«Έλα βρε να φωτογραφηθούμε, πριν τσακωθούμε ξανά», είχε πει κάπου στα 80s η Μελίνα Μερκούρη, στον Θύμιο Καρακατσάνη σε μια θεατρική πρεμιέρα. Και αυτή η ατάκα συμβολίζει την περσόνα του μεγάλου ηθοποιού, που δεν είχε πρόβλημα να τα βάλει με καμία εξουσία. Άλλωστε δεν είχε ανάγκη καμία εξουσία, γιατί τις περισσότερες φορές έπαιζε μπροστά σε γεμάτη πλατεία. Και χωρίς προβολή, χωρίς εξώφυλλα, χωρίς PR. Ήταν ο ηθοποιός που ο κόσμος ακολουθούσε σε ό,τι και αν έκανε. Από Δημήτρη Ψαθά μέχρι Νιλ Σάιμον, αλλά και Αριστοφάνη. Όταν είχε ανεβάσει Λυσιστράτη στην Επίδαυρο, κόντεψαν οι θεατές να κάτσουν μπροστά στη σκηνή. Για τόσο κόσμο μιλάμε.
Ηθοποιός αναγνωρισμένου ταλέντου και δημοτικότητας, μίλαγε ανοιχτά –όταν φυσικά του δινόταν βήμα– χωρίς να στρογγυλεύει πράγματα και καταστάσεις. Σήμερα σίγουρα θα ήταν στη μαύρη λίστα των πολιτικώς μη ορθών, ενώ κάποιοι «συνάδελφοι» έχουν μιλήσει για έναν σκληρό άνθρωπο – μετά θάνατον. Πόσο αισχρό! Οι κριτικοί δεν ήταν πάντα στο πλευρό του, αλλά όταν γεμίζεις το θέατρο επί δεκαετίες και με τέτοιο ρεπερτόριο, μάλλον δεν καίγεσαι για τη δίκαιη ή άδικη κριτική του άλλου. Και ο Καρακατσάνης ήταν ένας άνθρωπος που έφτιαξε μόνος τη ζωή και την καριέρα του, πάτησε στα πόδια του και δεν είχε ανάγκη κανέναν.
Στα υπόγεια υπάρχει φως
Το παιδί από τα Ταμπούρια, που γεννήθηκε σαν σήμερα μέσα στην Κατοχή (1940) βρήκε το δρόμο του στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης και με δάσκαλο τον Κάρολο Κουν. Και ήταν από τις φουρνιές που ο μέγας δάσκαλός τους έβαλε στο θεατρικό κλίμα από την αρχή. Είτε σαν ηθοποιούς, είτε σαν τεχνικούς, στα σκηνικά, στο ταμείο παντού. Έτσι στα 19 του ο Καρακατσάνης πήρε το βάφτισμα του πυρός στην Επίδαυρο. Με τους κλασσικούς, σήμερα, Όρνιθες που τότε είχαν δεχτεί απίστευτες αποδοκιμασίες για το μοντέρνο ανέβασμά τους. Και σιγά-σιγά κάνει όνομα και μάλιστα επειδή ήταν γεννημένος ρολίστας πολύ συχνά υποδυόταν ήρωες μεγαλύτερους από την ηλικία του. Φυσικά με το ανάλογο make up. Και κάπως έτσι γνώρισε και παραλίγο να χάσει τη γυναίκα της ζωής του. Να τι είχε διηγηθεί ο ίδιος σε συνέντευξή του:
«Τη γνώρισα ένα βράδυ στο σπίτι ενός φίλου ηθοποιού. Όταν με σύστησαν, επειδή αυτή ήταν λάτρης του Θεάτρου Tέχνης και ερχόταν και έβλεπε παραστάσεις, της είπαν “να ο Καρακατσάνης”, αυτή είπε “Σιγά. Πολύ που θα ήθελε να είναι ο Kαρακατσάνης”. Εγώ ήμουν είκοσι τεσσάρων χρονών, είχα παίξει τον επιστάτη του Πίντερ, έκανα όλο μεγάλους σε ηλικία ρόλους. Και δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ήμουν πραγματικά εγώ. Κι όταν λέω “ναι, εγώ είμαι”, άκουσε τη φωνή μου και ξαφνικά τα μάτια μας κάτι είπαν. Και άμα εγώ βλέπω τα μάτια να μιλάνε είμαι πεισματάρης».
Από τότε με τη Ρούλα όχι μόνο έγιναν ζευγάρι, αλλά έκαναν μια ευτυχισμένη οικογένεια, δύο κόρες, την ηθοποιό Αλεξάνδρα Καρακατσάνη και την εικαστικό Κατερίνα Καρακατσάνη και έμειναν μαζί έως το τέλος εκείνου.
Η νέα Ελληνική σκηνή
Το 1978 δημιουργεί την «Νέα Ελληνική σκηνή» και ένας από τους ρόλους που έγραψε ιστορία ήταν αυτός του Φον Δημητράκη του Δημήτρη Ψαθά. Ένα έργο και ένας ρόλος που προϋπήρχαν μεν αλλά λες και γράφτηκαν για εκείνον.
Αλλά πήγε και πιο πέρα. Από ελληνικά έργα, μέχρι Πίντερ. Πόσο συγκλονιστικός ήταν στον Επιστάτη το 1982! Στην τηλεόραση και στο σινεμά δεν ήταν πολύ θετικός. Στο δεύτερο όσοι τον είχαν δει στο Καραβάν σαράι του Τάσου Ψαρρά είπαν πως ήταν απίστευτος.
Δεν πήρε όμως το βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, άδικα και εκείνος απλά είπε ότι «προτίμησαν να βραβεύσουν ένα νεότερο συνάδελφο».
Στην τηλεόραση πάλι ήταν εκπληκτικός στην ξεχασμένη σήμερα Οδός Ιπποκράτους όπου υποδυόταν έναν καθημερινό άνθρωπο αλλά και μια χαμένη θεία του από την Αλβανία.
Όσο για τους κριτικούς; Ειδικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά έβγαζαν έναν απίστευτο αρνητισμό απέναντιί του κατηγορώντας τον ότι εισάγει επιθεωρησιακά κόλπα και ευκολίες. Λες και η επιθεώρηση δεν ήταν θεατρικό είδος και δη από τα δυσκολότερα. Αλλά όπως είπαμε και πιο πάνω όταν έχεις τον κόσμο με το μέρος σου, δεν πολυνοιάζεσαι για αυτά.
Και φυσικά στα έργα του Αριστοφάνη ήταν απλά μοναδικός. Με ένα δικό του στυλ, ξεχωριστικό κατευθείαν από τη σχολή των παλιών ηθοποιών του είδους.
«Στη Δευτέρα Παρουσία»
Κάποια έντονα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε τον έκαναν να ταξιδέψει ως τη Σουηδία. Και εκεί μαθαίνει, ύστερα από σειρά εξετάσεων την αλήθεια: Καρκίνος. Να πώς το λέει ο ίδιος:
«Τότε, άρχισε να μου λέει ο γιατρός τις πιθανότητες επιβίωσης που έχω, εκεί τα λένε ψυχρά, και έπαθα ένα άσπρο, δεν άκουγα, δεν έβλεπα τίποτα. Το μόνο που σκεφτόμουν, ήταν πως πρέπει να πάω στην Ελλάδα να δω τους δικούς μου. Τίποτα άλλο».
Από τη διάγνωση και ύστερα ξεκίνησε να μετράει η αντίστροφη μέτρηση για τον ταλαντούχο ηθοποιό και σκηνοθέτη. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία του. Το βεβαρημένο ιστορικό του με τον καρκίνο και το σοβαρό πρόβλημα με το σάκχαρό του, τον είχαν αναγκάσει να μπαινοβγαίνει στο νοσοκομείο.
Τελικά, παίρνει την απόφαση να σταματήσει να σταματήσει το θέατρο. Τον Νοέμβριο του 2011, σε συνέντευξή του ο Θύμιος Καρακατσάνης, είχε δηλώσει ότι αποσύρεται από το θέατρο, λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια. Σε ερώτηση εάν θα εμφανισθεί στη σκηνή, απάντησε: «Θα εμφανιστώ στη Δευτέρα Παρουσία. Για μένα η αυλαία έπεσε…».
Δεν ξέρουμε βέβαια τι ετοιμάζει για τη Δευτέρα Παρουσία. Όμως όσο ήταν επί της γης, οι θεατρόφιλοι δεν τον ξέχασαν ποτέ. Και ο ίδιος χωρίς να κρύβει τη λύπη του για τους δρόμους που είχε πάρει η ζωή μας, άφηνε και μια πόρτα ανοιχτή στην αισιοδοξία: «Είναι ζούγκλα ο κόσμος. Κι εμείς άγρια ζώα που τα βάζουν στα κλουβιά. Τα κλουβιά είναι τα σπίτια μας, είναι οι πόλεις μας, η ανοχή μας, το άδειο μυαλό μας. Κι αυτό το άδειο μυαλό προσπαθώ μέσα από το θέατρο να μη μείνει άδειο και να αντιδράσει», είχε δηλώσει.
Σπύρος Δευτεραίος