Για περίπου 2.000 αντικείμενα, τα οποία υπέστησαν ζημιές ή αγνοούνται, κάνει λόγο η ανεξάρτητη έρευνα για τις κλοπές που σημειώθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο και γνωστοποιήθηκαν τον περασμένο Αύγουστο.
Μάλιστα το πόρισμα αναφέρει ότι οι κλοπές αυτές έγιναν σε μεγάλο χρονικό διάστημα και βασικός στόχος φαίνεται να ήταν μη καταχωρημένα αντικείμενα, κυρίως πολύτιμοι λίθοι και κοσμήματα, στα τμήματα της Ελλάδας και της Ρώμης.
Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, το Μουσείο «υπολογίζει ότι υπάρχουν περίπου 2.000 κατεστραμμένα ή ελλείποντα αντικείμενα». Από αυτά, ο αριθμός αντικειμένων «που λείπουν ή κλάπηκαν είναι περίπου 1.500».
Υπάρχουν επίσης, περίπου 350 αντικείμενα από τα οποία έχουν αφαιρεθεί κομμάτια τους π.χ. χρυσές βάσεις για πολύτιμους λίθους. Ταυτόχρονα, περίπου 140 έχουν καταστραφεί και φέρουν σημάδια από εργαλείο.
Η πλειονότητα των κομματιών που αφαιρέθηκαν από τα 350 αντικείμενα είναι πιθανό να μην ανακτηθούν ποτέ επειδή πιθανότατα έχουν πουληθεί ως μέταλλο.
Σύμφωνα με τη διοίκηση του μουσείου, από τα 1.500 αντικείμενα που λείπουν ή έχουν κλαπεί, 351 αντικείμενα έχουν ήδη επιστραφεί, ενώ περισσότερα από 300 άλλα αντικείμενα έχουν ταυτοποιηθεί.
Από το πόρισμα απουσιάζουν παντελώς λεπτομέρειες για την κλοπή, με την διοίκηση να δηλώνει «περιορισμένη σε ό,τι μπορεί να πει για τις ίδιες τις κλοπές σε αυτό το στάδιο λόγω της συνεχιζόμενης αστυνομικής έρευνας». Ωστόσο, «δεσμεύεται» για την ολοκλήρωση της τεκμηρίωσης και ψηφιοποίησης της συλλογής μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια.
«Το Βρετανικό Μουσείο έπεσε θύμα κλοπών για μεγάλο χρονικό διάστημα και ζητάμε και πάλι συγγνώμη που αυτό επετράπη να συμβεί. Η συνεχιζόμενη αστυνομική έρευνα σημαίνει ότι η πλήρης έκθεση δεν μπορεί να δημοσιευτεί σήμερα, αλλά έχουμε αποδεχθεί πλήρως τις συστάσεις και έχουμε αρχίσει να ανακτούμε εκατοντάδες από τα κλεμμένα αντικείμενα», είπε ο πρώην υπουργός οικονομικών και διευθυντής του μουσείου Τζορτζ Όσμπορν.
«Υποψίες» από το 2021
Όπως επιβεβαίωσε η έρευνα, το Μουσείο ειδοποιήθηκε για «υποψίες κλοπών» το 2021 από τον Δρ Ittai Gradel. Η τότε έρευνα του Μουσείου «κατέληξε εσφαλμένα στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε βάση στους ισχυρισμούς».
Αργότερα το ίδιο έτος, ένας εσωτερικός έλεγχος εντόπισε ένα αντικείμενο «που δεν βρισκόταν στη σωστή του θέση» εντός του χώρου με αντικείμενα από την Ελλάδας και την Ρώμη. Αυτό, όπως αποκαλύπτει η έρευνα, οδήγησε σε έναν ευρύτερο έλεγχο καθώς και της συλλογής κοσμημάτων και πολύτιμων λίθων στην Ελλάδα και τη Ρώμη. Αυτό ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2022 και ο έλεγχος στη συνέχεια αποκάλυψε περαιτέρω στοιχεία για αντικείμενα που έλειπαν.
Τον Δεκέμβριο, οι ανησυχίες που προέκυψαν από τον έλεγχο εκφράστηκαν στην ανώτατη διοίκηση και τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου. Ο πρόεδρος κάλεσε αμέσως την αστυνομία και ξεκίνησε έρευνα. Κατόπιν αιτήματος τους, τίποτα δεν ειπώθηκε δημόσια εκείνη τη στιγμή.
Τον Αύγουστο του 2023, με τη συγκατάθεση της Μητροπολιτικής Αστυνομικής Υπηρεσίας, το Βρετανικό Μουσείο ανακοίνωσε την ανακάλυψη κλοπών. Ταυτόχρονα, το Μουσείο ανακοίνωσε ότι ένα μέλος του προσωπικού απολύθηκε και ξεκίνησε επανεξέταση προκειμένου να διερευνηθεί το θέμα και να γίνουν συστάσεις σχετικά με μελλοντικές ρυθμίσεις ασφαλείας στο Μουσείο.