Η κυβέρνηση έχει μετατρέψει σε δημόσιες σχέσεις και προπαγάνδα την ουσία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, από την εξωτερική πολιτική και την οικονομία ως τις κοινωνικές σχέσεις, επενδύοντας στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης από τα μέσα ενημέρωσης. Και το πετυχαίνει.
Σε αντίθεση με το εσωτερικό η εικόνα της χώρας στο εξωτερικό είναι αρνητική. Όπως και επί της ουσίας αρνητικές είναι οι εξελίξεις.
Το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα το επιβεβαιώνει. Αλλά και η συμπεριφορά της Προέδρου της Δημοκρατίας να παραστεί σε κομματική εκδήλωση της Νέας Δημοκρατίας μετά την ψήφιση του νόμου για τους ομοφυλόφιλους υπογραμμίζει την υπονόμευση και του υψηλότερου θεσμού της χώρας.
Ένα από τα σημαντικά προβλήματα είναι η διεύρυνση του χάσματος του γεωπολιτικού βάρους Ελλάδας-Τουρκίας, με τη γειτονική χώρα –παρά τις δυσκολίες που συναντά–, να κερδίζει πόντους στη γεωπολιτική σκακιέρα.
Υπάρχουν ενδιαφέρουσες ειδήσεις στον τομέα αυτό που αξίζουν σχολιασμού. Η μια είναι ότι η Τουρκία συνήψε συμφωνία με τη Σομαλία για να της παράσχει βοήθεια στη συγκρότηση του στρατού της και να της διασφαλίσει τα θαλάσσια σύνορα από πειρατές, παράνομη αλιεία και άλλες αμφισβητήσεις. Το αντάλλαγμα θα είναι το 30% των σομαλικών εσόδων από τους πλούσιους υδρογονάνθρακες να αποδίδεται στην Τουρκία και, φυσικά, η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας σε ένα χώρο που της προσδίδει γεωπολιτική βαρύτητα. Ελέγχει, ουσιαστικά, τα στενά του Άντεν.
Η άλλη είναι ότι ναι μεν ο κ. Γεραπετρίτης υποστηρίζει πως έχει τεθεί ως προϋπόθεση στην Τουρκία να μην χρησιμοποιήσει κατά της Ελλάδας τα F-16 που θα προμηθευτεί, αλλά δημοσιεύματα υποστηρίζουν πως η ίδια προϋπόθεση έχει τεθεί και στην Ελλάδα. Να μην χρησιμοποιήσει τα F-35 κατά της Τουρκίας.
Στη γειτονική χώρα, φυσικά, αρνούνται ότι αποδέχτηκαν συμφωνία υπό προϋποθέσεις. Για την ελληνική περίπτωση η Αθήνα τηρεί σιγήν ιχθύος. Η κυβέρνηση διαχειρίζεται την κοινωνία ως ιθαγενή.
Γενικώς, η αμερικανική θέση και προς τις δύο χώρες φαίνεται λογική. Η Αμερική παρέχει οπλισμό σε δύο συμμαχικές της χώρες με την λογική προϋπόθεση πως δεν μπορεί να επιτεθεί η μια εναντίον της άλλης. Αυτό στη θεωρία. Στα ελληνοτουρκικά δεν ισχύει στην πράξη. Τουλάχιστον οι ελληνικοί εξοπλισμοί γίνονται για την αποτροπή ενός πολέμου με την Τουρκία.
Επί της ουσίας, όταν έρθει, και εάν έρθει, η δύσκολη στιγμή και οι δύο χώρες θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν τον εξοπλισμό που διαθέτουν για να πετύχουν τον στόχο τους. Ποια χώρα θα είναι πιο αποτελεσματική;
Η θεωρητική παρέμβαση των ΗΠΑ θα είναι όποιος παραβεί την προϋπόθεση να μην τον ενισχύσουν περαιτέρω. Άρα, η εξέλιξη θα εξαρτηθεί από το βαθμό αυτονομίας στις πολεμικές επιχειρήσεις που έχουν αποκτήσει οι δύο χώρες. Και ο βαθμός αυτονομίας σε δικό της πολεμικό υλικό, το οποίο δεν θα μπορούν να ελέγξουν άλλες δυνάμεις, είναι πολύ μεγαλύτερος της Τουρκίας από της Ελλάδος. Της Ελλάδος είναι ανύπαρκτος. Η Αθήνα δίνει μεγαλύτερη προτεραιότητα στο νυκτερινό κρεβάτι των πολιτών της από την ασφάλειά τους.
Η κυβέρνηση και σύμπας ο φιλικός της Τύπος πανηγύρισαν, δεόντως, την αμερικανική απόφαση να επιτραπεί η αγορά μέχρι και 40 πανάκριβων και υπερκαταναλωτικών αεροπλάνων F-35 σε αντιπαραβολή με τα F-16 της Τουρκίας αλλά παραβλέπουν τις συνεχείς εκκλήσεις της υφυπουργού εξωτερικών Βικτόριας Νούλαντ να παραχωρήσει η Άγκυρα τους S-400 για να εισέλθει στο πρόγραμμα των F-35. Όπως και αρχικά η αμερικανική στάση δεν εξηρτάτο από την Ελλάδα όπως ήθελε να περάσει η Αθήνα έτσι και τώρα ο προσωρινός, ίσως, αποκλεισμός της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35 δεν έχει να κάνει με την αεροπορική ισορροπία που, δήθεν, επιδιώκουν οι Αμερικανοί αλλά με το πρόβλημα που τους δημιουργεί η κατοχή των S-400 από την Άγκυρα. Για να είμαι σαφέστερος, η Ελλάδα δεν μετρά στους αμερικανικούς υπολογισμούς παρά ως πιόνι, ακόμη, και για τον εκβιασμό της Τουρκίας.
Η ηγεσία της γειτονικής χώρας δείχνει μια ανθεκτικότητα στις αμερικανικές πιέσεις και μια ευελιξία που της δημιουργεί και διεθνές πρεστίζ και εμπιστοσύνη και βαθμούς αυτονομίας αλλά και την ωθεί στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας της που εκτός από παροχή ασφάλειας της προσδίδει και έσοδα δισεκατομμυρίων ετησίως.
Πριν από λίγες ημέρες έκανε την παρθενική πτήση του το τουρκικό μαχητικό ΚΑΑΝ (ΤFX), με δανικούς κινητήρες αλλά με επιμονή της Τουρκίας να λύσει το σοβαρό αυτό πρόβλημα που αντιμετωπίζει. Η Τουρκία παρουσιάζει το αεροπλάνο ως μαχητικό 5ης γενιάς αλλά οι ειδικοί λένε πως υπολείπεται κατά πολύ ανάλογων γνωστών τύπων. Είναι, όμως, η αρχή.
Μπορεί σε αυτή τη φάση να μην αλλάζει τους συσχετισμούς στο Αιγαίο δείχνει όμως ότι η Άγκυρα βρίσκει λύσεις.
Ο αεροπορικός συσχετισμός αυτήν την στιγμή είναι υπέρ της Ελλάδος αλλά από το 2027-28 και μετά θα ανατραπεί. Η Ελλάδα αποσύρει 34 F-4 εκσυγχρονισμένα. Οι Τούρκοι θα παραλάβουν +40 F-16.
Θα υπάρξει μια ψαλίδα 70 αεροσκαφών στην οποία θα πρέπει να προστεθούν βαλλιστικοί πύραυλοι της Τουρκίας, το ναυπηγικό της το οποίο διαταράσσει και την αεροπορική ισορροπία λόγω αντιαεροπορικής άμυνα των πλοίων και δικτυοκεντρικών δυνατοτήτων αλλά και άλλα πολλά. Στην Αθήνα ο νέος ΑΓΕΕΘΑ δήλωσε στην αρμόδια επιτροπή της βουλής ότι δεν βιαζόμαστε, μελετάμε την αμερικανική πρόταση για τα F-35 και θα δούμε πόσα και ποια όπλα θα προμηθευτεί η χώρα. Μόνο που η προμήθεια του είδους των όπλων δεν είναι στην ευχέρεια της Αθήνας. Την πανάκριβη πλατφόρμα μπορεί να την προμηθευτεί, τα οπλικά συστήματα που θα της δοθούν θα τα αποφασίσουν οι Αμερικανοί.
Το σημαντικότερο, όμως, ζήτημα γεωπολιτικής σημασίας που αντιμετωπίζει η Αθήνα είναι η αξιοπιστία της.
Είναι πειθήνια στις ΗΠΑ και στην ΕΕ και αυτό της διασφαλίζει έναν βαθμό προστασίας όσο εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των δυνάμεων αυτών των οργανισμών.
Το εμφανές έλλειμμα κουλτούρας προβολής σκληρής ισχύος, όμως, και η αμφιρρέπειά της προς την Τουρκία προβληματίζει τις γειτονικές χώρες που θα ήθελαν να συνεργαστούν μαζί της.
Η Αλβανία όχι, μόνο, αναζήτησε σύμμαχο για τη βαλκανική πολιτική της στην Άγκυρα, παρά το γεγονός ότι η χώρα επέζησε εδώ και μια 30ετία χάρη στην γειτνίασή της με την Ελλάδα, αλλά η πολιτική ηγεσία της περιπαίζει την ομόλογή της ελληνική και εφαρμόζει σαφές σχέδιο εξόντωσης και εξάλειψης της ελληνικής εθνικής μειονότητας. Η αδυναμία αντίδρασης της Αθήνας είναι εντυπωσιακή.
Εξελίξεις που θα επηρεάσουν τα ελληνικά συμφέροντα θα πρέπει να αναμένουμε και από την αποκατάσταση των σχέσεων Άγκυρας-Καΐρου αλλά και από την εξέλιξη του πολέμου στη Γάζα. Το Ισραήλ, προνομιακός σύμμαχος της Αθήνας στην περιοχή, δοκιμάζεται στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και για πρώτη φορά βρίσκεται κατηγορούμενο στη συνείδηση της διεθνούς κοινής γνώμης.
Η Ελλάδα το μόνο που θα μπορούσε να αξιοποιήσει είναι το όνομά της στην περιοχή αλλά και αυτό η πολιτική Μητσοτάκη το απαξιώνει.
Η τραγωδία της χώρας έγκειται στο ότι ενώ η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης είναι προβληματική, κανείς από την αντιπολίτευση δεν διεκδικεί, με αξιώσεις, την εξουσία. Αντιθέτως, η εικόνα της αντιπολίτευσης είναι αποκαρδιωτική.