Τα δίστιχα, ως γρήγορο και εύστροφο ποιητικό είδος, εμφανίζονται με διάφορες παραλλαγές σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο.
Με ρίζες στην αρχαία ελεγεία, από την αρμενική ή φρυγική λέξη έλεγος, που σημαίνει αυλός, και τα βυζαντινά καταλόγια (λαϊκά νυχτερινά τραγούδια), τα δίστιχα εξιστορούσαν μυθικές και ερωτικές περιπέτειες και πήραν διάφορες ονομασίες, όπως λιανοτράγουδα, ρίμες, πατινάδες, παρόλες, στιχάκια, και φυσικά την πιο διαδεδομένη μορφή τους στη σύγχρονη εποχή, τις κρητικές μαντινάδες.
Ιδιαίτερα διαδεδομένα όμως ήταν και στον Πόντο, και μάλιστα πολλές φορές συγκροτούσαν ένα ολόκληρο τραγούδι.
Τα τραγούδια αυτά, που προέρχονται από διάφορες περιοχές του Πόντου, είναι συμβολικά και αποτελούν μέρος της παράδοσης. Ποντιακά χριστουγεννιάτικα δίστιχα του Καρς καταγράφει ο Στάθης Ευσταθιάδης στο έργο του Τα τραγούδια του ποντιακού λαού.
Έρθαν τα Χριστούγεννα
Έρθαν τα Χριστούγεννα κι όλια τα γιορτάς – μανίτσα μ’
Κι εσύ, μάνα, για το παιδόπο σ’, ξάι πως ’κ’ ερωτάς – μανίτσα μ’.
Ασήν ξενιτείαν σύρω εγώ τη γιαχά μ’, – μανίτσα μ’,
θα ματών’ απέσ’ ‘ς σο ψόπο μ’, ντ’ έχω τη γεράν – μανίτσα μ’.
Το νερόν τη ξενιτείας εν πολλά πικρόν – μανίτσα μ’,
διψώ και θέλω να πίν’ α, την ψη μ’ φαρμακών’ – μανίτσα μ’.
Σην εγκάλιαν ντ’ εκρατέθα, ’κ’ εγνώρτσα ζωήν – μανίτσα μ’,
εκεί ας ψυχομαχίνω κι ας εβγαίν’ η ψη μ’ – μανίτσα μ’.