Ανήμερα του Αγίου Αθανασίου και στο Καλαμπάκι της ακριτικής Δράμας αναβιώνει το φημισμένο «κουρμπάνι», ένα από τα μακροβιότερα έθιμα που είναι άρρηκτα δεμένο με την πλούσια παράδοση των προσφύγων από τις αλησμόνητες πατρίδες της Μικράς Ασίας.
Η φετινή αναβίωση του εθίμου έχει ιδιαίτερη σημασία για τους κατοίκους του χωριού αλλά και όλα τα μέλη του δραστήριου πολιτιστικού συλλόγου, καθώς με απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού το «κουρμπάνι» αποτελεί πλέον εγγεγραμμένο στοιχείο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας.
Μαζί εγγράφηκαν δυο ακόμα έθιμα που αναβιώνουν κάθε χρόνο στο Καλαμπάκι: η «Καλογεροδευτέρα» και τα «Χριστουγεννιάτικα κάλαντα».
«Το “κουρμπάνι” στις 18 Ιανουαρίου, στον Αϊ-Θανάση είναι από τα ελάχιστα γνήσια πανηγύρια που απέμειναν και συνεχίζουν με τον ίδιο τρόπο στον νέο τόπο εγκατάστασης εδώ και εκατό χρόνια», επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η πρόεδρος του Μορφωτικού-Πολιτιστικού Συλλόγου Καλαμπακίου Αθανασία Θεοδωρίδου και συνεχίζει: «το κουρμπάνι, με το πέρασμα των ετών, μετεξελίχθηκε από έθιμο μιας προσφυγικής ομάδας σε μια συλλογική έκφραση της κοινότητας που κατάφερε να διαμορφώσει την κοινή ταυτότητα πάνω σε μια μνήμη που δεν ήταν κοινή. Το “κουρμπάνι” δεν είναι απλώς ένα έθιμο, είναι η συνάντηση τριών γενιών που κρατούν την υπόσχεση που δόθηκε από τους πρώτους κατοίκους του χωριού».
Κοινό σημείο αναφοράς για όλους τους κατοίκους
Οι αλλαγές που αναγκαστικά έχουν επέλθει στη διαδικασία του εθίμου αφορούν μόνον τους τρόπους που επιτυγχάνεται η ασφάλεια, η υγιεινή και οι σύγχρονες συνθήκες εθελοντικής εργασίας για τους ανθρώπους που προσφέρουν τον κόπο και το χρόνο τους για να συνεχίσουν την παράδοση των προγόνων τους. Έτσι, το κουρμπάνι στο Καλαμπάκι της Δράμας κατάφερε να διατηρήσει τον αρχικό του χαρακτήρα, δηλαδή την καθολική συμμετοχή, τον πυρήνα τέλεσής του και την ακολουθία που κάθε πράξη έχει, συνενώνοντας ταυτόχρονα όλους όσοι επέλεξαν να ζήσουν στο χωριό διαμορφώνοντας ένα κοινό σημείο αναφοράς.
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του κουρμπανιού αποτελούν προσφορά όλων των μελών της κοινότητας, δίνοντας σε όλους αυτοδίκαια το δικαίωμα να συμμετέχουν σε αυτή την παραδοσιακή γιορτή και να λάβουν μερίδιο από το φαγητό.
«Η πρακτική αυτή διαφυλάσσει τον πάνδημο και διαγενεακό χαρακτήρα τους εθίμου» τονίζει με έμφαση η Αθανασία Θεοδωρίδου.
Απαραίτητη η συμβολή των «κουρμπαντζήδων»
Κάθε στάδιο παρασκευής του κουρμπανιού πραγματοποιείται μόνο από εθελοντές. Ξεκινούν από τη γύρα στο χωριό για να μαζέψουν τα υλικά και συνεχίζεται με την ετοιμασία του χώρου, το άλεσμα για την παρασκευή του πλιγουριού, τη μεταφορά του κρέατος, το τελετουργικό ανάμα των καζανιών, την ολονύχτια προετοιμασία, το γλέντι που ξεκινάει την παραμονή και συνεχίζει την επόμενη μέρα, το μοίρασμα του κουρμπανιού σε όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους του χωριού και τους συμμετέχοντες στο πανηγύρι, μέχρι το καθάρισμα τις επόμενες ημέρες.
«Όποιες κι αν είναι οι καιρικές συνθήκες», σημειώνει η Αθ. Θεοδωρίδου, «το έθιμο πραγματοποιείται χάρη στο μεράκι και την αγάπη των εθελοντών και των μελών του συλλόγου, των “κουρμπαντζήδων”. Έτσι και φέτος ξεκινήσαμε με τη “γύρα” στο χωριό την Κυριακή 7 Ιανουαρίου. Όλα τα σπίτια πρόσφεραν για το κουρμπάνι. Μικροί και μεγάλοι κουρμπαντζήδες γύρισαν το χωριό πόρτα-πόρτα συνεχίζοντας την παράδοση που τους κληροδοτήθηκε. Τις επόμενες μέρες ετοιμάσαμε το χώρο τέλεσης του εθίμου που φέτος έχει πλήρως ανακαινιστεί με τη φροντίδα του συλλόγου και την αρωγή πολύτιμων χορηγών.
»Φροντίζουμε να είναι όλα στη θέση τους ώστε να μπορέσουν όλοι να μετέχουν στο μεγαλύτερο πανηγύρι του νομού μας και να μοιραστούν μαζί μας τη φλόγα της παράδοσης που εξακολουθεί να ζεσταίνει τις καρδιές των νέων ανθρώπων κάθε ηλικίας έναν αιώνα τώρα».
Μια μακρά παράδοση εκατό χρόνων
Το «κουρμπάνι» αναβιώνει αδιάλειπτα εκατό χρόνια τώρα, καθώς χρονολογείται από το 1922 και ανάγεται στους κατοίκους από το Κρυόνερο της ανατολικής Θράκης. Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο Καλαμπάκι και σε άλλες περιοχές της ανατολικής Μακεδονίας δεν ξέχασαν όσα τους ένωναν με τις πατρογονικές εστίες. Ήθη, έθιμα, παραδόσεις, γιορτές, τραγούδια, πανηγύρια και γλέντια που δεν αφήνουν το μυαλό να ξεχάσει και τις μνήμες να ξεφτίσουν στο πέρασμα του χρόνου. Από το 1979, έτος ίδρυσης του Μορφωτικού-Πολιτιστικού Συλλόγου Καλαμπακίου, το «κουρμπάνι» αναβιώνει και οργανώνεται με την αποκλειστική ευθύνη των μελών του συλλόγου.
Το ελάφι που έστελνε ο Θεός
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο Θεός κάθε χρόνο, το ξημέρωμα της γιορτής του Αγίου Αθανασίου, έστελνε στο προαύλιο του ναού των Κρυονεριτών ένα ελάφι, το οποίο αφού ξεκουραζόταν, θυσιαζόταν με την ευλογία του ιερέα νωρίς το πρωί της γιορτής από τους κουρμπανατζήδες, οι οποίοι το μαγείρευαν και στη συνέχεια το μοίραζαν σε όλους τους κατοίκους.
Το φαγητό αυτό ονομάστηκε κουρμπάνι, που στην τουρκική γλώσσα έχει την έννοια της θυσίας και της προσφοράς.
Μια χρονιά που τα χιόνια ήταν πολλά, το ελάφι άργησε να έρθει και οι κουρμπανατζήδες, θορυβημένοι από την καθυστέρηση, επέσπευσαν τη θυσία χωρίς να το αφήσουν να ξεκουραστεί, όπως το έθιμο απαιτούσε. Έκτοτε το ελάφι δεν ξαναφάνηκε, ίσως γιατί –όπως πίστευαν οι Κρυονερίτες– ο Θεός θύμωσε μαζί τους που δεν τήρησαν τους κανόνες της θυσίας. Από τότε, στη θέση του ελαφιού χρησιμοποιούσαν ταύρο ή αγελάδα.