Αφιερωμένη στην εκπαίδευση είναι η 24η Ιανουαρίου, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ώστε να αναδειχθεί ο ρόλος της στην ειρήνη και την ανάπτυξη.
Ένα από αυτά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους Έλληνες της καθ’ ημάς Ανατολής είναι η φροντίδα που έδειξαν για τα Γράμματα. Όπως έχει εξηγήσει στο pontosnews.gr η γραμματέας του Ελληνικού Ιδρύματος Ιστορικών Μελετών (ΙΔΙΣΜΕ) Ειρήνη Σαρίογλου, «υπουργείο Παιδείας» του αλύτρωτου ελληνισμού ήταν ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως (ΕΦΣΚ).
«Το 1834 περίπου ο σουλτάνος είχε ξεμείνει από χρήματα, τα ταμεία ήταν άδεια και οι Μεγάλες Δυνάμεις ήταν πάντα διατεθειμένες να δανείσουν υπό όρους. Ο πρώτος όρος ήταν η δημιουργία συντάγματος, στο οποίο το άρθρο 1 θα προβλέπει την ισότητα ανάμεσα στους μουσουλμάνους και μη μουσουλμάνους κατοίκους της Αυτοκρατορίας. Στη γλώσσα των ιστορικών αυτή είναι η περίοδος Τανζιμάτ – στα οθωμανικά η λέξη σημαίνει μεταρρύθμιση», ανέφερε.
Μια από τις κοινότητες που επωφελήθηκε της συγκυρίας ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι επενδύοντας πολύ συνειδητά στην εκπαίδευση ίδρυσαν αρρεναγωγεία, παρθεναγωγεία, εμπορικές σχολές και σχολές ξένων γλωσσών. «Σε λιγότερο από 60 χρόνια, προτού μπούμε στον 20ό αιώνα, γινόμαστε το ΔΝΤ της εποχής, δανείζουμε χρήματα στον σουλτάνο για να μην καταρρεύσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία, γιατί είχαμε επενδύσει στην καλλιέργεια», τόνισε η Ειρήνη Σαρίογλου.
Έτσι, τον 19ο αιώνα το δίκτυο σχολείων που ιδρύθηκε έκανε τους Έλληνες να ξεχωρίζουν, «γιατί ο σουλτάνος όταν ήθελε διπλωμάτη θα έπαιρνε Έλληνα, και όταν ήθελε γιατρό, και όταν ήθελε φαρμακοποιό, κοκ. Σε χρόνο μηδέν εντάχθηκαν μέσα στην οθωμανική διοίκηση, στον κρατικό μηχανισμό και στην ουσία είχαν το πάνω χέρι και ουσιαστικά διοικούσαν. Για παράδειγμα: ο τουρκικός Ερυθρός Σταυρός (Ερυθρά Ημισέληνος) ιδρύθηκε από τον Μάρκο Πασά, τον Ρωμιό», σημείωσε.
Το συντονισμό όλων αυτών των σχολείων σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία τον είχε ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως που ιδρύθηκε το 1861 από τον ιατροφιλόσοφο Κωνσταντίνο Ηροκλή Βασιάδη, «έναν πάμφτωχο Ηπειρώτη που είχε όμως όραμα», όπως είπε η Ειρήνη Σαρίογλου.
Και πρόσθεσε: «Αμέσως όμως είχε αντιληφθεί ότι έπρεπε να πάει στους πλούσιους της εποχής, να ζητήσει να βάλουν λεφτά ώστε να ιδρυθούν παντού σχολεία· και έγινε αυτό το θαύμα της εκπαίδευσης που συντονιζόταν από τον ΕΦΣΚ».
Στην Πόλη, μετά στο Παρίσι και πάλι πίσω
Ο Κωνσταντίνος Βασιάδης σε ηλικία 10 ετών μετοίκησε στην Αρτάκη της Κυζίκου όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως φούρναρης. Μικρός δούλεψε στο φούρνο, συνέχισε το σχολείο και παράλληλα διακρίθηκε στο κολύμπι. Το 1837 εγγράφηκε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή που τότε λειτουργούσε στην Ξηροκρήνη στην Κωνσταντινούπολη.
«Σύμφωνα με μια συνήθεια που επικρατούσε εκείνην την εποχή, ο καθηγητικός σύλλογος της σχολής και ο σχολάρχης έδιναν στους μαθητές τους ένα όνομα σύμφωνα με την κλίση και το χαρακτήρα τους. Το αθλητικό παράστημα και ο τολμηρός χαρακτήρας του Κωνσταντίνου έγιναν αιτία να τον αποκαλούν Ηροκλή, και το όνομα αυτό κράτησε ως το τέλος της ζωής του», ανέφερε ο Άρης Τσοκώνας σε ημερίδα που έγινε το 2012 Ημερίδα για τον ΕΦΣΚ.
Σε ηλικία 22 ετών διορίστηκε καθηγητής φιλολογίας στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, έχοντας ήδη περάσει από την Αστική Σχολή της Βλάγκας και τη σχολή του Μεγάλου Ρεύματος (την οποία διηύθυνε με επιτυχία για τρία χρόνια). Προστατευόμενος του μεγάλου ποστέλνικου και υπομνηματογράφου του Πατριαρχείου Σωτήρη Καλλιάδη, έκανε σπουδές ιατρικής στο Παρίσι, ενώ παρακολούθησε και μαθήματα φιλολογίας και φιλοσοφίας.
Το 1859, επιστρέφοντας στην Πόλη, του προτάθηκε έδρα στην Φιλοσοφική Σχολή του Οθωνείου Πανεπιστημίου, αλλά μη εγκρίνοντας την συγκέντρωση όλων των λογίων στην Αθήνα προτίμησε να διοριστεί καθηγητής φιλοσοφίας στην Μεγάλη του Γένους Σχολή, θέση που διατήρησε έως το 1862.
Η ίδρυση του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως
Στα τέλη του 1861 μαζί με άλλους λόγιους και φιλογενείς άνδρες (όπως οι: Γεώργιος Ζαρίφης, Αλέξανδρος Πασπάτης, Σπυρίδων Μαυρογένης, Ανδρέας Συγγρός και Αλέξανδρος Καραθεοδωρής) ίδρυσε το Εκπαιδευτικόν Φροντιστήριον. Σκοπός του σωματείου ήταν «η διάδοσις των γραμμάτων εν γένει εις τους εν τω Οθωμανικώ κράτει ορθοδόξους λαούς και μάλιστα εις το γυναικείον φύλον, άνευ διακρίσεως καταγωγής και γλώσσης».
Στις αρχές της ίδιας χρονιάς συμμετείχε και στην ίδρυση του Ιατρικού Συλλόγου, του πρώτου σωματείου που χρησιμοποίησε τον όρο «σύλλογος» στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ήδη από το 1860, μια μικρή συντροφιά, αποτελούμενη από τον διπλωμάτη Αριστείδη Παλαιόλογο και τους αδελφούς Δημήτρη και Κωνσταντίνο Καλλιάδη, συγκεντρώνονταν σε ένα σπίτι στην Οδό Παρμάκαπι 11, όπου ο Κωνσταντίνος Βασιάδης μελετούσε και ανέλυε το έργο του αγαπημένου του φιλοσόφου Πλάτωνα. Εκεί έμενε ο Σπυρίδων Μαυρογένης, ο μετέπειτα αρχίατρος και προσωπικός γιατρός του Σουλτάνου Χαμίτ του Β΄.
Με τον καιρό και άλλοι εξέφρασαν την επιθυμία να συμμετάσχουν στις φιλολογικές αυτές εσπερίδες, και γι’ αυτό αποφασίστηκε η ίδρυση ενός φιλολογικού σωματείου. Έτσι, στις 17 Απριλίου 1861 συγκεντρώθηκαν στη Μεγάλη Οδό του Πέραν, στο μέγαρο του Χατζή Γεωργίου Κωνσταντινίδη και ίδρυσαν τον «Εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο» κατά το πρότυπο των ακαδημιών και λεσχών της Δυτικής Ευρώπης.
Μεγάλα ποσά για την Παιδεία
Στην πρώτη συνεδρία του συλλόγου (4 Μαΐου 1861) έγιναν οι αρχαιρεσίες και τα εγκαίνια. Πρόεδρος ορίστηκε ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής, σύμβουλος του υπουργείου Εκπαίδευσης και προσωπικός γιατρός του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄, Στέφανος Καραθεοδωρής. Από τα 33 ιδρυτικά μέλη, τα 10 ήταν γιατροί, τα 7 επιχειρηματίες, τα 6 εκπαιδευτικοί και λόγιοι, τα 4 μέλη της ανώτερης οθωμανικής διοίκησης, και ένα, ο Αλέξανδρος Λάσκαρης, μητροπολίτης Σισανίου, ανήκε στον κλήρο.
Ο ΕΦΣΚ για να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά χωρίστηκε σε τμήματα. Ο Κωνσταντίνος Βασιάδης ήταν μόνιμος πρόεδρος της Φιλολογικής Επιτροπής, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να είναι ταυτόχρονα και πρόεδρος της Εκπαιδευτικής. Έγινε η κινητήριος δύναμη και πρωτοστατούσε σε κάθε πρωτοβουλία. Πρότεινε την ίδρυση της Ζωγραφείου Βιβλιοθήκης και έπεισε τον φίλο του Χρηστάκη Ζωγράφο να την χρηματοδοτήσει.
Εισηγήθηκε την καθιέρωση διαγωνισμών για την έκδοση διδακτικών βιβλίων και έπεισε τον γαμπρό του Ζωγράφου, Κωνσταντίνο Καραπάνο, να γίνει χορηγός.
Ως πρόεδρος της Φιλολογικής Επιτροπής θεσμοθέτησε το 1871 διαγωνισμό με θέμα «Συλλογή των ζώντων μνημείων εν τη γλώσση του λαού». Κάτω από αυτή την περίφραση κρύβεται η επιστήμη της Λαογραφίας, 14 χρόνια προτού δημιουργήσει τη λέξη ο Νικόλαος Πολίτης.
Μετά την έγκριση του τρίτου κανονισμού, το 1871, όπου ορίζεται ως σκοπός του η «των γραμμάτων και επιστημών καλλιέργεια και η ανά την Ανατολήν διάδοσης αυτών», ο Σύλλογος ίδρυσε νέα σχολεία, υποστήριξε τα σχολεία της επαρχίας δίνοντας έμφαση στα παρθεναγωγεία, σπούδασε δασκάλους και λειτουργώντας πια ως «υπουργείο Παιδείας» με μόνιμο υπουργό τον Κωνσταντίνο Ηροκλή Βασιάδη.
Τρία από τα έξι μέλη της Πατριαρχικής Κεντρικής Εκπαιδευτικής Επιτροπής που ίδρυσε το Πατριαρχείο το 1873 ήταν ενεργά μέλη του Συλλόγου. Κατά το πρότυπό του ιδρύονται στην Πόλη και στην επαρχία ο ένας μετά τον άλλον φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι.
Ακόμα, η Εν Κωνσταντινουπόλει Μακεδονική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης (1871) ήταν για τις εκπαιδευτικές ανάγκες της δυτικής Μακεδονίας· ο Ηπειρωτικός και ο Θρακικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος (1872) έδωσαν έμφαση στην Ήπειρο και τη Θράκη, αντίστοιχα· με τις χορηγίες του Χρηστάκη Ζωγράφου και του Γεωργίου Ζαρίφη συστάθηκαν το Ζωγράφειο Διδασκαλείο στο Κεστοράτι της Ηπείρου και το Ζαρίφειο Διδασκαλείο στην Φιλιππούπολη.
Ο βραχύβιος «Σύλλογος υπέρ της Γυναικείας Παιδεύσεως» (1874) άφησε κληρονομιά το μεγαλοπρεπές Ζάππειο Παρθεναγωγείο. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε και ο Εν Κωνσταντινουπόλει Ιερατικός Εκπαιδευτικός Σύλλογος με την προτροπή και την ενεργό συμμετοχή του Κωνσταντίνου Βασιάδη.
Η επιρροή του ΕΦΣΚ έγινε αισθητή και στην Ελλάδα, καθώς το 1869 αποτέλεσε το πρότυπο στη σύσταση του Εν Αθήναις Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων.
Η ευνοϊκή οικονομική συγκυρία, κατά την οποία το τεράστιο οθωμανικό χρέος χρηματοδοτούνταν μέσω βραχυπρόθεσμου δανεισμού από ελληνικά κυρίως τραπεζικά καταστήματα της Πόλης, επέτρεψε τη διάθεση μεγάλων ποσών στην Παιδεία.
Έτσι όταν η μεγάλη πυρκαγιά του 1870 κατέστρεψε ολοσχερώς τα γραφεία του Συλλόγου, χτίστηκε αμέσως ιδιόκτητο κτήριο που κόστισε το μυθικό ποσό των 7.000 λιρών. Στους πανηγυρικούς εορτασμούς της εικοσιπενταετηρίδας κόπηκε μετάλλιο που στην μία του πλευρά έχει την εικόνα του μεγάλου ευεργέτη Χρηστάκη Ζωγράφου και στην άλλη το όνομα του Ηροκλή Βασιάδη, ο οποίος έως τότε είχε εκλεγεί πρόεδρος έξι φορές.
Ο Ηροκλής Βασιάδης, ο ισόβιος υπουργός παιδείας του ελληνισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, απεβίωσε στις 19 Φεβρουαρίου 1890.