Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και η Συνθήκη του Μούδρου, βρίσκει τους Γερμανούς και τους Τούρκους συμμάχους τους ηττημένους. Η δε Τουρκία είναι σε φάση αποσύνθεσης. Η περίοδος αυτή δίνει μια ανάσα στους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής που σε εκείνη τη φάση γλιτώνουν από τα χέρια των Νεότουρκων, αν και όχι για πολύ.
«Η Αμισός φαίνεται να ανασαίνει με το τέλος των διωγμών. Όσοι επέζησαν από τις εξορίες, τις φυλακίσεις, τη στράτευση και τις τραγικές συνθήκες των βουνών, επανέκαμψαν στις εστίες τους εξαθλιωμένοι και σκελετωμένοι… Έσμιξαν τα διεσπαρμένα και διασωθέντα μέλη των οικογενειών… Εκτελέσθηκαν πάνδημα μνημόσυνα για τους σφαγιασθέντας και εκτελεσθέντας… Οι πληγές επουλώνονταν… Ο ανθρώπινος πόνος περισσεύει», γράφει ο Θωμάς Αλεξιάδης στη μεταπτυχιακή του εργασία με τίτλο Η Αμισός του Πόντου.
Από την ανακωχή έως το 1920 το ορφανοτροφείο της Αμισού περιέθαλψε περίπου 600 ορφανά παιδιά. «Τα παιδιά τα έχουν περιμαζέψει από την ύπαιθρο και τα τουρκικά χωριά. Πολλά από αυτά δεν γνωρίζουν το όνομά τους, άλλα θυμούνται μόνο το μικρό χαϊδευτικό τους όνομα και έτσι μερικές φορές ανακαλύπτονται και πολύ λίγα αρμενόπουλα. Πολλά από τα παιδιά αυτά είχαν ήδη εξισλαμιστεί, γιατί έφεραν περιτομή», σημειώνει ο Αλεξιάδης. Εκεί ο αρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδης βλέπει μια εννιάχρονη μικρή που ήταν ιδιαίτερα λυπημένη. Ρωτά να μάθει τι της συμβαίνει για πάρει την απάντηση:
Είμαι από το Κατήκιοϊ (Άνω Αμισό). Τώρα δεν έχω κανέναν συγγενή. Τον πατέρα μου τον σκότωσαν οι Τούρκοι και η μητέρα μου πέθανε στην εξορία. Εμένα και δυο άλλα αδέλφια μου μας πήραν σε ένα χωριό της Άγκυρας. Οι Τούρκοι εκεί ήθελαν να μας τουρκέψουν… Εμείς δε θέλαμε και μια μέρα μας έδιωξαν… Περπατούσαμε πολλές μέρες κρυφά από τα τουρκικά χωριά και ύστερα από έναν μήνα φτάσαμε εδώ…
Ο αρχιμανδρίτης συμπληρώνει: Δεν ετόλμησα να ερωτήσω κανένα άλλο ορφανόν, διότι ησθανόμην ότι δεν είμαι ικανός να αντέχω εις την μαρτυρικήν ιστορίαν των…
≈
Στο ορφανοτροφείο φιλοξενήθηκαν πολλά περισσότερα παιδιά στη συνέχεια. Μάλιστα το έργο που προσέφερε ήταν τέτοιο που χρόνια μετά, η συντακτική ομάδα του μηνιαίου λαογραφικού περιοδικού Χρονικά του Πόντου, το δεύτερο χρόνο της έκδοσής του από το Σύλλογο Ποντίων «Αργοναύται-Κομνηνοί» και συγκεκριμένα στο τεύχος 23-24 (Ιουλ.-Αύγ. 1946) είχε εκφράσει την ευχή για τη συγγραφή εμπεριστατωμένη πραγματεία γι’ αυτό.
Ένα από τα σπουδαιότερα Κοινωφελή Ιδρύματα του Πόντου ήταν ασφαλώς το Ορφανοτροφείο Αμισού. Κατά τη διάρκεια του πρώτου Μεγάλου Πολέμου και ως την Ανταλλαγή περιμάζεψε περίπου 20.000 ορφανά ή μικρά παιδιά εκτοπισμένων από τις εστίες τους οικογενειών είτε από τις περιοχές του Ρωσοτουρκικού πολεμικού Μετώπου είτε από τα παράλια του Πόντου.
Μετά την Ανταλλαγή μεταφέρθηκαν όλα στην Ελλάδα. Στεγάστηκαν στην αρχή στα Παλαιά Ανάκτορα και στο Ζάππειο.
Κατόπιν μοιράστηκαν και στάλθηκαν στη Σύρο, στον Ωρωπό, στην Κόρινθο και αλλού και με τον καιρό, αφού έμαθαν γράμματα, τέχνες και μεγάλωσα, αποδοθηκαν στην κοινωνία. Από τη δραστήρια διευθύντρια του Ορφανοτροφείου κ. Ανδρομάχη Μουρατίδη-Μπαγτζή και τον ρέκτη κ. Ιάκωβο Χατζησάββα, που χρημάτισε μέλος του Δ. Συμβουλίου του Ορφανοτροφείου πρέπει να ελπίζομε πώς θα συγγραφτεί εμπεριστατωμένη στις λεπτομέρειές της –κατά το δυνατόν– μια πραγματεία για τη λαμπρή δράση του Φιλανθρωπικού αυτού Σωματείου.
Πηγές: