων Γυναικών», ο «Σύνδεσμος Επαγγελματιών και Επιχειρηματιών Γυναικών» και άλλα, και αγωνίστηκε για την ισότητα των δύο φύλων: Δικαίωμα ψήφου, ίση εργασία, ίση αμοιβή κτλ.
Ο πόλεμος τέλειωσε, τα μεταπολεμικά προβλήματα ξεπεράστηκαν, και όσοι από τους φοιτητές εκείνης της περιόδου τα κατάφεραν, πήραν το πτυχίο της Ιατρικής. Η Άννα Θεοφυλάκτου αποφοίτησε το 1952 –παντρεμένη και ήδη μητέρα δύο παιδιών–, και άρχισε να εξασκεί την Ιατρική το 1956.
Παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους πελάτες της την γνώριζαν χρόνια –καθώς από παιδί ακόμη τριγύριζε στην κλινική του πατέρα της και είτε βοηθούσε στην αποστείρωση των εργαλείων, είτε ανεβασμένη στο σκαμνί παρατηρούσε με ευλάβεια κάποια εγχείριση καταρράκτη–, την προσέγγιζαν αρχικά με δυσπιστία, λόγω φύλου. «Παρόλο που ζούσα μέσα στην κλινική του πατέρα μου και όλη η κλινική με γνώριζε, με ρωτούσαν: καλά, εσύ θα μας χειρουργήσεις;».
Όσο ανεξίτηλο ήταν όμως το σημάδι του ιατρείου στο οποίο μεγάλωσε, άλλο τόσο –αν όχι περισσότερο– ήταν και το σημάδι της «Μέριμνας Ποντίων Κυριών» Θεσσαλονίκης.
Η πρώτη ΜΠΚ είχε ιδρυθεί στην Τραπεζούντα το 1904, με την πρωτοβουλία της Βασώς Ασλανίδου και την ενεργό δράση και καθοδήγηση του μητροπολίτη Τραπεζούντας Κωνστάντιου B’. Σκοπός της Αδελφότητας ήταν «η διά παροχής εργασίας υλική υποστήριξις των δεομένων προστασίας και αρωγής Ελληνίδων». Στο Εργαστήριο Κοπτικής-Ραπτικής και Εργοχείρων-Κεντημάτων εργάστηκαν εκατοντάδες κοπέλες, και μαζί με την εκμάθηση της τέχνης διδάσκονταν τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και την ελληνική ιστορία.
Το μοιραίο 1922 η λειτουργία του σωματείου διακόπηκε αναγκαστικά, αλλά όχι για πολύ. Μόλις έναν χρόνο αργότερα, η Θάλεια Σαουλίδου και το ζεύγος Θεοφύλακτος και Ιφιγένεια Θεοφυλάκτου (οι γονείς της Άννας) πρωτοστατούν στην επανίδρυσή του στη Θεσσαλονίκη. Το Εργαστήριο Κοπτικής-Ραπτικής και Εργοχείρων-Κεντημάτων λειτουργεί εκ νέου, αυτήν τη φορά όμως ο ρόλος του είναι πιο βαρύς: εκεί προσφέρεται εργασία σε κοπέλες που αντιμετωπίζουν θέμα επιβίωσης μετά τον ξεριζωμό και την καταστροφή.
Η Άννα Θεοφυλάκτου συνεχίζει το έργο των γονέων της και πάλι. Ενεργό μέλος από το 1950 και αργότερα πρόεδρος της Μέριμνας (από το 1974 έως το 1983), συμμετείχε σε όλες τις δραστηριότητες με αποκορύφωμα την επίσκεψη στην Κύπρο, το 1974. Όπως έλεγε, «Συνειδητοποίησα τι εστί προσφυγιά όταν πήγα στην Κύπρο, διότι είδα την Mercedes και την άδεια σκηνή – είδα τη διαφορά από τη μια μέρα στην άλλη».
Επί προεδρίας της ιδρύθηκε ο παιδικός σταθμός «Αργώ», και το 1978 ο Άγιος Ευγένιος, ο πολιούχος της Τραπεζούντας (με παρέμβαση της Μέριμνας) καθιερώθηκε ως πολιούχος της Καλαμαριάς.
Παράλληλα διέσωζε, συντηρούσε και εμπλούτιζε το φωτογραφικό αρχείο της, το οποίο αριθμούσε πάνω από 2.000 φωτογραφίες με θέμα τον Πόντο, από το 1880 και εξής (στα πάτρια εδάφη είχε ταξιδέψει 21 φορές έως το 2009). Από το 2000 είχε δωρίσει το μεγαλύτερο μέρος του φωτογραφικού αρχείου της στο Δήμο Θεσσαλονίκης, το οποίο βρίσκεται στο Κέντρο Ιστορίας του Δήμου (Μέγαρο Μπίλλη, οδός Ιπποδρομίου).
Το 2014, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο pontosnews.gr, είχε μιλήσει για την έκπληξη που της είχαν κάνει τα τρία παιδιά και τα οκτώ εγγόνια της για τα στα ενενηκοστά της γενέθλια. Χωρίς να το γνωρίζει, συγκεντρώθηκαν όλοι –κάποιοι από διάφορα σημεία της Ευρώπης– και της διοργάνωσαν μια γιορτή.
«Έζησα τη ζωή μου, και τις υποχρεώσεις μου τις έχω εκπληρώσει. Αυτό που θέλω τώρα, είναι να πεθάνω όρθια», απάντησε όταν της ευχηθήκαμε να ζήσει ανάλογες στιγμές και στα εκατοστά της γενέθλια, και παραλίγο η ευχή να βγει αληθινή.
Η Άννα Θεοφυλάκτου –η έως τις 15/6/2023 ζωντανή ιστορία των Ποντίων στη Θεσσαλονίκη–, άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία 99 ετών. Το όνομά της, η ιστορία και η δράση της, όμως, θα μείνουν για πάντα ζωντανά.