Από τις κουζίνες των κυπριακών σπιτιών και τα ψάθινα καλαθάκια που η μία νοικοκυρά δάνειζε στην άλλη, το χαλούμι, ένα ημίσκληρο τυρί το οποίο παρασκευάζεται από μίγμα αγελαδινού και αιγοπρόβειου γάλακτος, ή εξολοκλήρου από αιγοπρόβειο, έφτασε σήμερα να πρωταγωνιστεί σε φεστιβάλ και να είναι γνωστό σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Και καθώς είναι νοστιμότατο, εύκολο στην επεξεργασία και άρρηκτα συνδεδεμένο με την Κύπρο, η Κυπριακή Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτόριας οργανώνει διήμερο φεστιβάλ προς τιμήν του, το Σάββατο 2 και την Κυριακή 3 Μαρτίου.
Και το όνομα αυτού; Τι άλλο από «Halloumi Festival»!
Όπως έγινε γνωστό, Αυστραλοί εισαγωγείς και κυπριακές εταιρίες έχουν δωρίσει στην Κοινότητα 400 κιλά χαλούμι, το οποίο θα διατεθεί ως παραδοσιακό κέρασμα κατά την υποδοχή των επισκεπτών του φεστιβάλ.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίδειξη παρασκευής χαλουμιού και άλλων κυπριακών εδεσμάτων, παραδοσιακούς χορούς από συγκροτήματα της Μελβούρνης, τσιατίσματα, χορωδιακά τραγούδια, ποιήματα και πολλές δραστηριότητες.
Ειδικά κατά την αναπαράσταση της παρασκευής του, χορευτές της Ακαδημίας Χορού «Πήγασος» θα ψήσουν επί σκηνής το γάλα πάνω σε ξυλοκάρβουνα, θα το πήξουν και μετά θα ανασύρουν το χαλούμι, με χορό και τραγούδι.
Το φεστιβάλ θα πραγματοποιηθεί στις εγκαταστάσεις της Κυπριακής Κοινότητας, από τις 12:00 το μεσημέρι, με ελεύθερη είσοδο.
Όταν το έφτιαχναν στα σπίτια, πριν από την εισβολή
Όπως αφηγείται στην ομογενειακή ιστοσελίδα neoskosmos.com η Κλαίρη Γαζή, η οποία έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στο Καϊμακλί, προάστιο στα βορειοανατολικά της Λευκωσίας, τα χρόνια που λάμβανε χώρα ο επαναστατικός αγώνας της ΕΟΚΑ κατά της αγγλικής αποικιοκρατίας (1955-1959), η μητέρα της έφτιαχνε χαλούμια στο σπίτι, όπως άλλωστε οι περισσότερες νοικοκυρές.
«Αγόραζε το γάλα για μια σειρά ημερών από την κα Άννα –υποθέτω θα πρέπει να είχαν κοπάδι και στάνη στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου, βορειότερα του Καϊμακλιού που, δυστυχώς, βρίσκεται σήμερα υπό τουρκική κατοχή– και το διατηρούσε σκεπασμένο σε ένα μεγάλο πιθάρι. Πού και πού, ανασκουμπωνόταν και το ανακάτευε. Θυμάμαι επίσης ότι με την αδελφή μου, Ελένη, περιμέναμε με το πιάτο στο χέρι να μας βάλει λίγο από το βουτύρωμα που ήταν πεντανόστιμο».
Όταν η μητέρα της συγκέντρωνε την απαραίτητη ποσότητα, αλλά και το χρονικό διάστημα που χρειαζόταν το γάλα για να «ξινίσει», το έβαζε σε μεγάλο καζάνι, το χαρτζί, και το έψηνε, ανακατεύοντας συνέχεια με μεγάλη κουτάλα.
«Την κουτάλα την θυμάμαι ιδιαίτερα, γιατί σε άλλες περιπτώσεις την χρησιμοποιούσε προς… τάξη και συμμόρφωση» προσθέτει χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια η μητέρα της, όπως και οι υπόλοιπες νοικοκυρές της εποχής, έβαζε το μίγμα σε ψάθινα καλαθάκια, τα τελάρα, για να πάρουν τα χαλούμια το ανάλογο σχήμα, τα άφηνε για λίγο να κρυώσουν και μετά τα χαράκωνε στη μέση, βάζοντας λίγο φρέσκο δυόσμο.
«Τελάρα είχε μόνο μία νοικοκυρά στη γειτονιά, οπότε κανόνιζαν και τα έπαιρναν με τη σειρά» θυμάται η Κλ. Γαζή, η οποία σημειώνει ότι με τα χρόνια το Καϊμακλί άλλαξε ρότα και εγκαταλείφθηκαν η γεωργία και η κτηνοτροφία.
Οι νεότεροι στράφηκαν σε εργολαβίες ή δούλευαν σε εργοστάσια που αργά αλλά σταθερά, έκαναν την εμφάνισή τους και εδραιώθηκαν στην περιοχή. Όπως το εργοστάσιο με τα παγωτά Ρέτζης, το Λαϊκό Καφεκοπτείο, το υποδηματοποιείο Batas, για να αναφέρουμε μερικά από αυτά.
Σήμερα υπάρχουν ακόμη κάποιοι που το παρασκευάζουν στα σπίτια τους, καθώς η διαδικασία δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητική, αρκεί να έχει κάποιος μεράκι. Γεγονός είναι όμως ότι αποτελεί μια νοστιμότατη επιλογή για πολλές μαγειρικές δοκιμές και μοναδικούς συνδυασμούς.