Τόπο ειδυλλιακό για φτωχούς και πλούσιους, εξιδανικευμένο από μικρούς-μεγάλους αλλά και την ποντιακή μούσα, που καλλιέργησε τα πολιτισμικά γονίδια τα οποία κληρονόμησε και καταξιώθηκε ως γενέθλιος γη της ποντικής τραγωδίας, χαρακτήριζε την Κρώμνη η δημοσιογράφος και συγγραφέας Θωμαΐς Κιζιρίδου, το 2021, σε άρθρο της στο pontosnews.gr. Αυτή η μοναδικότητα της Κρώμνης έχει υμνηθεί στο πέρασμα του χρόνου πολλάκις. «Ε μαύρο Κρώμ’… Σα ρασίας π’ εγεννέθεν κι’ ετράνυνεν, σα χώματας όνταν θάφκεται, τον παράδεισον ντο ν’ εφτάει», έγραψε ο Φίλων Κτενίδης στο έργο του Καμπάνα του Πόντου, αποτυπώνοντας τη λατρεία των Κρωμναίων για τα χώματά τους.
Σ’ αυτά τα χώματα γεννήθηκαν επιστήμονες, έμποροι, άνθρωποι του πνεύματος αλλά κι ο Τοξάνγιαλαντς.
Για αυτόν τον ιδιαίτερο τύπο, έναν αγωγιάτη που δραστηριοποιούνταν σχεδόν σε όλη την Κρώμνη, έγραψε στην Ποντιακή Εστία ο Ευστάθιος Θ. Ακριτίδης.
≈
Η Κρώμνη δεν είχε αναδείξει μόνο πολλούς επιστήμονας, εμπόρους, τεχνίτας, επαγγελματίας και γενικώτερα πνευματικούς ανθρώπους. Εξ ίσου ίσως με όλους αυτούς, στην φήμη της συνέβαλε πολύ και ένας γνωστός αγωγιάτης που εφημίζετο για τα τερατώδη ψέματα που επινοούσε.
Δίκαια, λοιπόν, τον έλεγαν «Τοξάγιαλαν», που εσήμαινεν ότι από τα εκατόν λόγια του, τα 90 ήσαν ψέματα και τ’ άλλα πλησίαζαν κάπως στην αλήθεια.
Μια μέρα ένας Κρωμναίος πήγε σ’ ένα χωριό κοντά στην Αργυρούπολη, και στο καφενείο, μεταξύ άλλων κάποιος, αφού τον ρώτησε και βεβαιώθηκε ότι είναι Κρωμναίος, του λέει ότι στο χωριό τους έχουν έναν ψεύτη, που κανένας Κρωμναίος δεν μπορούσε να τον φθάση. Ο Κρωμναίος του μίλησε για τον δικόν τους τον Τοξάν-Γιαλαν, τον οποίον κανένας στον κόσμο δεν θα ήταν ικανός να τον φτάση στα ψέματα.
Μεταξύ των θαμώνων ήτο και ο ψεύτης για τον οποίον εγίνετο ο καυγάς. Αυτός το έφερε βαρέως για τους επαίνουν που ελέχθησαν για έναν άλλον και επειδή ήθελε να κρατήση τον «τίτλον» του πλέον ευφάνταστου ψεύτη, υπεσχέθη, στους συγχωριανούς του εκεί στο καφενείον, ότι θα επήγαινε στην Κρώμνην ειδικά για να συναντήση αυτόν τον περίφημον Τοξάν-Γιαλαν και θα τον εκαλούσε σε μονομαχίαν ψευδολογίας.
Πραγματικά ήλθε στην Κρώμνην και πήγε κατ’ ευθείαν στον σπίτι του Τοξάν-Γιαλαν. Κατά σύμπτωσιν, ο ίδιος έλειπε για αγώγι στην Τραπεζούντα και στο σπίτι ευρίσκετο εκείνην την στιγμήν ο γυιός του, ένα αγόρι 10-12 χρονών. Λέει λοιπόν στο παιδί:
– Νέπαι, πού εν’ ο κύρης, ατός ο Τοξάν-Γιαλαντς τιναν λέγνε!…
Ο μικρός τον εκύτταξε καλά-καλά και επειδή, φαίνεται, δεν του άρεσε το υπεροπτικόν ύφος του επισκέπτου, του απαντά:
– Θείο, εσύ ‘κ έμαθες ντο ετσερίεν ουρανόν;… Ιναί… Ιναί! Ουρανόν ετσερίεν και ο πατέρα μ’ έρπαξεν το τρανόν το βέλον και εφόρτωσεν και σ’ άλογον δυο κουβάρια ράμαν και επήεν να ράφτειατον… Επεϊ ώραν εδέβεν απ’ ατότες, εθαρώ ετελείωσεν το ράψιμον, όθεν κι αν εν’ θα έρται. Αν θελτς περ’ μέσον ατον!…
– Γιόκ, ρίζα μ’…, ατσελέν ‘κ εν’, ζατί ντο εθέλνα να μαθάνω έμαθα το!, είπε ο Αργυρουπολίτης και γύρισε στο χωριό του καταστεναχωρεμένος.
– Νέμω!… (είπε στους συγχωριανούς του που τον ρώτησαν στο καφενείο, για το αποτέλεσμα της μονομαχίας για την οποία είχε πάει στην Κρώμνη). Εκείνον ‘κ εύρα τον, άμα κάτ’ εξέρ’ νε εκείν’ που λέγνε «η κάτα ντο γεννά, πεντικόν πιάν’»…
Ε.Θ.Α.