Όσοι παρακολούθησαν στενά την εξέλιξη της αμερικανοτουρκικής κρίσης, θα διαπίστωσαν πόσο διαφορετικά αντιμετώπισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες την Ελλάδα και την Τουρκία.
Την Αθήνα τη θεωρούν δεδομένη, όπως και προσφέρθηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας. Την Τουρκία την αντιμετωπίζουν με σεβασμό, ανησυχία και μερικές φορές και φόβο.
Την Αθήνα τη χρησιμοποίησαν και ως πιόνι για να διαχειριστούν την Τουρκία, μήπως και την τρομοκρατήσουν με τα F-35 που θα της δώσουν. (Με τι όπλα είναι ζητούμενο).
Η Τουρκία, με θυσίες, είναι αλήθεια, έχει αποκτήσει έναν βαθμό ανεξαρτησίας και αυτονομίας στις κινήσεις της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της. Η Ελλάδα έχει εισέλθει πιο βαθιά στη μαύρη τρύπα της εξάρτησης.
Η Τουρκία έχει καταστεί περιφερειακή δύναμη την οποία όλοι σέβονται και έχουν ανάγκη.
Η Αθήνα δεν μπορεί να υποστηρίξει ούτε την εθνική μειονότητά της από τις διώξεις που δέχεται σε μια χώρα που για να επιβιώσει επί τρείς δεκαετίες εξαρτιόταν από αυτήν. Βαρύγδουπες θεωρίες από υπερτιμημένα πρόσωπα χωρίς καμιά πρακτική αξία.
Η Ελλάδα παρείχε διεξόδους στους Αμερικανούς (Αλεξανδρούπολη, Σούδα) σε μια δύσκολη περίοδο και περιοχή αλλά θα είναι αφελής όποιος πιστεύει πως η δεδομένη Αθήνα θα υποστηριχθεί απέναντι στην πλέον συμφέρουσα Τουρκία, αν και όποτε χρειαστεί. (Δόγμα Κίσινγκερ).
Ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα Τζεφ Φλέικ, σε άρθρο του στον ειδησεογραφικό ιστότοπο Deseret News, έγραψε: ««Προσβλέπουμε στην Τουρκία για να χρησιμοποιήσει την επιρροή της, τους ιστορικούς δεσμούς και την οικονομική της δύναμη σε πολλές γωνιές του κόσμου, καθώς είναι μοναδική στο να ανοίγει συνομιλίες με τους αντιπάλους μας με τρόπους και σε μέρη που απλά εμείς δεν μπορούμε, ενώ βρίσκεται σε καλή θέση για να παίξει ρόλο στην επίλυση της σύγκρουσης στη Γάζα».
Το άρθρο επαινεί την Τουρκία για την «ακλόνητη», όπως αναφέρει, υποστήριξή της στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας (!!!).
Οι πωλήσεις τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην Ουκρανία, επισημαίνει, ματαίωσαν τις πρώιμες φιλοδοξίες της Μόσχας για πλήρη εισβολή το 2022 (!!!).
‘Εχει και άλλα ωραία το άρθρο αλλά ας μείνω σε αυτά. Μη σας χαλάσω τη διάθεση διότι εκείνο που όλοι προσλάβαμε ως σήμερα ήταν ότι η Τουρκία το έπαιζε για άλλη μια φορά ως “Επιτήδειος Ουδέτερος” και αναμέναμε την επαύριον του πολέμου να δώσει εξηγήσεις στη συμμαχία γιατί δεν τήρησε όσα όλοι οι άλλοι μετ’ ευλαβείας προσκύνησαν. Ο Έλληνας, μάλιστα, πρωθυπουργός προσφέρθηκε στον ρόλο πρωτοπαλίκαρου οδηγώντας στο ναδίρ τις διπλωματικές σχέσεις της χώρας με τη Ρωσία.
Τα ίδια έκανε και στον πόλεμο στη Γάζα απομειώνοντας τη μακρά παράδοση που έχει στην περιοχή το όνομα της χώρας (από εποχής Αλεξάνδρου) ενώ θα μπορούσε και τις συμφωνίες και συνεργασίες που συνήψε η χώρα με το Ισραήλ να τηρήσει και να μην εκθέσει τους γιουνάν σε μια περιοχή που τους σέβονται και τους εκτιμούν. Αλλά αυτά για τη σύγχρονη αθηναϊκή ολιγαρχία είναι λεπτομέρειες. Δεν υπάρχει συνείδηση ελληνικής συνέχειας. Αντιθέτως αποδομείται οτιδήποτε κρατούσε αυτήν τη συνέχεια συνεκτική.
Και αυτό το συνειδητοποίησαν πολλοί την εβδομάδα που πέρασε με το επίμαχο νομοσχέδιο.
Μια κοινωνική μειοψηφία με λαϊκό έρεισμα, είναι αλήθεια αλλά και αυτό μειοψηφικό, κρατά τα ηνία κάθε μορφής εξουσίας την οποία έχει ταυτίσει στο σύνολό της στο πρόσωπο του εκάστοτε πρωθυπουργού. Το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου ήρθε να ανοίξει τα μάτια των Ελλήνων αλλά η απήχησή του ήταν ελάχιστη. Οι αιτίες αυτής της κοινωνικής αδράνειας είναι ζητούμενο. Η βαθιά και μακρόχρονη κρίση που βιώνει η κοινωνία την έχει κάνει απαθή ή αυτή είναι η ψυχοσύνθεση του σύγχρονου νεοέλληνα; Η παιδεία που μέχρι πρότινος κρατούσε σε μια πολιτισμική αναφορά και ευαισθησία την κοινωνία έχει αποδρομήσει από την εκπαίδευση.
Ενώ, λοιπόν, η Ελλάδα θα μπορούσε να διαδραματίσει έναν σημαντικό εξισορροπητικό ρόλο σε δύο περιοχές με βαθιά ιστορική παρουσία (Κριμαία, Ταυρίδα, και Γάζα) ο πρωθυπουργός έσπευσε να δηλώσει δεδομένος και να πάρει μέρος στην αντιπαράθεση στην πρώτη γραμμή. Εκείνο που ενόχλησε δεν ήταν η εκπλήρωση της συμμαχικής υποχρέωσης ή της συνεργασίας με το Ισραήλ αλλά ο τρόπος. Αν δεν μπορούν να βρουν την ισορροπία μεταξύ των δύο δεν κάνουν για κυβερνήτες.
Αντιθέτως, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, πραγματοποιεί επίσκεψη στην Αίγυπτο μετά από 13 χρόνια και αφού καθύβρισε τον «πραξικοπηματία» Σίσι, το σύνολο των αιγυπτιακών μέσων ενημέρωσης και η πολιτική ηγεσία τον υποδέχονται ως τον ηγέτη μιας χώρας-περιφερειακής δύναμης με την οποία θα μπορούσαν να εξισορροπήσουν μια διαταραγμένη σε βάρος της Αιγύπτου ισορροπία. Και από «πραξικοπηματίας» ο Σίσι έγινε «αδελφός».
Ο Αμπντέλ Ραχμάν Σαλαχεντίν Αιγύπτιος διπλωμάτης που υπηρέτησε στην Άγκυρα, σε ένα άρθρο του προσδιορίζει με εκπληκτική σαφήνεια τα αιγυπτιακά συμφέροντα από τη βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία.
Θεωρεί κατ’ αρχάς ότι η σύγκλιση θα επανασχεδιάσει εκ νέου το χάρτη της κατανομής ισχύος μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας, των ΗΑΕ, του Ιράν και του Ισραήλ.
Ο πόλεμος της Γάζας θεωρεί ότι έχει περιπλέξει τις περιφερειακές αλληλεπιδράσεις και ο Ερντογάν θα μπορούσε να συντονιστεί με την Αίγυπτο για να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε αυτές, προκειμένου να διατηρήσει την εικόνα της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης, τόσο απέναντι στη Δύση όσο και στα μάτια του τουρκικού λαού.
Η Αίγυπτος και η Τουρκία, γράφει ο πρέσβης, επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν την περιφερειακή τους επιρροή και να διαδραματίσουν διεθνή ρόλο ως ισχυρές μεσαίες δυνάμεις που μπορούν να αποτελέσουν τον σύνδεσμο μεταξύ της Μέσης Ανατολής και των διεθνών κέντρων λήψης αποφάσεων, είτε στην Ουάσιγκτον και τις δυτικές πρωτεύουσες, το Πεκίνο ή το Νέο Δελχί.
Θεωρεί, δε, ότι οι σχετικές στρατιωτικές και οικονομικές δυνατότητες της Τουρκίας σε σύγκριση με την υπόλοιπη Μέση Ανατολή της επιτρέπουν να ασκήσει επιρροή ως ισχυρή περιφερειακή δύναμη που μπορεί να ασκήσει πολιτικές ανεξάρτητες από τις διεθνείς δυνάμεις.
Η Τουρκία διαθέτει επίσης δύο στρατιωτικά όπλα τα οποία τα χρησιμοποιεί στο διπλωματικό πεδίο και έχει και σημαντικά οικονομικά οφέλη. Τα drones και τους κατευθυνόμενους πυραύλους που έχουν γίνει ουσιαστικά εργαλεία αυτής της επιρροής, ιδίως στην καθοριστική διαμόρφωση στρατιωτικών αντιπαραθέσεων υπέρ της Τουρκίας στη Λιβύη, τη Συρία, το Αζερμπαϊτζάν, την Αιθιοπία και την Ουκρανία. Οι χώρες της περιοχής, ιδιαίτερα η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αλγερία και το Μαρόκο, αγωνίζονται για την απόκτηση αυτών των drones.
Ο αρθρογράφος πρέσβης, προφανώς, εκφράζει και άλλους συναδέλφους του στο αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών που έχει μια φιλοτουρκική παράδοση όταν επισημαίνει πως η Αίγυπτος δεν χρειάζεται επίσης να αλλάξει τη θέση της απορρίπτοντας συμφωνίες που συνήψαν οι κυβερνήσεις των Fayez Al-Sarraj και Abdul-Hamid Dbeibeh με την Τουρκία σχετικά με τα θαλάσσια σύνορα ή την εκμετάλλευση από την Τουρκία των λιβυκών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αλλά μπορεί να συνεννοηθεί με την Τουρκία που διευκολύνει μια λιβυκή πολιτική λύση, επιτρέποντας στα λιβυκά κόμματα να σχηματίσουν μια νέα κυβέρνηση λαμβάνοντας υπόψη τα αιγυπτιακά, τουρκικά, δυτικά και ρωσικά συμφέροντα. Είναι οι συμφωνίες που έχουν βλάψει τα μέγιστα την Ελλάδα. Είναι η Γαλάζια Πατρίδα.
Υπάρχει, δηλαδή, μια απόκλιση ελληνικών και αιγυπτιακών συμφερόντων την οποία ο Ερντογάν θα εκμεταλλευτεί.
Δεν είναι τυχαίο που η ελληνοαιγυπτιακή οριοθέτηση σταμάτησε στον 28ο μεσημβρινό αφήνοντας κενό έναν ευρύ θαλάσσιο χώρο με προφανή πρόθεση να ρυθμιστεί μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας.
Είναι η περιοχή που ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως θα μπορούσε να φέρει σε επαφή τις ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.
Ένα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Κάιρο είναι η κατασκευή από την Αιθιοπία του φράγματος GERD από την οποία μπορεί να μειωθεί ο όγκος των νερών του Νείλου στην Αίγυπτο. Το θέμα απείλησε να φέρει σε πόλεμο τις δύο χώρες.
Η Τουρκία, στο θέμα αυτό, μπορεί να παίξει ρόλο στο να πείσει την κυβέρνηση της Αιθιοπίας να αποδεχθεί συμβιβασμό με την Αίγυπτο. Σε αντάλλαγμα, υποστηρίζει ο Αιγύπτιος πρέσβης, η Αίγυπτος θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις συμμαχίες που έχει σφυρηλατήσει στην Ανατολική Μεσόγειο τόσο με την Ελλάδα όσο και με την Κύπρο για να διευκολύνει μια διαδικασία που επιτρέπει στην Τουρκία να έχει πρόσβαση σε μερίδιο του φυσικού αερίου στα ύδατα που τη χωρίζουν από αυτές τις χώρες, χωρίς να εμπλέκεται σε νομικές διαμάχες για συμφωνίες που υπάρχουν εδώ και έναν αιώνα.
Και εδώ, δηλαδή, Ιφιγένειες.
Απέναντι σε όλα αυτά η Ελλάδα το μόνο που είχε να αντιπαραβάλει είναι το όνομά της στην περιοχή και τη δυνατότητα που θα της έδινε η καλή φήμη της ιστορίας της να διαδραματίσει θετικό, ειρηνευτικό, διαμεσολαβητικό ρόλο. Αντιθέτως, εμπλέκεται ολοένα και περισσότερο στις αντιπαραθέσεις. Στην Αθήνα δεν απουσιάζει, μόνο, η διπλωματία. Αλλά οι κυβερνώντες δεν γνωρίζουν και ιστορία την οποία θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν και στη διπλωματία προς όφελος της χώρας. Δεν έχουν, δηλαδή, επαφή με την πραγματικότητα.