Η λύρα μας είναι το σύμβολο, ο μπροστάρης της ποντιακής μουσικής. Όταν την πιάνω στα χέρια μου, έρχονται κοντά μου οι πρόγονοί μας, ζωντανεύουν στο μυαλό και την ψυχή μου τα βιώματα που απέκτησα από παιδί. Την αγάπησα και την αγαπώ πολύ τη λύρα και τη βλέπω ως κάτι πολύ μεγαλύτερο από ένα μουσικό όργανο.
Μεγαλωμένος στο Ανατολικό Πτολεμαΐδας, ένα προσφυγοχώρι όπου η ποντιακή παράδοση και η διάλεκτος παραμένουν ακόμα και σήμερα ζωντανές, ο λυράρης και τραγουδιστής Γιώργος Στεφανίδης ένιωσε από μικρό παιδί το σκίρτημα και τη γοητεία που προκαλεί στα άτομα ποντιακής καταγωγής –και όχι μόνο– ο ήχος της κεμεντζέ. Δε θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, μια και μέλη της οικογένειάς του ως καλλίφωνοι απέδιδαν ποντιακά τραγούδια ή έπαιζαν λύρα, έστω και σε ερασιτεχνικό επίπεδο.
Βλέποντας την αγάπη του για τη μουσική, οι γονείς του αγόρασαν ακορντεόν και στη συνέχεια μπουζούκι, προκειμένου να μάθει να παίζει. Γρήγορα τα έκανε πέρα, αφού το μάτι του αλλά και η ψυχή του συνεχώς «σκάλωναν» στην κεμεντζέ που ήταν κρεμασμένη σε τοίχο του σπιτιού του.
Στα δώδεκα χρόνια του αποφάσισε να την ξεκρεμάσει και άρχισε, με δέος αλλά και λαχτάρα, να τη γρατζουνάει με το δοξάρι. Το συνεσταλμένο παιδί δεν μπορούσε να φανταστεί εκείνη τη στιγμή ότι η συγκεκριμένη κίνηση θα ήταν η απαρχή μιας σχέσης ζωής.
«Άρχισα να μαθαίνω μόνος μου να παίζω λύρα σιγά-σιγά, χωρίς δάσκαλο. “Πολεμούσα” πολλές ώρες κάθε μέρα. Μ’ άρεζε τόσο πολύ, που αδυνατούσα να συνειδητοποιήσω πόσο δύσκολο ήταν να μάθω, χωρίς να μου δείχνει κάποιος. Το μόνο που ήθελα, ήταν να κρατώ τη λύρα στα χέρια μου. Ο πατέρας μου και οι παππούδες μου χάρηκαν πάρα πολύ, όταν έμαθαν ότι προσπαθώ να μάθω λύρα και η γιαγιά μου έκλαιγε, όταν άκουγε τον ήχο της. Εγώ ντρεπόμουν να παίζω μπροστά τους αλλά όταν ήμουν μόνος μου σε ένα δωμάτιο, δεν τους άφηνα να κοιμηθούν. Ήμουν συνεσταλμένο παιδί και δεν ήθελα να με βλέπει κανένας να παίζω», λέει στο pontosnews.gr o Γιώργος Στεφανίδης.
Στο τέλος των γυμνασιακών του χρόνων άρχισε να ξεχωρίζει παίζοντας με φίλους του σε μικρά γλέντια σε καφενεία και σε σπίτια και συνέχισε με εμφανίσεις σε τοπικές ποντιακές γιορτές.
«Βουτηγμένος» στην ποντιακή παράδοση
Από το χωριό Καρμούτ της Αργυρούπολης του Πόντου έλκουν την καταγωγή τους και οι δύο γονείς του Γιώργου Στεφανίδη.
Μετά τον ξεριζωμό η πλευρά του πατέρα του εγκαταστάθηκε στο Περίβλεπτο Δράμας και εκείνη της μητέρας του στο Ανατολικό. Το 1967 ο πατέρας του μετοίκησε στο Ανατολικό, οι δύο οικογένειες έσμιξαν και το 1970 γεννήθηκε ο Γιώργος Στεφανίδης.
«Το Ανατολικό είναι προσφυγικό χωριό αλλά όχι αμιγώς ποντιακό. Όμως, τα ποντιακά μιλούνται πολύ συχνά και τηρούνται οι παραδόσεις μας και τα έθιμα. Εγώ τα βίωσα όλα αυτά πολύ βαθιά, αφού οι γονείς μου έφυγαν για δουλειά στη Γερμανία και μεγάλωσα με παππούδες και γιαγιάδες. Έχω πολλά βιώματα από γλέντια στο σπίτι και μουχαπέτια με ποντιακή μουσική. Στο χωριό πολλοί πρώτης γενιάς πρόσφυγες έπαιζαν λύρα και στο σπίτι μας είχαμε συνέχεια μουσική ποντιακή. Άλλωστε, ένας προπάππους μου και ο πατέρας μου τραγουδούσαν πολύ καλά και θείοι μου έπαιζαν λύρα. Βέβαια, όλοι σε ερασιτεχνικό επίπεδο.
»Εγώ ήμουν ο πρώτος λυράρης που έβγαλε μετά από πολλά χρόνια το χωριό μας, μετά από τους παππούδες της πρώτης γενιάς. Σήμερα περισσότερα από είκοσι παιδιά στο χωριό παίζουν λύρα. Εγώ έγινα λυράρης, χωρίς να το πάρω χαμπάρι, χωρίς να το επιδιώξω και χωρίς να με σπρώξει κάποιος», τονίζει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Η ιδιαίτερη σχέση του με τον Χρήστο Χρυσανθόπουλο
Από πολύ μικρή ηλικία, ακούγοντας τα τραγούδια του σε κασέτες, ο Γιώργος Στεφανίδης έτρεφε έναν ιδιαίτερο θαυμασμό στον λυράρη, τραγουδιστή και συνθέτη Χρήστο Χρυσανθόπουλο.
Είχε γίνει το πρότυπό του και όταν τελείωσε το σχολείο και έμαθε ότι ο Χρυσανθόπουλος διδάσκει οδοντοτεχνική στη Σχολή ΠΑΣΤΕΡ της Θεσσαλονίκης, μετοίκησε στην πόλη και γράφτηκε στη σχολή μόνο και μόνο για να τον γνωρίσει.
«Δυστυχώς, όταν γράφτηκα εγώ, είχε σταματήσει να διδάσκει στη σχολή. Όμως, λίγο καιρό αργότερα γνωριστήκαμε στο ποντιακό κέντρο “Ξενιτέας“, όπου πήγαινα και διασκέδαζα μαζί με ξαδέρφια μου. Μετά έγινα για μία δεκαετία υπάλληλός του στο εργαστήριο οδοντοτεχνικής που διατηρούσε. Η γνωριμία μου με τον Χρήστο Χρυσανθόπουλο αποτέλεσε σταθμό στη ζωή μου. Τόσο ως καλλιτέχνης όσο και ως προσωπικότητα με δίδαξε πάρα πολλά πράγματα. Μετά το τέλος του προγράμματος του “Ξενιτέα” μου έλεγε να παίξω λύρα, για να κάνω συντροφιά στον κόσμο, μέχρι να φύγει», αναφέρει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Το «Παρακάθ’» και ο Χρήστος Αντωνιάδης
Το 1994, μετά από προτροπή δύο μουσικών, που μέχρι σήμερα παραμένουν φίλοι και συνεργάτες του, του τραγουδιστή Αχιλλέα Βασιλειάδη και του λυράρη Κώστα Σιαμίδη, ο Γιώργος Στεφανίδης ξεκινάει την επαγγελματική του καριέρα στο ποντιακό κέντρο «Παρακάθ’». Λίγο αργότερα, μέσω του Χρήστου Χρυσανθόπουλου, ο Γιώργος Στεφανίδης γνωρίζει το μεγάλο στιχουργό Χρήστο Αντωνιάδη.
«Η παρουσία μου στο “Παρακάθ” και η γνωριμία μου με αυτούς τους δύο εκπληκτικούς ανθρώπους, τον Χρήστο Χρυσανθόπουλο και τον Χρήστο Αντωνιάδη, αποτέλεσαν σταθμούς όχι μόνο για την επαγγελματική μου σταδιοδρομία αλλά και για ολόκληρη τη ζωή μου. Ο Χρυσανθόπουλος και ο Αντωνιάδης με άλλαξαν προς το καλύτερο. Θεωρώ τον καθένα ως δεύτερο πατέρα μου.
»Δε θα τους ξεχάσω ποτέ και όπου κι αν παίζω τα τραγούδια τους, είναι πάντοτε κοντά μου. Δε με δίδαξαν μόνο με τις συμβουλές τους αλλά με το παράδειγμά τους, με ολόκληρη τη ζωή τους. Ό,τι είδα και έμαθα από αυτούς τους δύο ανθρώπους, αποτελούν θεμελιώδη στηρίγματα για ολόκληρη τη ζωή μου», σημειώνει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Όπως λέει, θεωρεί ως μεγάλη του τιμή το γεγονός ότι ο Χρήστος Αντωνιάδης τον εμπιστεύτηκε, για να πει όλα τα τραγούδια του δίσκου «Πισάγκωνα δεμένος», ο οποίος κυκλοφόρησε το 2010.
«Έναν ολόκληρο χρόνο βρισκόμασταν κάθε εβδομάδα με τον Χρήστο Αντωνιάδη και τον Κώστα Σιαμίδη, που έπαιξε λύρα στο δίσκο, για να τον ετοιμάσουμε. Με τη συνεργασία μας αυτή δεθήκαμε ακόμα περισσότερο. Ο Χρήστος Αντωνιάδης μου είπε “θέλω να τραγουδήσεις εσύ αυτά τα τραγούδια” και το θεωρώ αυτό μεγάλη μου τιμή», υπογραμμίζει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2014, ο καλλιτέχνης, σε συνεργασία με τον γνωστό Πόντιο εκδότη Τάσο Κυριακίδη –ήταν μακρινός θείος του Γιώργου Στεφανίδη– δημιουργούν CD με παραδοσιακά ποντιακά τραγούδια από την περιοχή της Αργυρούπολης.
Του έδωσαν το όνομα Τραγούδια της Αργυρούπολης του Πόντου και το διένειμαν με διάφορα βιβλία του εκδοτικού οίκου, αφού δεν τους ενδιέφερε να βγάλουν κέρδη από αυτήν τη μουσική δουλειά.
«Όσα ‘κ επρόφτασα να λέω» και η παράξενη ιστορία
Ιδιαίτερα περήφανος αισθάνεται ο Γιώργος Στεφανίδης και για τη συμμετοχή του στο CD Όσα ‘κ επρόφτασα να λέω, το οποίο συνοδεύει μία παράξενη ιστορία. Η έκδοσή του ήταν ιδέα του Χρήστου Χρυσανθόπουλου, ο οποίος ζήτησε από τον τραγουδιστή Φίκο Καλλιφατίδη να συμμετάσχει σε αυτόν.
«Έκαναν ηχογραφήσεις σε ένα στούντιο, στην Τούμπα, όμως, πλημμύρισε και τους έμεινε μόνο μία κασέτα. Τελικά δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το CD, αφού… συγχωρέθηκαν και οι δύο. Μάλιστα, ο Φίκος Καλλιφατίδης έπεσε νεκρός την ώρα που έκανε πρόβα.
»Ο Χρήστος Αντωνιάδης είχε δικά του τραγούδια στο συγκεκριμένο CD και μου είπε ότι αυτό πρέπει να το ολοκληρώσουμε. Μου πρότεινε και είπα τρία τραγούδια, ενώ ένα ακόμα είπα μαζί με τον Φίκο Καλλιφατίδη. Τελικά η συγκεκριμένη μουσική δουλειά ολοκληρώθηκε το 2001», λέει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Επίσης, μεταξύ άλλων, ο Γιώργος Στεφανίδης διετέλεσε λυράρης στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του ’90, ενώ εδώ και εφτά χρόνια είναι χοράρχης στη χορωδία του Συλλόγου Καυκασίων Καλαμαριάς «Ο Προμηθέας». Έχει συμμετάσχει σε μουσικές εκδηλώσεις της ομογένειας σε ΗΠΑ, Καναδά, Γερμανία, Σουηδία και Τσεχοσλοβακία καθώς και σε θεατρικές παραστάσεις, με αποκορύφωμα τη Λυσιστράτη, σε διασκευή και απόδοση στα ποντιακά του Κώστα Διαμαντίδη. Τη σκηνοθεσία του έργου έκανε η Ελένη Γερασιμίδου.
Το «Αναλλαγάδ’» και η παρέα του «Παρακάθ’»
Το 2003 ο Γιώργος Στεφανίδης άφησε τη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στην Πτολεμαΐδα, όπου άνοιξε το ποντιακό κέντρο «Αναλλαγάδ’», το οποίο στην ποντιακή διάλεκτο σημαίνει στολίδι.
Κράτησε το μαγαζί για εφτά χρόνια και πέρασαν από αυτό σχεδόν όλοι οι γνωστοί Πόντιοι καλλιτέχνες. Ανάμεσά τους ο «πατριάρχης» της ποντιακής μουσικής Χρύσανθος Θεοδωρίδης αλλά και ο Κωστάκης Πετρίδης (Γωγοπούλ’), ο οποίος πραγματοποίησε εκεί την τελευταία του ζωντανή εμφάνιση.
Το 2011 ο Γιώργος Στεφανίδης επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και από το 2013 ξανάσμιξε η μουσική παρέα του «Παρακάθ’». Μαζί με Αχιλλέα Βασιλειάδη και Κώστα Σιαμίδη παίζουν σε καταστήματα ποντιακή μουσική.
Για οκτώ χρόνια έπαιζαν κάθε εβδομάδα στο κέντρο «Λαζίκας» της Πολίχνης, ενώ πλέον είναι ο τρίτος χρόνος που εμφανίζονται στο «Καφέ Μελέτης», στους Αμπελόκηπους.
«Προσεγγίζουμε το πρόγραμμά μας με ιδιαίτερη αγάπη για τη μουσική του Πόντου. Η επαγγελματική προσέγγιση μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Μπορεί να μη γεννηθήκαμε στον Πόντο αλλά έχουμε πολλά βιώματα από την πλούσια παράδοσή του και στόχος μας είναι να υπηρετήσουμε την πατρίδα της καρδιάς μας. Και αυτήν την υπηρετούμε με τη μουσική μας. Θέλουμε, στους χώρους που παίζουμε, να υπάρχει μία μυσταγωγία, μία επικοινωνία και να κυριαρχεί η μουσική», τονίζει ο Γιώργος Στεφανίδης.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης
⇒Επιμέλεια: Πόπη Παπαγεωργίου.