Ζώγιον στην Κερασούντα, ή ζώγον, ζων και ζω στις άλλες περιοχές του Πόντου, είναι φυσικά το ζώο γενικά, ιδιαίτερα όμως το βοοειδές.
Άμον ζων τρώει
[Τρώει πολύ]
Το ζώγ’-πετζίν της ποντιακής διαλέκτου κατά κυριολεξία είναι μια λωρίδα από δέρμα βοδιού, από την οποία έκοβαν κομμάτια ίσων διαστάσεων για να φτιάξουν τσαρούχια. Μεταφορικά όμως έχει μια κάπως πιο… βάρβαρη έννοια, όπως μας πληροφορεί ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου:
«Έναν ζώγ’-πετζίν εξέγκα ας σην ράχαν ατ’» σημαίνει «τον έδειρα άσχημα, του ξεκόλλησα το δέρμα από το πολύ ξύλο».