Η οδυνηρή απώλεια του Σάκη Κωνσταντάτου τραυματίζει ανεπούλωτα καταρχάς την οικογένειά του. Αγόγγυστος μαχητής των βασάνων της υγείας του, τα αντιπάλεψε μ’ αξιοθαύμαστο κουράγιο κι αισιοδοξία.
Είθε η εξ Ύψους στοργή και η αλληλεγγύη των υπολοίπων μας να τους παρηγορεί.
Συνάμα στα καθ’ ημάς, η απουσία από τα ενδιαιτήματά του –τα κοινά και τα σχολειά–, με το βαθύ της ίχνος θα κλείσει έναν ιστορικό κύκλο κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των Ελλήνων της Νυρεμβέργης.
Απολιτίκ διεργασίες που υπερίσχυσαν οριζόντια στην «ομογένεια» και άρεσε να νοηματοδοτεί η εσωστρεφής νομοτέλεια της δευτεροτρίτης μεταναστευτικής γενιάς. Αθωότερης, ψευδοευδαίμονος και με τη βολή αλα-καρτ αναγνώσεων των πάντων. Οι σύλλογοί μας, τα σχολεία μας, το επίτιμο προξενείο μας, η ενορία μας, οι γιορτές μας, τα έθιμά μας, τα στερεότυπά μας, η παπαρρηγοπούλεια Ελλάδα μας, οι κόμφορτ συντηρητικές ζώνες μας, η παραμυθούπολή μας, «εμείς και οι άλλοι».
Ο Σάκης υπηρέτησε ταιριαστά την εποχή των προ μνημονίων Ελλήνων μεταναστών και των μεταπολιτευτικών προσήμων τους. Έκοψε ολομόναχος τα κοστούμια των ρόλων του.
Στην Ελληνική Κοινότητα Νυρεμβέργης τάχθηκε σε κάθε πόστο του ΔΣ και τόσο χαρακτηριστικά, που είναι δύσκολο να διακρίνει κάποιος εάν η ΕΚΝ έφτιαξε τον Σάκη ή το αντίστροφο. Η φιγούρα του, είτε με κοστούμι είτε με μια φωτογραφική μηχανή, είτε με φουστανέλα και τσαρούχι, υπήρξε ταυτοτική κάθε γιορτής και παράστασης του ελληνισμού στην Άνταμ Κλάιν Στράσε.
Ο Διονύσης, μετρ των αποδράσεων από «γκρίζες ζώνες» συναναστροφών, αδιάλειπτα παρών στις υποχρεώσεις της ΕΚΝ, σκηνοθέτησε την τελευταία 25ετία –καταρχάς με τον μέντορά του Γιάννη Δαουράκη– ένα μοντέλο συμβατικού μεν, πλην αποτελεσματικού και αξιόπιστου συλλογικού οργάνου. Θεσμοποίησε την καθημερινή του λειτουργία υποδειγματικά. Εξυπηρετήθηκαν χιλιάδες Έλληνες, σε προσωπικές και οικογενειακές απορίες, με υπευθυνότητα και αφιλοκέρδεια. Τα ελληνικά σωματεία της Νυρεμβέργης βρήκαν πυξίδα και συντονιστή στις σχέσεις τους με τους θεσμούς της πόλης.
Με ανυπόκριτο εθελοντισμό και στα μέτρα της αντιληπτικότητάς του ο Σάκης τακτοποιούσε σε προσκήνιο και παρασκήνιο τα πάντα όλα των κοινών. Ένας κάστομαϊζ, πλην θεμιτός παραγοντισμός του ιδίου και των εκάστοτε συνεργατών του. Ή μάλλον, ολόδικός του…
Εργάστηκε ακούραστα στα ελληνικά σχολεία της Νυρεμβέργης, όχι από επαγγελματισμό, αλλά απ’ την αγάπη που έθρεφε γι’ αυτά. Αυτά τον γεννοβόλησαν, τα ’νιωθε μ’ ευγνωμοσύνη και τους αφιερώθηκε σαν καλόγερος στην προσευχή του. Στοργικός δάσκαλος, όπως και οικογενειάρχης, με ανυπόκριτο ενδιαφέρον για τους μαθητές του, πήγαινε πρώτος και έφευγε τελευταίος από αυτά.
Πρόθυμος, ευγενής, συναισθηματικά νοήμων, πειραχτήρι, με αυτογνωσία στα μπόγια του, ντριμπλέρ στις κακοτοπιές των κοινωνιών του, ο καταφερτζής επτανήσιος από τη Γαστούνη Ηλείας υπήρξε ο τάλε κουάλε εκφωνητής της ρομαντικής εποχής του.
Όχι, δεν θα συνηθίσουμε την απουσία του Διονύση.
Ακυρώθηκε ζωτική λειτουργία του οργανισμού των απόδημων στη Νυρεμβέργη.
Όλα του Σάκη θα λείψουν. Η γρέζα ηχώ στους διαδρόμους της Άνταμ Κλάιν και Στριγκάουερ Στράσε, το ΠΑΣΟΚ και ο Ολυμπιακός του, τα μεροκάματα στα κοινά, το χιούμορ, η προσήνεια, το ταπεινό του «εγώ», ο αυτοσαρκασμός, ο χαβαλές και η επικοινωνιακή του περσόνα.
Σημάνθηκε οδυνηρά το τέλος μιας εποχής σε κοινά και σχολειά των Ελλήνων της Νυρεμβέργης.
Τίποτε πια δε θα είναι το ίδιο. Θρηνούμε με περισυλλογή.
Χεμώνας – Σύλλογος Ποντίων Νυρεμβέργης «Cardinal Bessario»