Αποφασισμένοι να ταξιδέψουν στην άλλη άκρη του κόσμου, είτε για να επιστρέψουν στις δουλειές τους είτε για να βρουν την οικογένειά τους, τέσσερις νέοι από το χωριό Άγιος Σώστης της Μεσσηνίας έτυχε από ένα παιχνίδι της μοίρας να επιβιβαστούν στον «Τιτανικό».
Οι νεαροί μετανάστες επέλεξαν να ταξιδέψουν με το «αβύθιστο» υπερπολυτελές καράβι που ξεκίνησε για το παρθενικό και τελευταίο ταξίδι του από το Σαουθάμπτον της Αγγλίας με προορισμό τη Νέα Υόρκη, για να βυθιστεί μόλις πέντε ημέρες αργότερα στα παγωμένα νερά του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού, στο πιο διάσημο ναυάγιο όλων των εποχών.
Ήταν ένα πραγματικό τεχνολογικό θαύμα για την εποχή του. Ένα υπερπολυτελές πλοίο 269 μέτρων και 52,3 τόνων που έφτανε συνολικά τα 53,3 μέτρα ύψος, διέθετε επτά καταστρώματα και «έπιανε» μέγιστη ταχύτητα 44 χιλιόμετρα ανά ώρα.
Συνολικά μπορούσε να φιλοξενήσει 2.435 επιβάτες και 892 άτομα πλήρωμα. Όμως, αυτό το τεράστιο υπερπλοίο διέθετε μόλις 20 σωστικές λέμβους στις οποίες χωρούσαν μετά βίας 1.178 άνθρωποι. Κι αυτό επειδή θεωρήθηκε «αβύθιστο», και κρίθηκε ότι δεν χρειάζονταν περισσότερες.
Στις 10 Απριλίου 1912 ο «Τιτανικός» ξεκίνησε από το Σαουθάμπτον για τη Νέα Υόρκη, όπου σύμφωνα με τους υπολογισμούς θα έφτανε πέντε μέρες αργότερα. Το βράδυ της τέταρτης ημέρας ωστόσο, στις 23:40 (ώρα πλοίου), έμελλε να είναι και το τελευταίο.
Ο «Τιτανικός» προσέκρουσε σε παγόβουνο και μέσα σε μόλις 2 ώρες και 40 λεπτά είχε βυθιστεί. Μόνο 705 από τους 2.224 επιβάτες κατάφεραν να σωθούν. Τουλάχιστον 1.500 πέθαναν. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι τέσσερις Μεσσήνιοι.
Από το όνειρο στο θάνατο
Το 2006 πραγματοποιήθηκε στο Ζάππειο Μέγαρο μια έκθεση κειμηλίων του ναυαγίου, και εκεί δόθηκαν στη δημοσιότητα οι πληροφορίες για τους τέσσερις νέους από το μικρό χωριό Άγιος Σώστης του Δήμου Οιχαλίας στη Μεσσηνία, όπως προέκυψαν από τον έλεγχο που έκανε η υπεύθυνη έρευνας του ναυαγίου στην Ελλάδα Ρένα Γιατροπούλου.
Εκείνα τα χρόνια, στα πρόθυρα των Βαλκανικών Πολέμων, η Ελλάδα μαστιζόταν από τη φτώχεια και πολλοί νέοι άνθρωποι αναζητούσαν την ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον στην άλλη άκρη του κόσμου.
Ο Βασίλης Καταβέλος ήταν μόλις 18 χρονών τότε. Αποφάσισε να πάει στις ΗΠΑ μετά από φήμες ότι ο μικρότερος αδελφός του Παναγιώτης που βρισκόταν ήδη εκεί έκανε άσωτη ζωή. Ακολουθώντας τη συμβουλή του συγχωριανού του Παναγιώτη Λυμπερόπουλου δέχθηκε να ταξιδέψει μαζί του.
Στις ανησυχίες του Βασίλη για το κόστος του υπεραντλαντικού ταξιδιού, ο Παναγιώτης Λυμπερόπουλος τον καθησύχασε λέγοντάς του ότι τα εισιτήρια της τρίτης θέσης δεν ήταν τόσο ακριβά. Έτσι, ο Βασίλης πούλησε μερικά πρόβατα, αγόρασε το εισιτήριο και ταξίδεψε μέχρι τη Μασσαλία με τον Λυμπερόπουλο και δύο αδέλφια συγχωριανούς τους. Στον «Τιτανικό» επιβιβάστηκε από το λιμάνι του Χερβούργου με αριθμό εισιτηρίου 2682 Γ’ Θέση.
Ο αδελφός του, Παναγιώτης, έμαθε για το θάνατό του από τις εφημερίδες που πουλούσε.
Λίγες εβδομάδες μετά το ναυάγιο η σορός του Βασίλη ανασύρθηκε από το πλοίο «Μακέι-Μπένετ», αλλά επειδή δεν πρόλαβε να αναγνωριστεί από την οικογένειά του ποντίστηκε στη θάλασσα στις 22 Απριλίου 1912. Ο αδελφός του παρέλαβε έναν μικρό καθρέφτη, δύο σημειωματάρια, μια χτένα, ένα κλειδί και το πιστοποιητικό γεννήσεως του Βασίλη.
Ο 33χρονος Παναγιώτης Λυμπερόπουλος ζούσε ήδη αρκετά χρόνια στη Νέα Υόρκη. Είχε μια καλή ζωή και είχε καταφέρει να ανοίξει το δικό του εργαστήριο μεταλλικών χειροτεχνημάτων. Είχε επιστρέψει τον Απρίλιο του 1912 στην Ελλάδα, προκειμένου να βαφτίσει τον γιο του Κώστα στην εκκλησία του Αϊ-Γιάννη.
Πριν από το Πάσχα εκείνης της χρονιάς, και παρά την επιμονή της γυναίκας του Αγγελικής να μείνει να περάσουν μαζί τις ημέρες των γιορτών, εκείνος αποφάσισε να επιστρέψει στην Αμερική με τον «Τιτανικό». Η γυναίκα του είχε προαίσθημα πως κάτι κακό θα συμβεί και τον παρακαλούσε να μην φύγει.
Αυτός όμως ήταν αποφασισμένος, και όταν πλέον έφτασαν στο λιμάνι της Μασσαλίας με τον Βασίλη Καταβέλο, της έγραψε πως «θα ταξιδέψουμε με το καλύτερο ατμόπλοιο του κόσμου» προκειμένου να την καθησυχάσει. Στον «Τιτανικό» επιβιβάστηκε από το λιμάνι του Χερβούργου με αριθμό εισιτηρίου 2683 Γ’ Θέση.
Όταν το πλοίο χτύπησε το παγόβουνο ο Λυμπερόπουλος εγκατέλειψε την Γ’ Θέση. Με τη βοήθεια των αγγλικών που γνώριζε βρήκε ένα σωσίβιο και έπεσε στα παγωμένα νερά. Κολύμπησε μέχρι μια σωσίβια λέμβο όπου βρίσκονταν άλλα τρία άτομα. Δυστυχώς, η λέμβος παρασύρθηκε από τα νερά και δεν βρέθηκε παρά δύο μήνες μετά σε μια ακτή του Καναδά. Οι ναυαγοί ήταν φυσικά νεκροί και είχαν δεθεί στη λέμβο με τις ζώνες των παντελονιών τους.
Τα σωσίβιά τους ήταν σκισμένα με τα δόντια τους, πιθανώς σε μια προσπάθεια να ξεγελάσουν την πείνα τους.
Η γυναίκα και ο γιος του Παναγιώτη Λυμπερόπουλου παρέλαβαν τα αντικείμενα που βρέθηκαν στις τσέπες του: τη βέρα του, μια χρυσή καρφίτσα, ένα ρολόι, μια ατζέντα και κάποια χρήματα. Ο ίδιος ετάφη σε νεκροταφείο του Καναδά.
Ο τρίτος Έλληνας, ο Απόστολος Χρονόπουλος, ήταν τότε 26 ετών. Είχε πάει πρώτη φορά στην Αμερική σε ηλικία 18 ετών και δούλευε διερμηνέας σε μια βιοτεχνία. Είχε αποφασίσει να πάρει μαζί του τον μικρότερο αδελφό του, Δημήτρη, ο οποίος ήταν 21 ετών το 1912.
Αρχικά τα δύο αδέλφια επρόκειτο να ταξιδέψουν στην Αμερική με κάποιο άλλο υπερωκεάνιο, αλλά όταν έφτασαν στη Μασσαλία με τον Παναγιώτη Λυμπερόπουλο και τον Βασίλη Καταβέλο, ο πρώτος τούς έπεισε να αλλάξουν τα εισιτήρια τους και να ταξιδέψουν με τον «Τιτανικό» για να φτάσουν πιο γρήγορα.
Η τύχη των δύο αδελφών δεν έγινε γνωστή. Δεν γνωρίζει κανείς εάν παρασύρθηκαν μαζί με τον «Τιτανικό» στο βυθό ή εάν οι σοροί τους βρέθηκαν και ποντίστηκαν στη θάλασσα.
Είναι πιθανό, ωστόσο, τα λείψανά τους να βρίσκονται στο νεκροταφείο Fairview Lawn στο Χάλιφαξ της Νέας Σκωτίας, όχι μακριά από εκεί όπου πολλά από τα πτώματα των θυμάτων του «Τιτανικού» ξεβράζονταν στην ξηρά τους μήνες που ακολούθησαν την τραγωδία.
Στο Fairview έχουν ταφεί 121 θύματα του ναυαγίου, τα περισσότερα θύματα του «Τιτανικού» από οποιοδήποτε άλλο νεκροταφείο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ωστόσο, το ⅓ εξ αυτών δεν έχει ταυτοποιηθεί και οι τάφοι τους αναγράφουν μόνο την ημερομηνία θανάτου.
Μνημείο στον Άγιο Σώστη
Σήμερα στο ορεινό χωριό του Αγίου Σώστη στη Μεσσηνία υπάρχει ένα μικρό μνημείο (δημιουργήθηκε μόλις το 2001) για τα τέσσερα θύματα του «Τιτανικού».
«Εις μνήμην των τεσσάρων Ελλήνων θυμάτων του “Τιτανικού” του έτους 1912 αναζητούντων καλυτέραν τύχην εις ΗΠΑ δι’ εαυτούς και οικογενείας των. Βασιλείου Γ. Καταβέλου – Παναγιώτου Κ. Λυμπεροπούλου – Αποστόλου Μ. Χρονοπούλου – Δημητρίου Μ. Χρονοπούλου», αναγράφεται στο ταπεινό μνημείο.