Στην εκδήλωση προς τιμήν του Στέλιου Παπαθεμελή με πλησίασε αναγνώστης και μου είπε πως μόλις ολοκληρώνει κάποιο κείμενο από αυτά που γράφω του έρχεται να αυτοκτονήσει από την απαισιοδοξία που περιέχει. Και φίλος καθηγητής Φιλοσοφίας που πήρε το λόγο εκτίμησε και αυτός πως πρέπει να αφήνουμε κάποια ελπίδα στην ανάλυσή μας.
Τα δημοσιογραφικά κείμενα που προσεγγίζουν την καθημερινότητα δεν είναι νουβέλες με χάπι εντ για τους πρωταγωνιστές τους. Αλλά φαίνεται πως μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας αρέσκεται να δημιουργεί ψευδαισθήσεις για να μπορεί να επιβιώνει.
Οι ψευδαισθήσεις όμως είναι επικίνδυνες όταν άπτονται ζωτικών θεμάτων. Και η χώρα δεν βρίσκεται κάπου στο κέντρο της Ευρώπης. Μπορεί κάποιο πρωί να χτυπήσει η πόρτα και «να μην είναι ο γαλατάς», για να χρησιμοποιήσω μια παλιά έκφραση.
Είναι ψευδαίσθηση ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα εξελιχθούν ομαλά. Η Τουρκία είχε ανάγκη αυτήν την ανάπαυλα, και για πολιτικούς και για οικονομικούς και για στρατιωτικούς λόγους. Αυτή θέλησε την ψευδεπίγραφη Διακήρυξη Φιλίας, και την πέτυχε. Εξυπηρετεί την Αθήνα και ακολούθησε. Τίποτε δεν εγγυάται ότι τα «ήρεμα νερά» θα συνεχιστούν. Η Ελλάδα είναι φίλη με μια χώρα που την απειλεί με casus belli αν ασκήσει τα δικαιώματά της – τα οποία μόνο αυτή σε όλον τον κόσμο δεν τα έχει ασκήσει.
Και ενώ το κράτος συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο, ο ελληνικός λαός αισθάνεται περήφανος και για το κράτος του και για την κυβέρνησή του. Αυτή είναι μια ψευδαίσθηση. Διατηρείται όσο δεν γνωρίζουμε αν η γάτα του Σρέντινγκερ είναι ζωντανή ή νεκρή. Όταν ανοίξει η πόρτα και δούμε την κατάστασή της η ψευδαίσθηση θα καταρρεύσει. Όπως και η συνάρτηση του προαναφερόμενου φυσικού.
Το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι ουσιαστικά μονοκομματικό, αν και στο κυβερνών κόμμα οι επιλογές που γίνονται αποδομούν και το ίδιο από την παραδοσιακή του βάση. Τα άλλα δύο κόμματα από πλευράς ποσοστών έχουν την ίδια ακριβώς πολιτική. Περιμένουν να τα ευνοήσει η τύχη και να αποκτήσουν μεγαλύτερη επιρροή. Δεν έχουν να προτείνουν διαφορετική πολιτική.
Η κοινή πολιτική των τριών κομμάτων είναι οι αποδομητικές επιλογές της κοινωνικής συνοχής και του πολιτισμικού προτύπου που είχαμε συνηθίσει. Η πολιτική αυτή επιλογή της αποδόμησης είναι μειοψηφική στην κοινωνία, αλλά πλειοψηφική στην πολιτική. Δεν την θέλει η κοινωνία, εντούτοις ψηφίζει τα κόμματα που την προωθούν.
Ενδιαφέρεται κανείς γι’ αυτή την αντίφαση; Όχι. Γιατί το πρόβλημα είναι η κατοχή και η νομή της εξουσίας. Σήμερα είναι οι μεν αύριο θα είναι οι δε. Ίδιοι και απαράλλακτοι. Μια επιχειρηματική ομάδα που χαρακτηρίζεται από πολιτική υποκουλτούρα (οι επιλογές της εξαντλούνται από το ποδόσφαιρό ως τη νύχτα) καθορίζει το πολιτικό παιχνίδι, καθώς κατέχει και τα μέσα ενημέρωσης.
Η «άλλη άποψη» προσπαθεί να συγκροτηθεί, αλλά προς το παρόν η προσπάθεια περιορίζεται σε μικρές ομάδες ειδικών χαρακτηριστικών που αδυνατούν να εκφράσουν την κοινωνική πλειοψηφία. Με το ρεφρέν «ξέρετε κάποιον καλύτερο» η κοινωνία αναπαράγει και τις πολιτικές ψευδαισθήσεις της.
Η επικράτηση αποδομητικών της εθνικής συνείδησης και εθνικής συνοχής αντιλήψεων έχουν χαλαρώσει την ετοιμότητα του στρατεύματος, παρά τα όσα προπαγανδιστικά μεταδίδονται λες και ζούμε στην εποχή της χούντας. Και αν αγγίξεις την ιερή αγελάδα (την κατάσταση του στρατεύματος) θεωρείσαι επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια.
Οι παραιτήσεις δεκάδων –αν όχι εκατοντάδων– αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, κυρίως από το Ναυτικό, αποκαλύπτουν πως ο βασιλιάς είναι γυμνός και θέτουν το ερώτημα: με αυτή την κατάσταση του στρατεύματος θα πολεμήσουμε αν χρειαστεί; Και εδώ η κοινή γνώμη προτιμά να ζει στις ψευδαισθήσεις που έχει (ή που της έχουν) δημιουργήσει. Και αν θυμίσεις την πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.
Ο κατάλογος είναι μακρύς. Το συμπέρασμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε αποσύνθεση. Και η αποσύνθεσή της είναι προγραμματισμένη.
Η ιστορία με το νομοσχέδιο για τους ομοφυλόφιλους αποκαλύπτει αυτή τη στόχευση. Η επιδίωξη είναι να δημιουργήσουν σιγά-σιγά ένα νέο ανθρωπολογικό είδος, κάτι μεταξύ ανθρώπου και μηχανής. Και προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η κατά το δυνατό ουδετεροποίηση των χαρακτηριστικών του ανθρώπου, και η κατά το δυνατό βιολογικοποίηση των χαρακτηριστικών της μηχανής. Για να συγκλίνουν.
Η Ελλάδα, όπως και με τα μνημόνια τότε, με την οικονομική κρίση, είναι προσφιλές πειραματικό πεδίο. Ένας λαός ο οποίος έχει «παθητικοποιηθεί» από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, του έχει επιβληθεί ένα μονοκομματικό σύστημα με τον εξοβελισμό οτιδήποτε και οποιουδήποτε απειλήσει την κυρίαρχη ιδεολογία, είναι ευεπίφορος να παίξει και αυτή τη φορά το ρόλο του πειραματόζωου.
Και επειδή αν συνέλθουμε από τις ψευδαισθήσεις μας θα έρθουμε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα της συνύπαρξής μας με την Τουρκία, στη γειτονική χώρα υπάρχει μια σφριγηλή ηγεσία (το ότι είναι αυταρχική δεν είναι χαρακτηριστικό της σημερινής, αυταρχικό ήταν πάντοτε το τουρκικό πολιτικό σύστημα), η οποία μπορεί και διαχειρίζεται έναν λαό έτοιμο να υπερασπιστεί τα χαρακτηριστικά του. Δεν είναι πρότυπα η Τουρκία και ο τουρκικός λαός, αλλά εδώ εξετάζουμε τα χαρακτηριστικά που έχουν για να προωθήσουν την πολιτική τους.
Οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν και αυτές προβλήματα, όμως έχουν μπει σε πραγματικό πεδίο μάχης πολλές φορές. Η τουρκική κοινωνία αποδέχεται ανθρώπινες απώλειες εν ονόματι της υπεράσπισης του εθνικού της συμφέροντος, σε αντίθεση με την ελληνική που είναι ανελαστική στο θέμα αυτό. Και καλώς είναι ανελαστική, διότι η ανθρώπινη ζωή έχει απόλυτη αξία. Αλλά αυτή είναι μια παράμετρος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και για το είδος των εξοπλισμών και του δόγματος, και κυρίως του μγματος εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Στην Αθήνα αυτά ανήκουν στην σφαίρα του μύθου.
Επιπλέον η Τουρκία μπορεί να διέρχεται οικονομική κρίση, έχει όμως οικονομικές υποδομές πολύ πιο σύνθετες και στέρεες των ελληνικών, παράγει δικά της οπλικά συστήματα που της παρέχουν μεγαλύτερους βαθμούς αυτονομίας, και προφανώς με βάση όλα αυτά θα έχει και μεγαλύτερη τεχνογνωσία.
Ο Ερντογάν με το σύστημα εξουσίας που έχει διαμορφώσει ταπείνωσε και τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ στο θέμα της ένταξης της Σουηδίας στην Ατλαντική Συμμαχία, κάνοντας μικρά και επιλεγμένα βήματα που έχουν φέρει την Ουάσινγκτον σε ρόλο ικέτη να αναγνωρίζει τη μοναδικότητα της τουρκικής παρουσίας στη Συμμαχία, ενώ ουσιαστικά την εκβιάζει.
Ή, όπως λέει ο γνωστός Αμερικανός δημοσιογράφος Μάικλ Ρούμπιν, η Τουρκία «υποτάσσει τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ στο δικό της υλικό όφελος».
Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο Middle East Forum o Ρούμπιν θεωρεί παραπλανητική την εκτίμηση ότι η Τουρκία είναι πολύ σημαντική για το ΝΑΤΟ, διότι όπως γράφει «σημασία δεν έχει το μέγεθος του στρατού της, αλλά η πολιτική βούληση να τον χρησιμοποιήσει [υπέρ της Συμμαχίας]».
Σημειώνει ακόμη ότι «η Τουρκία δεν παρέχει πλέον στο ΝΑΤΟ τα θεμέλια ή την αξία που είχε κάποτε» και «αφού δεν είναι θεσμικά δυνατό να εκδιωχθεί από το ΝΑΤΟ, θα μπορούσε να τεθεί σε καραντίνα».
Αυτή η άποψη για την Τουρκία μπορεί να είναι υπαρκτή στα αμερικανικά κέντρα διαμόρφωσης πολιτικής, αλλά δεν φαίνεται να είναι ισχυρή. Και ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του State Department σε δηλώσεις του αναγνώρισε τη σημασία της Τουρκίας ως σημαντικού συμμάχου στην περιοχή και ζήτησε από την τουρκική κυβέρνηση να ολοκληρώσει τη διαδικασία ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, κάτι που δεν ολοκληρώθηκε με την απόφαση της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.
Πάντως, τηλεγράφημα του Reuters παρουσιάζει τον Μπάιντεν να έχει στείλει στο Κογκρέσο την επιστολή για παραχώρηση των F-16 στην Τουρκία.
Αν η στάση της Αμερικής απέναντι στον Ερντογάν και την Τουρκία είναι αυτή που παρακολουθούμε επί Μπάιντεν, φανταστείτε ποια θα είναι αν επιστρέψει στην προεδρία των ΗΠΑ ο Τραμπ – κάτι που θεωρείται πολύ πιθανό.