Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και Βαπτιστής, χαρακτηρίστηκε από τον ίδιο τον Χριστό ως το μεγαλύτερο πρόσωπο που γεννήθηκε από ανθρώπους και πρώτος μεταξύ των προφητών! Προφανώς ο Χριστός ήθελε να δείξει την ευαρέσκειά Του για τον Τίμιο Πρόδρομο και όχι να τον συγκρίνει με τη μητέρα Του Παναγία, το ιερότερο ανθρώπινο πρόσωπο στη συνείδηση των χριστιανών.
Γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, της εξαδέλφης της Παναγίας, παιδί προσευχής αφού αποκτήθηκε από τους γονείς του όταν εκείνοι ήταν σε μεγάλη ηλικία, αποσύρθηκε στην έρημο μόλις ενηλικιώθηκε και ζούσε ασκητικά αντέχοντας τις κακουχίες, φορώντας έναν τραχύ χιτώνα από δέρμα καμήλας. Ζωσμένος με μια δερμάτινη ζώνη σφιχτά στη μέση που σηματοδοτούσε την κυριαρχία του πνεύματος πάνω στις ορμές του σώματος τρεφόταν μόνο με ακρίδες και αγριόμελο.
Το έτος 29 μ.Χ. επί ηγεμονίας Τιβέριου Καίσαρα μετέβη στην περιοχή του Ιορδάνη ποταμού για να κηρύξει την μετάνοια στα πλήθη που είλκυε κοντά του λόγω του αγγελικού του βίου.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Άγιος Ιωάννης ιστορείται στις αγιογραφίες ως άγγελος με φτερά.
Η αγιογραφική μας παράδοση με αυτόν τον τρόπο τιμάει αυτόν που εγκαινίασε την «ισάγγελον πολιτείαν». «Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών», έλεγε και βάφτιζε τους ανθρώπους στα νερά του ποταμού για να εξαγνιστούν από τις αμαρτίες τους. Συγχρόνως τους προετοίμαζε για Εκείνον που όπως έλεγε: «δεν ήταν άξιος ούτε τα λουριά από τα σανδάλια να του λύσει» τον Ιησού Χριστό, ο οποίος θα τους βάφτιζε «εν Πνεύματι Αγίω και πυρί»! Ο Άγιος Ιωάννης είχε τη μεγάλη τιμή από τον Κύριο να γίνει ο Βαπτιστής Του!
Η Εκκλησία μας συνηθίζει την επόμενη ημέρα ορισμένων μεγάλων Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών να τιμάει το πρόσωπο του Αγίου που υπηρέτησε το εν λόγω μυστήριο. Γι’ αυτό την επόμενη ημέρα των Φώτων, γιορτάζει τον μεγάλο ασκητή και προφήτη Άγιο Ιωάννη που
- τήρησε μέχρι κεραίας τα λόγια των γραφών
- ευαρέστησε τον Κύριο με την παρθενία του και την άσκησή του
- είχε την ευλογία να προσκυνήσει τον Σωτήρα σε ηλικία μόλις έξι μηνών βρέφος στην κοιλιά της μητέρας του1 όταν αυτή συνάντησε το αγαπημένο της πρόσωπο την Παναγία, η οποία ήδη κυοφορούσε τον Υιό και Θεό της.
Το όνομα Ιωάννης στον Πόντο ήταν κάτι παραπάνω από σύνηθες. Ο Αέννες (Άγιος Ιωάννης στην ποντιακή διάλεκτο) ήταν πολύ αγαπητός και αυτό αποδεικνύεται μεταξύ άλλων και από το πλήθος των εκκλησιών που χτίζονταν αφιερωμένες στον μεγάλο Άγιο, τον «Δεξάμενον» (τον νουνό) του Κυρίου.
Το πιο ξακουστό μοναστήρι του στον Πόντο ήταν η παλαίφατος Μονή του Αγίου Ιωάννου του Βαζελώνος.
Χτίστηκε 40 χλμ μακριά από την Τραπεζούντα, το έτος 270 μ.Χ. και ανακαινίστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό το έτος 565 μ.Χ.
Στην Ίμερα της Αργυρούπολης σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία με υπέροχο κλίμα και πεντακάθαρο νερό, ήταν χτισμένη η γυναικεία Μονή του Αγίου Ιωάννου. Η Μονή ιδρύθηκε στις αρχές του 18ου αι. και ανακαινίσθηκε στα μέσα του 19ου αι. Γιόρταζε στις 29 Αυγούστου, ημέρα αποτομής της Τιμίας κεφαλής του αγίου. Εντός του λιθόστρωτου προαυλίου της Μονής υπήρχε πηγή που ξεδιψούσε τους επισκέπτες – προσκυνητές της.
Ο «Αηάννες τη Γήμερας» είχε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο καθώς βοηθούσε πολλούς άπορους, ενώ στα δύσκολα χρόνια των διωγμών ήταν καταφύγιο πολλών κυνηγημένων από την τουρκική θηριωδία. Το 1922 το μένος των Τούρκων κατέστρεψε τη Μονή. Στην αρχή με μεγάλη πυρκαγιά και μετέπειτα με την ιερόσυλη χρήση της ως στάβλου για ζώα.
Πόσο οξύμωρο και αντιφατικό! Εμείς να ανακαινίζουμε και να αναγάγουμε σε τόπους με πολιτιστικό ενδιαφέρον τα κατάλοιπα (τζαμιά, τεκέδες και λουτρά) της οθωμανικής περιόδου και οι δικές μας μαρτυρίες, αγιασμένοι τόποι της πίστης και του πολιτισμού μας να παραδίδονται σε αυτήν την απαξίωση και την καταστροφή ακριβώς γιατί μαρτυρούν την μακραίωνη παρουσία μας στον Εύξεινο Πόντο!
Στον Κάνι ποταμό, τον ποταμό που διέτρεχε την αρχοντική Αργυρούπολη (εξού και ο λόγιος Γεώργιος Κανδηλάπτης λεγόταν Κανέτες, όπως και όλοι όσοι έλκουμε την καταγωγή μας από την Αργυρούπολη) οι κάτοικοί του αναφέρει η φιλόλογος Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια φημίζονταν για την αγάπη τους στο ωραίο αλλά και τον εύθυμο χαρακτήρα τους. Παρατήρησαν λοιπόν πως στο πανηγύρι του Αεάννε πήγαιναν τα πιο όμορφα κορίτσια γι’ αυτό και οι φημισμένοι για την ποιητική τους φλέβα Αργυρουπολίτες τραγουδούσαν ένα δίστιχο που είχαν εμπνευστεί:
Όθεν κοτζοί κι όθεν στραβοί σον Αεπαντελεήμον’
Κι όθεν κορίτζα έμορφα ση Κάνι τον Αέννεν.
[Όσοι κουτσοί και όσοι στραβοί (πάνε) στον Άγιο Παντελεήμονα
Και όσα κορίτσια όμορφα (πάνε) στον Αϊ-Γιάννη του Κάνι της Αργυρούπολης.]
Στα Κοτύωρα (Ορντού) όταν ήθελαν να επιπλήξουν όσους έκαναν συνήθεια μια κατάσταση τους έλεγαν: «πάντα τ’ Α-Γιαννί ‘κ’ εν’», δεν είναι πάντα του Αϊ-Γιαννού, ενώ στην Αμισό όταν καταλάβαιναν πως κάποιος που τους έδωσε υπόσχεση πως θα τους επισκεφτεί δεν πρόκειται να έρθει ποτέ, έλεγαν «τ’ Αγιαννί’ θα έρται»!
Λόγω της συχνότητας που ακούγονταν το όνομα Γιάννες στον Πόντο ήταν φυσικό κάποιοι Γιάννηδες να … «μην είναι εντάξει»!
Έτσι στην Κερασούντα αλλά και αλλού στον Πόντο συνήθιζαν να έλεγαν «Ας σον Γιάννεν μερέαν, ενεράστα και τον Αϊ-Γιάννεν», δηλαδή εξαιτίας του Γιάννη σιχάθηκα και τον Αϊ-Γιάννη. Φυσικά αυτός ο λόγος τους ο υπερβολικός δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα αλλά ήθελαν ακριβώς να τονίσουν με αυτήν την υπερβολή τα αισθήματά τους για κάποιο πρόσωπο που τους είχε απογοητεύσει οικτρά. Στα χωριά και τις πόλεις της Χαλδίας ο ίδιος λόγος λεγόταν: «Ας σον Γιάννεν κες’, τον Αέννεν πα ικράχ εποίκα» ενώ στα Κοτύωρα έλεγαν την πιο σύντομη εκδοχή: «Ας’ σο Γιάννην κεσ’ τον Αγιάννεν πα ενεράστα». Στη Σάντα πάλι φαίνεται πως το πιο σύνηθες όνομα ήταν το Γεώργιος για αυτό και είχαν προσαρμόσει την εν λόγω φράση αναλόγως, δηλαδή έλεγαν: «Ας’ σον Γιώργον κεσ’ τον Αέρ πα ενεράστα» (Αέρτς = Άγιος Γεώργιος).
Παρεκκλήσια του Αγίου Ιωάννη υπήρχαν παντού στις αγροτικές περιοχές στον Πόντο.
Στην Χαλδία όπως μας διασώζει ο Παντελής Μελανοφρύδης ένας φτωχός χωρικός χρειάστηκε να μεταναστεύσει «ση Ρουσίαν σην ξενιτείαν». Όταν γύρισε, βρέθηκε στην δύσκολη θέση να διεκδικήσει πίσω το χωράφι του από τον κεχαγιά της περιοχής ο οποίος το είχε σφετεριστεί. Κάλεσε όλους τους συγχωριανούς του, τους προεστούς, τον παπά να μαρτυρήσουν πως το χωράφι ήταν δικό του και κακώς το καρπώθηκε ο κεχαγιάς. Κανένας όμως από τον φόβο του δεν υποστήριξε το δίκιο του φτωχού. Τότε ο αδικημένος χωρικός έστρεψε το βλέμμα του στο παρακείμενο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου και πικραμένος μονολόγησε: «Ε, Αέννε μ’ εσύ πα ατουκά είσαι; Αρ’ ας είσαι ατουκά», δηλαδή «έι Αϊ-Γιάννη μου, κι εσύ εκεί είσαι; (είσαι παρών; Βλέπεις την αδικία και δεν την διορθώνεις;) ας είσαι εκεί»!
Αλεξία Ιωαννίδου