Την περασμένη Τετάρτη, 7 Φεβρουαρίου, ο Σύνδεσμος Ανταποκριτών Διεθνών ΜΜΕ Ελλάδος (International Press Union Of Greece) τίμησε με το «Βραβείο Ευπρέπειας 2023» τον Βαχίτ Τουρσούν για το λεξικό του Romeika-Türkçe Sözlük. Trabzon Rumcası («Ελληνοτουρκικό λεξικό. Τα ρωμαίικα της Τραπεζούντας») που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τις εκδόσεις Eyamola του Ομέρ Ασάν.
Η τελετή απονομής πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Γραφείου Ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, και τον ποντιακό χώρο εκπροσώπησε η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών.
Το «Βραβείο Ευπρέπειας» απονέμεται κάθε χρόνο από το Σύνδεσμο Ανταποκριτών Διεθνών ΜΜΕ σε ανθρώπους που με τη διεθνή δράση τους προάγουν τη γνώση, τον πολιτισμό και την αλληλοκατανόηση των λαών.
Με αφορμή τη βράβευσή του, ο Τραπεζούντιος ερευνητής Βαχίτ Τουρσούν περιέγραψε γλαφυρά τη δουλειά του, αλλά και την προσωπική του περιπλάνηση, λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Γεννήθηκα σε ένα ορεινό και σχεδόν απομονωμένο χωριό της Τραπεζούντας. Το χωριό μας λεγόταν Ώκενα. Μιλούσαμε μια γλώσσα και νομίζαμε όλοι οι άνθρωποι με την ίδια γλώσσα συνεννοούνται. Οι συγχωριανοί μας άλλη γλώσσα δεν ήξεραν. Στο Δημοτικό Σχολείο αρχίσαμε να μαθαίνουμε τα τουρκικά. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω πως υπάρχουν κι άλλες γλώσσες, και για να ξεχωρίζουμε τη δική μας, την ονομάζαμε ρωμαίικα.
»Στο σχολείο απαγορευόταν να μιλήσουμε τα ρωμαίικα αλλά εμείς συνεχίζαμε να τα μιλάμε. Γι’ αυτόν το λόγο φάγαμε πολύ ξύλο από δασκάλους. Μετά το Δημοτικό, λόγω σπουδών στη Θεολογική Σχολή που αποφάσισε ο πατέρας μου, αποχωρίστηκα το αγαπημένο μου χωριό και κατέβηκα στην κωμόπολη. Έτσι, αποχωρίστηκα και τη γλυκιά γλώσσα της μάνας μου φυσικά. Πάντα κουβαλούσα μέσα μου τη νοσταλγία του χωριού και της μητρικής μου γλώσσας.
»Πολύ αργότερα, όταν ξενιτεύτηκα, πλέον τα Ρωμαίικα ήταν μια γλωσσική ανάμνηση για μένα.
»Τελικά το 1989, για οικονομικούς λόγους μετανάστευσα στην Ελλάδα. Όταν μπήκα στη χώρα, η ιδέα ότι για να συνεννοηθώ με τον κόσμο έπρεπε να χρησιμοποιήσω την απαγορευμένη μου μητρική γλώσσα, που νοσταλγούσα τόσο πολύ, μου δημιουργούσε μία απίστευτη και απερίγραπτη χαρά. Έτσι σιγά-σιγά άρχισα να σκέφτομαι ότι θα ήταν καλό να κάνω κάτι για τη γλώσσα που με διαμόρφωσε.
»Νομίζω ότι ήταν το 1993 όταν άρχισα να μαζεύω τις πρώτες λέξεις από τη μητρική μου γλώσσα. Σε μερικές μέρες είχα καταγράψει μόλις 500 με 600 λέξεις περίπου, και ως εκ τούτου είχα απογοητευτεί. Γιατί με τόσο λίγες λέξεις δεν θα μπορούσα να ετοιμάσω ούτε ένα μικρό λεξικό. Δεν τα έβαλα όμως κάτω! Συνέχισα να θυμάμαι και να καταγράφω. Μέρα-νύχτα τα ρωμαίικα με απασχολούσαν. Ακόμα και στα όνειρά μου είχαν μπει. Κάτω από το μαξιλάρι μου πάντα είχα ένα μολύβι και ένα τετράδιο όπου σημείωνα τις λέξεις που έρχονταν στο μυαλό μου μέχρι να κοιμηθώ».