Φθινόπωρο του 2019. Στο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Βενετίας κάνει πρεμιέρα η ταινία Ενήλικοι στην αίθουσα, η ταινία του Κώστα Γαβρά που έχει βασιστεί στο βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη και έχει θέμα την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το 2015 δεν έμοιαζε και τόσο μακρινό με όλα όσα είχαν συμβεί τότε.
Στη χώρα μας (τι πρωτότυπο) ξαφνικά όλοι αποκτούν άποψη για μια ταινία που δεν έχει ακόμα προβληθεί. Φυσικά τα ΜΜΕ ακολουθούν, γιατί θέμα με ολίγον από… international glam δεν προκύπτει κάθε μέρα στην εγχώρια ειδησεογραφία.
Η παράνοια χτυπάει ταβάνι, με μυθεύματα του στιλ ότι η ταινία είχε χρηματοδοτηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ενδεικτικό της γελοιότητας που επικρατεί: το φιλμ το κατακεραυνώνει πανελατζής «ελαφρών» εκπομπών, ο οποίος αναρωτήθηκε γιατί δεν πρέπει να έχει άποψη για κάτι που δεν έχει δει!
Όταν προβλήθηκε στις αίθουσες κοινό και κριτικό διχάζονται –όπως ήταν αναμενόμενο–, αλλά ταμειακά πάει καλά, ενώ στην Γαλλία φτάνει να διεκδικεί βραβείο Σεζάρ (τα γαλλικά κινηματογραφικά βραβεία). Όσο για τον Γαβρά; Μάλλον θα πρέπει να το διασκέδασε όλο αυτό.
Άλλωστε του έχει συμβεί στην Ελλάδα αρκετές φορές. Δηλαδή, ενώ έχει γράψει ξεχωριστή ιστορία στο διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα, στη χώρα του να μην έχει τύχει της αναγνώρισης που του αξίζει. Ούτως ή άλλως ο Γαβράς είναι ένας τόσο χορτασμένος άνθρωπος που αγαπάει τη χώρα του χωρίς να περιμένει ανταπόδοση.
Από τη στάνη στο Παρίσι
Οκτώβριος του 1955. Ο 22χρονος Κώστας Γαβράς βρίσκεται στο Παρίσι. Για ένα παιδί κυνηγημένου αριστερού χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων το να εγκαταλείψει τη μετεμφυλιακή Ελλάδα «δεν σήμαινε “έναν μικρό θάνατο”, αλλά το να ξαναγεννηθείς».
Σήμαινε «να ξεφύγεις από τη μιζέρια –όχι την οικονομική μιζέρια, που το πολύ-πολύ την συνηθίζεις–, αλλά την άλλη, αυτή στην οποία κάθε ελπίδα για μελλοντικά σχέδια είναι αδιανόητη. Το να φύγεις ήταν να πας προς το φως», όπως τονίζει στην αυτοβιογραφία του με τίτλο Πήγαινε εκεί που μπορείς να πας.
Γεννήθηκε στα Λουτρά Ηραίας στην Αρκαδία στις 12 Φεβρουαρίου 1933. Η οικογένειά του ζει εκεί τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά μετακομίζει στην Αθήνα. Ο πατέρας του είναι μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και φυλακίζεται κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου.
Ως εκ τούτου, για τον Κώστα είναι αδύνατο να φοιτήσει σε κάποιο πανεπιστήμιο στην Ελλάδα ή να πάρει βίζα για τις ΗΠΑ. Ούτως ή άλλως από μικρός δουλεύει παράλληλα με το σχολείο – και κάνει σχεδόν τα πάντα από δουλειές. Μέχρι και στο χορευτικό συγκρότημα της Δόρας Στράτου βρέθηκε όταν ήταν στην Αθήνα.
Παράλληλα με τα μαθήματα και την επιβίωση ανακαλύπτει ότι με τη σκηνοθεσία ασχολείται μια νεολαία που ανήκει κυρίως στην οικονομική ελίτ. Σε αντίθεση με εκείνον.
«Ποτέ στο εξής δεν ξανααισθάνθηκα τόσο πλούσιος» γράφει στο βιβλίο του για τη στιγμή που πήρε τον πρώτο μισθό του ως βοηθός σκηνοθέτη. Και λίγο αργότερα η βραβευμένη με Όσκαρ Σιμόν Σινιορέ να τον προτρέπει να της απευθύνεται με το μικρό της όνομα. «Ευχαρίστως Σιμόν» απάντησε, νιώθοντας την ίδια στιγμή «λίγο βλαχαδερό».
Φάκελος Ζ
1970 και στις οσκαρικές υποψηφιότητες φιγουράρει η ταινία Ζ. Μάλιστα είναι η πρώτη φορά που ένα φιλμ είναι υποψήφιο για Όσκαρ ξενόγλωσσης αλλά και καλύτερης ταινίας.
Είναι η τρίτη δουλειά του Κώστα Γαβρά· παρόλο που έρχεται από την Ευρώπη με αφρικανική σημαία (είναι αλγερινή παραγωγή και για λογαριασμό της Αλγερίας κέρδισε το ξενόγλωσσο), κατακτά το Χόλιγουντ.
Η ταινία έχει θέμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και την αναζήτηση των ενόχων από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη, μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το σενάριο, διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος που έγραψε το 1966 ο Βασίλης Βασιλικός, υπέγραψε ο Ισπανός συγγραφέας Χόρχε Σεμπρούν, ο οποίος αργότερα έγινε υπουργός Πολιτισμού της Ισπανίας.
Πρόθεση των δημιουργών ήταν το «Ζ» του τίτλου να προφέρεται «ζει» και όχι «ζήτα», καθώς ήθελαν να εκφράζει ηχητικά το ρήμα που ακουγόταν στις διαδηλώσεις που ακολούθησαν: «Λαμπράκη ζεις, εσύ μας οδηγείς» και «Ζει, ζει, ζει».
Ο αδελφός του Κώστα Γαβρά είχε υπηρετήσει στο στρατό μαζί με τον Βασίλη Βασιλικό και ήταν φίλοι. Όταν διάβασε το Ζ το πρότεινε αμέσως στον αδελφό του. Εκείνος το είδε θετικά, αλλά δεν βιάστηκε να το υλοποιήσει. Εντούτοις όταν έγινε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών τον Απρίλη του 1967, ο σκηνοθέτης πήρε αμέσως την απόφαση.
Η ταινία είναι γαλλόφωνη, ενώ τα γυρίσματα έγιναν στην Αλγερία (η τότε σοσιαλιστική αλγερινή κυβέρνηση του FLN βοήθησε με προθυμία). Πρωταγωνιστούν κυρίως Γάλλοι ηθοποιοί με ορισμένες εξαιρέσεις, όπως η Ειρήνη Παππά. Στο φιλμ δεν αναφέρεται η Ελλάδα, αλλά αυτό διαφαίνεται από διάφορα ελληνικά στοιχεία.
Περιττό να πούμε ότι όλος ο πλανήτης αποθέωσε το Ζ, πλην Ελλάδος αφού προβλήθηκε στη Μεταπολίτευση, λόγω χούντας.
Ο μεγάλος δρόμος
Στη δεκαετία του 1970 το πολιτικό θρίλερ, το είδος που υπερασπίζεται ο Κώστας Γαβράς, όχι μόνο γνωρίζει δόξες αλλά βρίσκει πολλούς μιμητές σε όλο τον κόσμο. Κατάσταση πολιορκίας, Ομολογία, Ειδικό δικαστήριο είναι οι ταινίες του που γίνονται ορόσημο και σημείο αναφοράς.
Και το 1982 με τον Αγνοούμενο φτάνει στα ύψη. Αυτή τη φορά ο χώρος όπου ξετυλίγεται η δράση είναι η στρατοκρατούμενη Χιλή επί Πινοσέτ, με φόντο το ρόλο που διαδραμάτισαν οι ΗΠΑ.
Στις Κάννες το φιλμ κερδίζει τον Χρυσό Φοίνικα εξ ημισείας με τον Τοίχο του Τούρκου Γιλμάζ Γκιουνεϊ. Το πρώτο «Ελλάς-Τουρκία» είναι γεγονός, ασχέτως αν οι δύο δημιουργοί δεν συναντήθηκαν ποτέ καθώς ο Τούρκος σκηνοθέτης ήταν τότε φυλακή και δεν μπορούσε να παραστεί στο φεστιβάλ.
Και λίγους μήνες αργότερα ο Γαβράς κερδίζει το Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου.
Από εκεί και πέρα οι δουλειές που παρουσίασε για μια 20ετία –εκτός από το Μουσικό κουτί του 1989– δεν είχαν την επιτυχία των προηγούμενων ταινιών. Μάλιστα το Mad City του 1997 κατακρεουργήθηκε από τους κριτικούς, έστω και αν εκ των υστέρων αναγνωρίστηκε καθώς καυτηρίαζε τη σχέση και την επιρροή των ΜΜΕ στη σύγχρονη κοινωνία.
Είναι ανθρώπινο για έναν δημιουργό να μην είναι πάντα στις επάλξεις. Στην ουσία αυτό που μένει είναι το σύνολο του έργου του. Έλα όμως που ο… συμπατριώτης μας δεν είχε πει την τελευταία του λέξη.
Η αναγέννηση
Το 2002 προβάλλεται το Αμήν, η κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού που δείχνει την αδιαφορία της καθολικής κοινότητας στα όσα έγιναν επί Ολοκαυτώματος. Θρίαμβος.
Ο Γαβράς στα 79 του επιστρέφει και δείχνει ότι δεν έχει πει την τελευταία λέξη. Ακολουθεί το σπουδαίο όσο και προφητικό Τσεκούρι: στην αγνή Γαλλία του 2005 το φάντασμα της ανεργίας αρχίζει να απλώνει τα φτερά του και ο οικογενειάρχης υπόδειγμα γίνεται δολοφόνος προκειμένου να μην χάσει την ελπίδα να κερδίσει μια νέα δουλειά.
Το 2008 έχουμε την πρώτη ελληνική παραγωγή, το γλυκόπικρο Ο παράδεισος είναι στη Δύση. Ακολουθεί το Κεφάλαιο, υπόδειγμα μοντέρνας ταινίας, και φυσικά το Ενήλικοι στην αίθουσα που αγαπήθηκε στο εξωτερικό αλλά εδώ… ξέρετε. Ούτως ή άλλως ο Γαβράς δεν χρειαζόταν από ένα σημείο και μετά καμία επιβεβαίωση.
Έγραψε ιστορία με την αξία του, έζησε και ζει μια ευτυχισμένη ζωή. Και αυτή η πατρίδα… Το 2014 του πρότεινε να αναλάβει το ύπατο αξίωμα, να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Μόνο που το παιδί που έβοσκε πρόβατα στην Αρκαδία δεν είχε ποτέ του τέτοιες φιλοδοξίες.
Σπύρος Δευτεραίος