«Η Τουρκία για τους Τούρκους». Αυτή η φράση-σύνθημα συμπύκνωνε τη μεροληπτική στάση του τουρκικού κράτους απέναντι στις μειονότητες, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λοζάνης και συγκεκριμένα των άρθρων που προβλέπουν τη διατήρηση της εθνικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής τους ελευθερίας.
Και ενώ τα διαβόητα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού) είναι γνωστά ως μέρος της γενοκτονικής πολιτικής εναντίον των χριστιανικών πληθυσμών, πολλοί λιγότεροι γνωρίζουν ότι χρησιμοποιήθηκαν και τη δεκαετία του 1940, στο πλαίσιο της ακραίας εθνικιστικής πολιτικής που ακολούθησε η Δημοκρατία της Τουρκίας με στόχο τον εκτουρκισμό της οικονομίας, της παιδείας και γενικά όλων των τομέων της ζωής.
«Χρονολογικά τα τάγματα εργασίας (μια γερμανική επινόηση) τα γνωρίζουμε κυρίως πιο πριν. Ξεκινούν από τον 19ο αιώνα –γιατί πάντα οι Γερμανοί είναι αυτοί που εκπαιδεύουν τον οθωμανικό και τον τουρκικό στρατό–, και εντείνονται την περίοδο 1913-1917. Αλλά τα αμελέ ταμπουρού υπάρχουν και το 1942 και εκεί υπηρέτησαν και οι δύο παππούδες μου» δηλώνει στο pontosnews.gr η επίκουρη καθηγήτρια Νεότερης Ιστορίας και γενική γραμματέας του ΙΔΙΣΜΕ Ειρήνη Σαρίογλου.
Η άνοδος στην εξουσία του Ισμέτ Ινονού το 1938 και το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου φούντωσαν το αντιμειονοτικό αίσθημα που επικρατούσε στην Τουρκία.
Το 1941, με την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και της ναζιστικής Γερμανίας, οι μη μουσουλμάνοι άνδρες (μέλη της ελληνικής, αρμενικής και εβραϊκής κοινότητας), μεταξύ 25-45 ετών, εστάλησαν στα βάθη της Μικράς Ασίας, σε ειδικά στρατόπεδα όπου εργάζονταν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες για την κατασκευή δημόσιων έργων.
Έναν χρόνο μετά, το 1942, με την επιδείνωση της οικονομικής κρίσης ξεκίνησε μια νέα αντιμειονοτική εκστρατεία· στις 12 Νοεμβρίου 1942 η Εθνοσυνέλευση ψήφισε έναν ληστρικό φόρο περιουσίας, τον 4305, με αρχικό στόχο τον περιορισμό των ελλειμμάτων και τη μείωση του υψηλού πληθωρισμού. Ωστόσο, εμπιστευτική έρευνα που είχε γίνει για την επιχειρηματική δραστηριότητα των μειονοτικών έδειχνε ένα… παράθυρο ευκαιρίας για την εξαφάνισή τους από την αγορά.
Έτσι, βασικά κριτήρια για τον καθορισμό του φόρου –γνωστού και ως βαρλίκι– ήταν (και πάλι) η θρησκεία και η εθνικότητα. Επίσης οι νομοθέτες ανέφεραν ρητά ότι το ύψος του ποσού της οφειλής δεν άλλαζε και ότι δεν υπήρχε δυνατότητα προσφυγής σε ένδικα μέσα.
«Αν για παράδειγμα τα υπάρχοντα τους άξιζαν 100, η Τουρκία ζητούσε φόρο 1 εκατομμύριο. Οπότε η εναλλακτική ήταν 12 μήνες στα αμελέ ταμπουρού» σημειώνει η Ειρήνη Σαρίογλου. Η ίδια κατά τύχη ανακάλυψε ένα ιστορικό τεκμήριο, ένα μοναδικό ντοκουμέντο που εκδόθηκε από το ΙΔΙΣΜΕ¹.
Πρόκειται για το ημερολόγιο τσέπης του Κωνσταντίνου Κιουρκτσόγλου, γραμμένο στα καραμανλίδικα, στα τουρκικά και στα ελληνικά.
«Όταν έχω χρόνο πηγαίνω και παίρνω συνεντεύξεις από μεγάλους σε ηλικία Κωνσταντινουπολίτες. Και κατά τη διάρκεια συνέντευξης με τον Νικόλαο Κιουρκτσόγλου ρώτησα αν είχε κρατήσει κάτι από τον πατέρα του που υπηρέτησε στα αμελέ ταμπουρού την περίοδο 1942-3. Και έπαθα σοκ όταν μου απάντησε θετικά· ο ίδιος δεν το είχε διαβάσει, καθότι χειρόγραφο. Σήμερα υπάρχει σε πολλά διδακτορικά υπάρχει ως παραπομπή» λέει η γενική γραμματέας του ΙΔΙΣΜΕ.
Αμέσως μετά την επιβολή του φόρου περιουσίας η επιχείρηση του εμπόρου ξηρών καρπών Κωνσταντίνου Κιουρκτσόγλου, όπως και το σπίτι του, εκποιήθηκαν από το τουρκικό κράτος.
Τον Ιανουάριο του 1943, αδυνατώντας ακόμα να αποπληρώσει το ποσό των 200.000 λιρών, οδηγήθηκε στην εξορία στα βάθη της Ανατολής, όπου υπηρέτησε με μια υποτυπώδη αμοιβή, της τάξης των 1-2 λιρών την ημέρα. Στις δύσκολες αυτές ώρες της 12μηνης παραμονής στο Άσκαλε (κωμόπολη δυτικά της Ερζουρούμ), μοναδική συντροφιά και καταφύγιο ήταν το ημερολόγιο του.
«Οι περιγραφές του διαπνέονται άλλοτε από έκδηλη αγωνία, άλλοτε από απόγνωση και άλλοτε από ειρωνική διάθεση προς το καθεστώς. Πολλές είναι οι φορές όπου το άγνωστο μέλλον φαίνεται να τον βασανίζει» γράφει η Ειρήνη Σαρίογλου στο προλογικό της σημείωμα.
Ακολουθούν χαρακτηριστικά αποσπάσματα του ημερολογίου, τα οποία αναδημοσιεύονται με την άδεια του ΙΔΙΣΜΕ:
4 Φεβρουαρίου 1943, Πέμπτη
Φοβερό κρύο. Με περισσότερους από 35 βαθμούς κάτω από το μηδέν. Δουλέψαμε μέσα στο ρυάκι, βάσει της απόφασης της Υγειονομικής Επιτροπής, για να έχουμε πιο ελαφριά εργασία. Δεν υπάρχουν φτυάρια, καζμάδες. Σήμερα η επιθεώρηση του Νομάρχη.
2 Μαρτίου 1943, Τρίτη
Σήμερα έχει ψωφόκρυο. Χιόνιζε από το πρωί σήμερα. Απ’ τα χαράματα έως τη νύχτα, σκάβοντας μέσα στα χιόνια και τρώγοντας 50 γραμμάρια χαλβά και ψωμί πληρώνονται οι φόροι μας. Απαράδεκτη κατάσταση για κάθε πολιτισμό.
30 Ιουνίου 1943, Τετάρτη
Δεν βγάζεις άκρη, όσο κι αν σκέφτεσαι πότε θα τελειώσει αυτή η άθλια κατάστασή μας εδώ… Εμείς εδώ, να κρατούμαστε αυθαίρετα και οι οικογένειες μας, εκεί [στην Πόλη], να δυστυχούν… Είμαστε στο έλεος του Θεού.