Απ’ όσα διάβασα τις προηγούμενες ημέρες το πιο ανησυχητικό ήταν η κατάληξη του άρθρου του καθηγητή Κωνσταντίνου Φίλη στην Καθημερινή, ότι Ρώσοι του διεμήνυσαν πως «η ασυλία σας τελείωσε».
Χωρίς να γίνεται αντιληπτό, η Ελλάδα πράγματι απολάμβανε μιας ασυλίας λόγω του ονόματος και της ιστορίας της – διαφορετικά προσλαμβάνεται στον κόσμο της Ανατολής και της Δύσης από οποιοδήποτε άλλο κράτος. Ενεργοποιεί θετικά αντανακλαστικά ακόμη και στα δύσκολα Βαλκάνια.
Αυτή την ιδιαιτερότητα δεν γνωρίζω αν την συνέλαβε, αλλά σίγουρα δεν την εκτίμησε η Αθήνα. Η σύνθεση της κρίσιμης μάζας (οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής) που κυβερνά έχει αποκλίνει από τον ανθρωπιστικό και οικουμενικό χαρακτήρα του ελληνικού πολιτισμού, δεν έχει συναίσθηση και ούτε ενδιαφέρεται για την αναπαραγωγή της ελληνικής συνέχειας ως ιδέας, και επιδίδεται σε έναν επαρχιωτικό αμοραλισμό στενού ορίζοντα προσωπικών συμφερόντων.
Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει συναίσθηση ούτε της χώρας που κυβερνούν, ούτε του λαού της, ούτε της ιστορίας και της παράδοσής του. Ενδεχομένως μερικοί να θέλουν να απαλλαγούν και από αυτά τα βαρίδια.
Αυτή η συμπεριφορά –που μετουσιώνεται σε πράξη από τις διεθνείς πρωτοβουλίες του κ. Μητσοτάκη– στερεί τη χώρα από την ασπίδα διεθνούς ασυλίας που είχε – δεν αρκούσε για να διασφαλίσει την ακεραιότητά της, αλλά λειτουργούσε ως soft power. Το «τέρμα η ασυλία σας» αυτό διαμηνύει.
Η Ελλάδα, βεβαίως, είναι μια δυτική χώρα, ενταγμένη στους δυτικούς θεσμούς και τις υποχρεώσεις και δεσμεύσεις της στο πλαίσιο αυτής της συμμετοχής τις αντιλαμβάνονται οι πάντες. Εκείνο που δεν αντιλαμβάνονται είναι η πρωταγωνιστική επίδειξη αμοραλισμού που στο κάτω-κάτω δεν συνάδει με τον πολιτισμό της ελληνικής διαχρονίας.
Και εδώ είναι που ο κ. Μητσοτάκης υπερέβη τα εσκαμμένα με την εντολή να μην προσκληθούν Ρώσοι επίσημοι στις εκδηλώσεις για την 25η Μαρτίου. Όποια προσέγγιση και αν έχει κανείς στη συμβολή της Ρωσίας στην ελληνική ανεξαρτησία, υπήρξε μια περίοδος που η Επανάσταση και ο ελληνισμός βοηθήθηκαν γενικότερα.
Η αχαριστία δεν ήταν ποτέ ούτε πολιτισμικό ούτε πολιτικό δείγμα αυτής της κοινωνίας. Είναι άλλο να καταγγέλλεις –και καλά κάνεις– μια παράνομη διεθνή πράξη, ακόμη και μιας δύναμης όπως η Ρωσία, και άλλο η μη αναγνώριση μιας ευεργεσίας. Από τη Ρωσία η Ελλάδα δεν έχασε τίποτε. Από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και την Τουρκία απώλεσε το ⅓ της Κύπρου.
Ο κ. Μητσοτάκης και η ομάδα που κυβερνά μαζί του έχουν αλλοιώσει χαρακτηριστικά στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού σε σημείο επικίνδυνο.
Η τελευταία συζήτηση στη Βουλή αποκάλυψε ότι το κράτος που κατά αγοραίο προπαγανδιστικό τρόπο μας παρουσιάζουν ως «ισχυρή Ελλάδα» δεν μπορεί μετά από 203 χρόνια βίου να στείλει δύο τρένα που κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων πόλεων του χωρίς τον κίνδυνο να συγκρουστούν. Σε μια εποχή που οι τεχνολογικές δυνατότητες σχεδόν μηδενίζουν αυτόν τον κίνδυνο. Και απαιτούν, με την αλαζονεία που τους διακατέχει, να αποδεχθούμε αυτή την τραγική κατάσταση.
Η ίδια συζήτηση κατέδειξε επίσης την υπεροχή της οικονομίας έναντι της πολιτικής. Ένας οικονομικός παράγων εγκατέλειψε την υποστήριξη της κυβέρνησης και η κυβέρνηση έχασε τα αυγά και τα πασχάλια. Αλλά μάλλον εκείνο που την κλόνισε είναι η αίσθηση ότι ο λαός την εγκατέλειψε. Κουράστηκε από την επικοινωνιακή διαχείριση της καθημερινότητάς του. Να βιώνει μια δύσκολη κατάσταση και να του παρουσιάζουν πόσο ευτυχισμένος πρέπει να νοιώθει.
Η εποχή Μητσοτάκη βαίνει και αυτή προς το τέλος της.
Βαίνει προς το τέλος της αφότου εξασθένησε την ήπια ισχύ του ελληνικού ονόματος που, ειδικά στη Μέση Ανατολή, είναι βαθιά ριζωμένο και επηρεάζει θετικά τα συναισθήματα των λαών. Η απροκάλυπτη υποστήριξη και της Ουκρανίας και του Ισραήλ στη Γάζα δεν θα βοηθήσουν καμιά από τις δύο χώρες να κερδίσουν αυτό που επιδιώκουν. Θα μπορούσε να παρασχεθεί διακριτικά η υποστήριξη χωρίς να προκαλεί. Ο κ. Μητσοτάκης θέλησε να το κάνει ηχηρά για να στείλει σαφή μηνύματα της προσωπικής αφοσίωσής του, ως δεδομένου στα κέντρα που ήθελε να απευθυνθεί.
Τα έστειλε, έστω και σε βάρος της χώρας. Αλλά δεν θα τον βοηθήσουν σε προσωπικό επίπεδο, όπως επιδιώκει. Κανείς στην Ευρώπη δεν θα υποστηρίξει έναν κυβερνήτη που καταγγέλθηκε ότι επί διακυβέρνησής του υποχώρησαν το κράτος δικαίου και η ελευθεροτυπία.