Μια από τις ηρωικότερες μορφές του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ένας μπαλαδόρος που το 1939 και το 1940 πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα Ελλάδας, ένα κύπελλο και ένα πρωτάθλημα Αθήνας, και που το 1938 φόρεσε τρεις φορές τη φανέλα της Εθνικής, στους τρεις τελευταίους αγώνες που δόθηκαν προπολεμικά.
Το όνομά του είναι Σπύρος Κοντούλης. Γεννήθηκε το 1915 στα Βουρλά και πέθανε τον Ιούνιο του 1944 (άγνωστο πότε ακριβώς) από τα πυρά Γερμανών στρατιωτών.
Η οικογένεια του Μιχάλη και της Όλγας Κοντούλη βίωσε τις δραματικές περιόδους της Ιστορίας με επώδυνο τρόπο. Ο πόλεμος του 1897, η ανασφάλεια του μικρασιατικού ελληνισμού, τα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού), ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι εκτοπισμοί. Και ύστερα οι ελπίδες και οι προσδοκίες στην προσφυγική Κοκκινιά του Μεσοπολέμου, όπου ρίζωσε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο γιος τους Σπύρος ξεκίνησε να παίζει μπάλα στην Άμυνα Κοκκινιάς (ή Άμυνα Πειραιώς). Στα 20 του τον πήρε η ΑΕΚ με την οποία κατέκτησε όλους τους τίτλους της καριέρας του.
Ο εξαιρετικός προπονητής Κώστας Νεγρεπόντης είχε δημιουργήσει μια σπουδαία ομάδα με παίκτες που είχαν γεννηθεί στη Μικρά Ασία και στην Κωνσταντινούπολη – όλοι πλην ενός, του Κύπριου Κώστα Βασιλείου. Στην ΑΕΚ τότε δέσποζαν εμβληματικές μορφές, όπως ο τερματοφύλακας Χρήστος Ρίμπας, ο αμυντικός Γιώργος Γάσπαρης, ο δεινός σκόρερ Κλεάνθης Μαρόπουλος και φυσικά ο Σπύρος Κοντούλης, ένας κεντρικός χαφ με σπάνια τεχνική κατάρτιση, εξαιρετική ικανότητα στο ένας εναντίον ενός, και δυνατό σουτ.
Στην ξέφρενη πορεία των «κιτρινόμαυρων» έβαλε φρένο η επίθεση της Ιταλίας στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940. Ο Σπύρος Κοντούλης γύρισε από το αλβανικό μέτωπο λόγο σοβαρού τραυματισμού στο πόδι· μαχητής εντός και εκτός γηπέδων, στη συνέχεια οργανώθηκε στην Ένωση Ελλήνων Αθλητών που ήταν παρακλάδι του ΕΑΜ.
Τρία χρόνια κράτησε η αντιστασιακή του δράση – για καιρό διέμενε κοντά στον Λυκαβηττό, σε σπίτι που του είχε παραχωρήσει ο παράγοντας της ΑΕΚ Σπύρος Σκούρας, για να είναι πιο ασφαλής. Συνελήφθη κατά τη διάρκεια μπλόκου, κατά πάσα πιθανότητα μετά από υπόδειξη δωσίλογου. Μαζί με τον μικρότερο αδελφό του Βασίλη, που επίσης ήταν στην Αντίσταση, οδηγήθηκαν στο κολαστήριο του Χαϊδαρίου. Εκεί βρήκαν έναν ακόμη άσο της ΑΕΚ, τον Κώστα Χριστοδούλου, ο οποίος βασανίστηκε φριχτά, αλλά κατάφερε να επιζήσει.
Στις 10 Μάϊου 1944 ο αδερφός του Σπύρου Κοντούλη εκτελέστηκε στη Καισαριανή. Τον Ιούνιο ήταν η σειρά του. «Φορτώθηκε» στο καμιόνι με προορισμό το σκοπευτήριο. Στο ύψος του Μετς κοντά στο Α’ Νεκροταφείο πήδηξε από το φορτηγό αναζητώντας την ελευθερία του. Οι μαρτυρίες λένε ότι παρά το τραυματισμένο πόδι και την ταλαιπωρία της φυλακής έκανε το σπριντ της ζωής του, δυσκολεύοντας τους Γερμανούς. Όμως, έφτασαν σε απόσταση βολής και τον πυροβόλησαν πισώπλατα, αφήνοντάς τον νεκρό. Ήταν 29 ετών.
Η ιστορία του άσου της ΑΕΚ και της οικογένειάς του περιλαμβάνονται στο βιβλίο Η κραυγή της σιωπής, ένα ιστορικό μυθιστόρημα που έγραψε ο πρώην δήμαρχος Καισαριανής Σπύρος Τζόκας.