Για όσα έζησε στο Μέγαρο Μαξίμου ως πρωθυπουργός, για τα μνημόνια, για τα ελληνοτουρκικά, για τις συνεργασίες και τις συμπράξεις που είτε έγιναν είτε όχι, για συνεργάτες και αντιπάλους – για όλα σχεδόν μίλησε ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς κατά την παρουσία του στο συνέδριο «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά».
Αρχικά ρωτήθηκε για την τοποθέτηση της Ντόρας Μπακογιάννη που είχε μιλήσει σε προηγούμενη συζήτηση σχετικά με το ενδεχόμενο συναίνεσης για την επίτευξη λύσης στα ελληνοτουρκικά των τριών κομμάτων της Βουλής που έχουν κυβερνήσει.
«Αν υπάρχει διάλογος, σε όλα τα επίπεδα, είναι πάντα κάτι γόνιμο και θετικό. Όταν όμως ακούω τη λέξη “συναίνεση” και με τα τρία κόμματα και μέσα στην κυβέρνηση, αυτό μυρίζει διάθεση συνθηκολόγησης και όχι συναίνεσης» απάντησε. Σε άλλη σχετική ερώτηση είπε πως όταν μιλάς για συναίνεση, ζητάς να κάνεις βήματα παραπάνω, δηλαδή «βήματα υποχώρησης».
Ερωτηθείς για το θέμα των Σκοπίων, ο πρώην πρωθυπουργός υπενθύμισε τη συζήτηση των 12 υπουργών Εξωτερικών τον Δεκέμβριο του 1991, όπου μπήκαν τρεις όροι οι οποίοι έγιναν δεκτοί από το υπουργικό και το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, και ότι ο ίδιος έλαβε συγχαρητήρια και από τον Ανδρέα Παπανδρέου. «Αυτό που έγινε από όλους δεκτό, τελικά κατέρρευσε. Εγώ είπα ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση για έναν λόγο που τον βλέπουμε και σήμερα ως προς τη μακεδονικότητα για τους Βούλγαρους της γλώσσας τους. Αυτό τίθεται ως προϋπόθεση εισόδου στην ΕΕ από τους Βούλγαρους, και άρα το θέμα αυτό δεν έχει λήξει», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Ο Αντ. Σαμαράς αναφέρθηκε στα πρώτα χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και πώς τα έζησε ως νέος βουλευτής. Εξιστόρησε και την ομιλία του στη Βουλή ως υφυπουργός Οικονομικών το 1978, όταν ήταν 27 ετών, και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής του είπε ότι τα πήγε περίφημα.
«Ο Καραμανλής ήταν αυτό που λέει ο Ελύτης “του ολίγου και του ακριβούς”» ανέφερε, ενώ για τον Ανδρέα Παπανδρέου είπε πως τον γνώριζε καλά καθώς ήταν συγκάτοικος με τον γιο του Γιώργο στην Αμερική. Εξιστόρησε και την εμπειρία που είχε με τον Ανδρέα Παπανδρέου όταν τον ενημέρωσε αναλυτικά για όλα τα άρθρα που αφορούσαν τις αμερικανικές βάσεις. «Τσιμπιόμουνα που συμφωνούσε σε όλα. Πήγα απέναντι. Με περίμενε ο Καλαμίδας και μου είπε “έλα να ακούσεις τι σου ρίχνει ο Ανδρέας”. Είχε αυτή την ευκολία της προσαρμογής σε αυτό που πολιτικά του ήταν χρήσιμο. Έχω αντιπάθεια όταν η γραμμή δεν είναι ευθεία αλλά τεθλασμένη. Από την άλλη πλευρά ήταν σίγουρα ένας πανέξυπνος άνθρωπος», σημείωσε.
Για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη είπε πως η ομάδα που ήταν γύρω από τον Αβέρωφ τον στήριξαν στη διαδοχή. «Είναι δεδομένο όπως και ότι με τίμησε και έγινα πολύ μικρός υπουργός Οικονομικών και μετά Εξωτερικών. Δεν είχα ποτέ κάποιο πρόβλημα μαζί του ή διαφωνία. Εκεί που έγινε είναι γι’ αυτό που είπα πριν. Ενώ πέρασε στο υπουργικό συμβούλιο με εισηγητές μάλιστα τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Θανάση Κανελλόπουλο, ο Μητσοτάκης ξαφνικά ήταν τελείως εναντίον. Εκεί έγινε ρήξη», πρόσθεσε.
Ο Αντώνης Σαμαράς αποκάλυψε και μια συζήτηση που είχε με την Άνγκελα Μέρκελ κατά την οποία η τότε καγκελάριος τού παρουσίασε αναλυτικά τα στοιχεία της ελληνικής οικονομίας και του πρότεινε να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη γιατί θα ήταν πολύ δύσκολο να τα βγάλουμε πέρα. «Νωρίτερα τα είχε ζήσει ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Μου το είπε στα ίσα. Την σταμάτησα στα ίσα. Είπα “δεν θέλω να ακούσω κουβέντα. Θα μείνουμε και θα κάνουμε αυτό που πρέπει”. Αυτές είναι τραυματικές εμπειρίες, αλλά διεγερτικές για να κάνεις αυτό που πρέπει. Μπαίνει μπροστά σου ένα μεγάλο “πρέπει”», συνέχισε.
Είπε, επίσης, ότι ο αντιαμερικανισμός που ζήσαμε έχει αρχίσει σιγά-σιγά να σβήνει και τη θέση του έχουν πάρει οι Βρυξέλλες που δίνουν την αίσθηση κράτους εν κράτει μακριά από τα εθνικά θέλω. «Είναι λαϊκισμός να πει κανείς αυτά τα πράγματα για την Ευρώπη και τις Βρυξέλλες;», αναρωτήθηκε.
Ως κορυφαία στιγμή της Μεταπολίτευσης ανέφερε πως ήταν η είσοδος της χώρας στην ΕΕ, ενώ ως αντίθετες στιγμές ανέφερε τα Ίμια και τις Πρέσπες, όπου είπε ότι «εγώ αισθάνομαι ότι προδώσαμε γενιές και γενιές αγώνων, και το εννοώ».
Για το μνημόνιο είπε ότι «είχαμε δει ότι οι πολλαπλασιαστές ήταν λάθος και τα μέτρα πιο σκληρά από αυτά που έπρεπε. Διορθώθηκε αυτό, αλλά δεν σας κρύβω ότι ήταν κάποια στιγμή που φοβήθηκα ότι δεν έβγαινε η Ελλάδα», πρόσθεσε.
«Η δεύτερη φορά που φοβήθηκα ήταν όταν ήξερα ότι ένα κόμματι του ευρωκατεστημένου, η παρέα Σόιμπλε, χαιρότανε που στο α’ εξάμηνο Τσίπρα–Βαρουφάκη είχαν πέσει στην παγίδα. Ήταν ευτύχημα που μετά έκαναν στροφή 180 μοιρών. Τα μνημόνια ήταν πολύ δύσκολα. Εγώ έχασα το μάτι μου, δεν με ενδιαφέρει. Σημασία έχει ότι με τον Βαγγέλη Βενιζέλο παραδώσαμε μια Ελλάδα καλύτερη από αυτή που παραλάβαμε», συνέχισε.
Ο Αντώνης Σαμαράς αναφέρθηκε και στο τηλεφώνημα του Γιώργου Παπανδρέου να συμπράξουν κυβερνητικά, αλλά μετά δεν πήρε εκ νέου τηλέφωνο, όπως είπε. «Πιθανώς ναι», απάντησε σε ερώτηση αν το θεωρεί αυτό χαμένη ευκαιρία. Μάλιστα επικαλέστηκε ως μάρτυρα τον τότε διευθυντή των «Νέων» Χρήστο Μεμή, ο οποίος ήταν παρών κατά τη συνομιλία.
Ερωτηθείς αν οι δανειστές τού τράβηξαν την πρίζα, είπε ότι «κλοτσήσανε για 900 εκατ. ευρώ» γιατί «είχαν αντιληφθεί ότι ο Φώτης Κουβέλης δεν θα ψήφιζε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας και άρα θα ερχόταν ο Τσίπρας, και δεν ήθελαν από πριν να δώσουν απελευθέρωση από τα μνημόνια για να μην μπορέσει ο Τσίπρας μετά να τους κάνει κουμάντο, το λέω ωμά, αυτή είναι η αλήθεια».
Σε άλλη ερώτηση για τη δυσκολότερη μέρα του ως πρωθυπουργός στο Μαξίμου, απάντησε πως «δεν υπήρξε ούτε μία μέρα εύκολη» και πως όταν διαφωνούσε με την τρόικα, δεν είχε μετά ποιου την πόρτα να χτυπήσει.
Ερωτηθείς για το μεγαλύτερο μάθημα της Μεταπολίτευσης, απάντησε μεταξύ άλλων: «Έχω βαρεθεί να ακούω για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό. Καλά είναι, αλλά δεν είναι το ζητούμενο για την καθημερινή επιβίωση του ελληνικού λαού. Δεν αρκεί θεωρώ να γεμίσουμε το πλοίο που λέγεται Ελλάδα με όλα τα απαραίτητα που φέρνει κάθε εκσυγχρονισμός και κάθε αίσθηση μεταρρύθμισης. Είναι απαραίτητα, αλλά αυτό που λείπει είναι η πυξίδα. Χρειάζεται μεγάλη συζήτηση με την κοινωνία για το ποιοι είμαστε και πού θέλουμε να πάμε».
Τέλος, είπε ότι γράφει και θα συνεχίσει να γράφει. «Κοιτάξτε, είναι άλλο πράγμα να γράφεις έχοντας μέσα σου την ελευθερία να παρεμβαίνεις γράφοντας και μιλώντας, να ξεκαθαρίζεις τις θέσεις και τις απόψεις σου δημοσίως, και άλλο πράγμα να κάνεις απολογισμό ζωής. Εγώ κάνω το πρώτο και πιστεύω ότι το δεύτερο θα έρθει αργότερα», ανέφερε.