Η ονομασία του μηνός Φεβρουαρίου προέρχεται από την λατινική λέξη februus που σημαίνει καθαρτικός. Ήταν ο μήνας που περιελάμβανε τους καθαρμούς στην αρχαία Ρώμη.
Σύμφωνα με την Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, ο Φέβρουος ήταν ο θεός των νεκρών, ενώ η Φεβρούα η θεά των καθαρμών και των εξαγνισμών. Ο μήνας Φεβρουάριος δηλαδή ήταν αφιερωμένος –σύμφωνα με τη ρωμαϊκή παράδοση– στους καθαρμούς, και λόγω των έντονων βροχοπτώσεων που παρατηρούνται κατά τη διάρκειά του τον είχαν συνδέσει με τον θεό του υδάτινου στοιχείου τον Ποσειδώνα. Στην αρχαία Ελλάδα τον έλεγαν Ανθεστηριώνα.
Στον Πόντο τον ονόμαζαν «Κούντουρον» (αυτός που έχει κοντή ουρά δηλαδή), επειδή είναι λειψός, έχει μόνο 28 ημέρες· όταν ο χρόνος είναι δίσεκτος, όπως φέτος, έχει 29.
Στο Σταυρίν της Χαλδίας, την ιστορική ορεινή πόλη που ανήκε στη διοίκηση της Αργυρούπολης και πήρε την ονομασία της από το μετόχι της Ιεράς Μονής Βαζελώνα, τη Μονή Τιμίου Σταυρού που καταστράφηκε στα τέλη του 18ου αι., ο μήνας Φεβρουάριος λεγόταν και Κουτσουκιάρης.
Κουτσουκιάρης σημαίνει σημαδιακός, γιατί πίστευαν πως εάν μια δίψυχος (δηλαδή έγκυος γυναίκα) δούλευε ή έπιανε κάτι τις πρώτες ημέρες του μήνα –και ιδίως στις 3 Φεβρουαρίου, ημέρα της γιορτής του Αγίου Συμεώνος–, τότε το παιδί της θα γεννιόταν με σημάδι. Εάν έπιανε το κέντημά της πιθανόν το παιδί να είχε σημάδι στο σώμα του το τελάρο του κεντήματος, εάν έπιανε το φορκάλ (σκούπα) να σκουπίσει τα φύλλα στην αυλή μπορεί να γεννούσε παιδί με σημάδι το αποτύπωμα ενός φύλλου, κοκ.
Τον Φεβρουάριο έκανε δριμύ ψύχος στον Πόντο, ιδιαιτέρως στους ορεινούς οικισμούς του. Έτσι ο Κούντουρον λεγόταν και Κούτσουρον και η ποντιακή μούσα τον κατέγραψε ως
«ο Κούντουρον ο Κούτσουρον και ο Πασσαλοκάφτες»,
δηλαδή κουτσουρεμένο και πασσαλοκάφτη, επειδή τελείωναν τα ξύλα και οι άνθρωποι αναγκάζονταν να κάψουν ακόμα και τους πασσάλους από τους φράκτες των σπιτιών τους για να ζεσταθούν.
Ο Φεβρουάριος όμως δεν έφερνε μόνο προβλήματα αλλά και χαρές, γιατί ήταν ο μήνας που γεννούσαν συνήθως τα ζώα και υπήρχε αφθονία γάλακτος, γι’ αυτό και στο Σταυρίν τραγουδούσαν:
«Έρθεν και ο Κούντουρον, θα τρως πολλά βούτουρον».
Στη Σάντα αλλά και στην Χόψα του Τορούλ ήταν ιδιαιτέρως προληπτικοί, γι’ αυτό και το μήνα Φλεβάρη, και δη όταν το έτος ήταν δίσεκτο, δεν γινόντουσαν γάμοι, γιατί «χαΐρ ‘κι έλεπαν» – δεν έβλεπαν χαΐρι, δεν είχαν πρόοδο.
Στην Κερασούντα την περίοδο αυτή (τα κρύα του Φλεβάρη έως τον Μάρτη) την έλεγαν λυκοχάτζιν. Λυκοκοχάντζ’ την έλεγαν οι Τραπεζουνταίοι, ενώ οι κάτοικοι της Οινόης έλεγαν τις ακραίες καιρικές συνθήκες Αλυκοχαντζού. Η λέξη ήταν σύνθετη, το πρώτο συνθετικό της ήταν η λέξη λύκος και το δεύτερο η λέξη χαντζού.
Ήταν η περίοδος του ζευγαρώματος των λύκων που λόγω του οίστρου τους γίνονταν πιο επιθετικοί από ποτέ. Με αυτή τη λέξη λοιπόν οι Πόντιοι εύστοχα περιέγραφαν τη δριμύτητα του ψύχους των τελευταίων μερών του Φλεβάρη και των πρώτων ημερών του Μάρτη, λίγο πριν φύγει ο χειμώνας που έδειχνε το «δόντι του» σαν το λύκο.
Για την Κερασούντα, την παραθαλάσσια πόλη-αποικία της Σινώπης δυτικά της Τραπεζούντας, ο ψυχρότερος μήνας ήταν ο Ιανουάριος που είχε μέση θερμοκρασία 7 βαθμούς, αλλά σε συνδυασμό με την υγρασία της θάλασσας το κρύο ήταν τσουχτερό. Ο μήνας Φεβρουάριος (ο Κούντουρον) ήταν σαφώς πιο θερμός για το εύκρατο κλίμα της πόλης, γι’ αυτό και οι Κερασουνταίοι συνήθιζαν να λένε:
«Κουντούρου χιόνιν βούτερον»,
δηλαδή, το χιόνι του Φεβρουαρίου είναι σαν βούτυρο.
Στο τέλος του Φεβρουαρίου οπότε τα χιόνια στα βουνά άρχιζαν να λιώνουν και να ελευθερώνονται οι δρόμοι προς την ενδοχώρα, γεγονός που ευνοούσε το εμπόριο και την οικονομία, οι Πόντιοι ανιόντες συγγενείς μας έλεγαν:
«Εδέβεν πλαν ο Κούντουρον (έφυγε ο Φλεβάρης)
»τη Μάρτ’ τ’ ωτία εφάνθαν (φάνηκαν τα αυτιά του Μάρτη)
»τα χιόνα όλα λύγανε (τα χιόνια όλα έλιωσαν)
»κι ας σα ραχία εχάθαν (και από τα βουνά εξαφανίστηκαν)».
Τον Κούντορον οι γεωργοί «λίχτρευαν» τα χωράφια, τα προετοίμαζαν δηλαδή για τις καλλιέργειες. Το ρήμα λιχτρεύω έχει δύο έννοιες: α) οργώνω με την λίχτρεν και β) σκάβω. Η λίχτρε ήταν ένα οδοντωτό γεωργικό εργαλείο, ένα ενισχυμένο πατόφτυαρο. Με αυτήν την ονομασία απαντάται στην Τραπεζούντα, στη Χαλδία και στον Όφη, ενώ στην Κερασούντα και την Ματσούκα αναφέρεται και ως λιχτρομάκελλον.
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο Ιστορικό λεξικό της ποντικής διαλέκτου αναφέρει πως ίσως η λέξη να έλκει την καταγωγή της από το αρχαίο λίστρον (=σκαπάνη). Μας διασώζει επίσης ένα σχετικό δίστιχο που λέει:
«Επέρα λιχτρομάκελλον κ’ εγώ ‘ς σον Άδ’ επήγα,
ελίχτρεψα κ’ εγρίζεψα και την αγάπη μ’ εύρα»,
δηλαδή: Πήρα το λιχτρομάκελλο και πήγα στον Άδη, έσκαψα και την αγάπη μου βρήκα. Η λέξη εγρίζεψα προέρχεται από το ρήμα γριζεύω (=εκριζεύω).
Την εποχή αυτή λόγω του ψύχους και της έλλειψης τροφής στα παρχάρια, αφού ήταν καλυμμένα με χιόνια, τα ζώα έμεναν μέσα στο μαντρί. Η φιλόλογος Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια μάς αναφέρει στο Αρχείον του Πόντου ότι υπάρχει η λέξη κουντουρέσιν(το) ή κουντουρέσ’(το), που προσδιόριζε όσα ζώα γεννιόντουσαν μέσα στο μήνα αυτόν.
Ο Φλεβάρης δεν ήταν μόνο μήνας «έκρηξης γεννήσεων» για τα μεγάλα ζώα αλλά και ζευγαρώματος για τα μικρά, έτσι μας έχει διασωθεί το χαρακτηριστικό δίστιχο:
«Έρθεν και ο Κούντουρον, τα κάτας μιάου-μιάου»,
που εύστοχα περιγράφει την περίοδο ζευγαρώματος των γατών.
Τα δύο τη Κουντούρ τη Παναΐας
Στις 2 του Φλεβάρη σε όλη την χριστιανοσύνη τιμάται η ημέρα της Υπαπαντής, του σαραντίσματος δηλαδή της Παναγίας. Αυτή η μέρα είθισται στον ορθόδοξο κόσμο να είναι η «γιορτή της μητέρας», και όχι η δεύτερη Κυριακή του Μάη κατά το ξενικό έθιμο. Είναι η ημέρα που ο Άγιος Συμεών κράτησε στα χέρια του τον Χριστό σαράντα ημερών βρέφος και είπε την ιστορική φράση: «Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου».
Στον Πόντο όταν ήθελαν να πειράξουν κάποιον για μια απορία του, της οποίας η απάντηση ήταν ευκόλως εννοούμενη, έλεγαν:
«Τα δύο τη Κουντούρ τη Παναΐας πότε εν;».
Τότε αυτός συνήθως απαντούσε «Σα εφτά τη Καλομηνά», θέλοντας να δείξει την ενόχλησή του που τον περνάνε για χαζό!
Στα Κοτύωρα την ημέρα αυτήν γιόρταζε ο μητροπολιτικός ναός της πόλης. Μαζευόταν πολύς κόσμος από τις γύρω περιοχές, ακόμα και μουσουλμάνοι με προβλήματα υγείας, παράλυτοι, επιληπτικοί κοκ, για να παρακαλέσουν την Παναγία να τους ιάνει. Έριχναν επάνω τους νερό που έτρεχε από τα αγιάσματα στην νότια πλευρά της εκκλησίας. Την παραμονή γινόταν παννυχίδα και το πρωί μετά την απόλυση οι εκκλησιαστικοί παράθεταν γεύμα στο πλήθος που είχε μαζευτεί για να προσκυνήσει τη χάρη Tης.
Τον Ιερό Ναό της Υπαπαντής τον έλεγαν «τη Παναΐας η εγκλεσία» ενώ την συνοικία του ναού «τη Παναΐας η μαχαλά». Αυτή την ημέρα γιόρταζαν οι Παναγιώτηδες, ενώ οι Παναγιώτες, οι Μαρίες, οι Δέσποινες, οι Παρθένες και οι Σημέλες γιόρταζαν στην κοίμηση της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο.
Ο Φεβρουάριος παρ’ ότι Κούντουρος έχει πληθώρα εορτών, πολλές από αυτές αναφέρονται σε Αγίους με καταγωγή από τον Πόντο, όπως του Αγίου Τρύφωνος και του Αγίου Βλασίου του ιερομάρτυρος. Σπουδαιότερη απ’ όλες μετά την Υπαπαντή, η εύρεση της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου στις 24 του μηνός, «τ’ Αεννί’ τη Κοτζακέφαλου» όπως έλεγαν οι δικοί μας, δηλαδή του Αϊ-Γιαννού που του έκοψαν το κεφάλι.
Υείαν και ευλοΐαν και καλομηνίαν!
Αλεξία Ιωαννίδου