Βρέθηκα πριν από μερικά χρόνια σε μια αραβική χώρα σε επαγγελματικό ταξίδι. Μεταξύ των επαφών που είχαμε ήταν και με αξιωματούχο του κράτους που μας ενημέρωσε για τις θέσεις τους σε διάφορα ζητήματα που του θέταμε. Αν και είναι από τις χώρες που δεν βρίσκονται στις διαδικασίες των Συμφωνιών του Αβραάμ, ήταν θετικός στα ανοίγματα προς το Ισραήλ. Οι Άραβες που γνώρισα, και ειδικά αυτής της χώρας, έχουν μια έντονα οικονομική και επιχειρηματική προσέγγιση των πραγμάτων.
Είχε εκπλαγεί όταν τον ρωτήσαμε πώς θα γίνει αυτή η προσέγγιση –αναφερόμαστε σε περίοδο πριν από τις Συμφωνίες του Αβραάμ– όσο εκκρεμεί το Παλαιστινιακό. Μας είπε κάτι σαν και «αυτό δεν λύνεται» και πως «πρώτοι αυτοί [οι Παλαιστίνιοι] είναι που έχουν οικονομικές σχέσεις με το Ισραήλ».
Κατάλαβα πως το Παλαιστινιακό είναι ένα ζήτημα που κρατά αιχμάλωτες τις αραβικές χώρες, δεν πιστεύουν πως θα λυθεί αλλά στο περιθώριό του, αποδέχονται την υπάρχουσα κατάσταση και προχωρούν παραπέρα.
Η βάρβαρη επίθεση της Χαμάς, που συνεχίσθηκε με μια εξίσου βάρβαρη αντίδραση του Ισραήλ, αναμόχλευσε το μεσανατολικό καζάνι και έφερε στην επιφάνεια όλο το ίζημα. Κινδυνεύουν, ακόμη, και αραβικά καθεστώτα είτε από μια νέα Αραβική Άνοιξη, είτε από έναν περιφερειακό πόλεμο.
Βρισκόμαστε, τώρα, σε μια ανήσυχη αναμονή ενόψει της ισραηλινής εισβολής, αν γίνει.
Το χρονικό διάστημα που πέρασε από τις 7 Οκτωβρίου οπότε έγινε η επίθεση της Χαμάς είναι πολύ για να υποθέσει κανείς πως όλον αυτόν τον χρόνο το Ισραήλ προετοιμάζεται στρατιωτικά, αν και η ομηρία 200 ανθρώπων από την Χαμάς κάνει την επιχείρηση πολύπλοκη.
Οι ισραηλινοί θέλουν με την ενδεχόμενη εισβολή να απελευθερώσουν τους ομήρους και να καταστρέψουν την Χαμάς. Η πρώτη επιδίωξη είναι υψηλού βαθμού επικινδυνότητας. Ο ισραηλινός στρατός δεν γνωρίζει καν πού βρίσκονται οι όμηροι και τις προηγούμενες ημέρες έριξε φυλλάδια στη Γάζα υποσχόμενος χρηματική αποζημίωση σε όσους δώσουν πληροφορίες για τον τόπο που κρατούνται.. Και η Χαμάς, ως οργάνωση έχει χαοτικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι ένας τακτικός στρατός που έχεις απέναντί σου, τον στοχεύεις και τον διαλύεις. Η Χαμάς είναι αδύνατον να εξοντωθεί όσο καιρό και αν κρατήσει η στρατιωτική εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα. Και πολύ δεν μπορεί να κρατήσει. Αν κάνει αυτό το λάθος το Ισραήλ, που δεν θα το κάνει, θα έχει μπει σε ένα τέλμα από το οποίο θα βγει πολλαπλά χαμένο. Αλλά, πέραν αυτού, ας υποθέσουμε πως το Ισραήλ εξαλείφει την Χαμάς. Ποιος θα διοικήσει τη Γάζα;
Η Παλαιστινιακή Αρχή δεν έχει αυτό το κύρος. Πολλοί Παλαιστίνιοι την εγκατέλειψαν λόγω διαφθοράς και των θέσεών της. Η Χαμάς που ελέγχει την Γάζα είναι μια ακραία ισλαμιστική οργάνωση αλλά η πιθανή οργάνωση που θα την αντικαταστήσει μπορεί να είναι χειρότερη. Και, μάλλον, θα είναι.
Πιθανότερος, από τη στρατιωτική προετοιμασία, λόγος της μη εισβολής, ακόμη του ισραηλινού στρατού στη Γάζα είναι οι διεθνείς αντιδράσεις που συνιστούν στην ηγεσία του αυτοσυγκράτηση. Το Ισραήλ δεν έχει συνηθίσει σε λογικές αυτοσυγκράτησης όταν πρόκειται για την ασφάλειά του αλλά αν κρίνουμε από τις επιθέσεις που εξαπολύουν αξιωματούχοι του, διεθνείς προσωπικότητές του και μέσα ενημέρωσης κατά των ΗΠΑ και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, ακόμη, οι πιέσεις που θα υφίσταται θα είναι ισχυρές. Ο Ισραηλινός πρέσβης στον ΟΗΕ ζήτησε από τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού να παραιτηθεί ύστερα από τις δηλώσεις του ότι η Χαμάς δεν έδρασε σε κενό αέρος αλλά ο Γενικός Γραμματέας δεν θα προέβαινε σε τέτοιες δηλώσεις αν δεν ενθαρρυνόταν να το κάνει. Και είναι γνωστό ποιος μπορεί να έχει τέτοιου είδους επιρροή στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ.
Δεν υπάρχει λύση στην παλαιστινιακή κρίση αν δεν δρομολογηθούν οι διαδικασίες για τη δημιουργία δύο κρατών και αυτό φρόντισε να θυμίσει ο κ. Γκουτιέρες. Και αυτήν τη λύση τη θέλουν πολλοί.
Το Ισραήλ ξέχασε, εντελώς, αυτήν τη διαδικασία η οποία, όμως, είναι απαραίτητη για την νέα ισορροπία στην περιοχή. Του τη θύμισε η Χαμάς με την αποτρόπαια πράξη της. Γιατί να χρειαζόταν η θυσία τόσων ανθρώπων;
Όπως βλέπετε και στον χάρτη 1 η διαχωριστική γραμμή μεταξύ Δύσης και Ανατολής περνά από την Κύπρο, μέσω του Λεβάντε καταλήγει στον Περσικό κόλπο και συνεχίζει παρακάτω. Ρωσία, Κίνα, Ιράν δίνουν το παρών από την πάνω πλευρά, με την Τουρκία να είναι διχασμένη.
Ισραήλ και οι μοναρχίες της Αραβικής Χερσονήσου στην κάτω πλάκα βρίσκονται υπό την επιρροή των ΗΠΑ οι οποίες είναι, μεν, ανεκτές στην περιοχή αλλά αποδυναμωμένες εξαιτίας και της πολιτικής που ακολούθησαν και των εσωτερικών προβλημάτων τους. Η Τουρκία, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν είναι οι περιφερειακοί παίκτες που επιδιώκουν επιρροή. Ανταγωνίζονται μεταξύ τους αλλά όταν χρειάζεται συνεργάζονται.
Αν επεκτείνουμε βορειότερα τη διαχωριστική γραμμή θα οδηγηθούμε, όπως φαίνεται στον δεύτερο χάρτη, προς τις βαλτικές χώρες διά της συνοριακής επαφής Ελλάδας-Τουρκίας περνώντας από την Αλεξανδρούπολη.
Και, ακόμη βορειότερα, η γραμμή φθάνει στον Βερίγγειο Πορθμό. Είναι το νέο σύνορο Ανατολής Δύσης. Από τον Βερίγγειο Πορθμό έως την έξοδο του Περσικού Κόλπου στην ινδική θάλασσα. Στο ευρωπαϊκό έδαφος και στο Αιγαίο η κυρίαρχη δύναμη της ανατολικής πλευράς είναι η Ρωσία ενώ στον μεσανατολικό οι Αμερικανοί έχουν να αντιμετωπίσουν την Κίνα η οποία, προς το παρόν ακολουθεί μια ήπια, οικονομικού χαρακτήρα, πολιτική για να μην προκαλέσει. Έχει ανάγκη ειρηνικής περίοδου για να πετύχει τους στόχους της.
Σε αυτό το πλαίσιο η Τουρκία ακολουθεί μια αυτόνομη πολιτική χωρίς να θέλει να φύγει απ’ τη Δύση αλλά αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον αμερικανικό σχεδιασμό.
Οι επιθέσεις Τούρκων αξιωματούχων –ακόμη και του ίδιου του Ερντογάν– κατά του Ισραήλ και των ΗΠΑ έχουν φθάσει σε ακραία όρια και είναι ζητούμενο πως το χάσμα αυτό θα καλυφθεί όταν χρειασθεί. Ακόμη και εάν μείνει στη Δύση η Τουρκία, η συμπεριφορά της απαιτεί μια νέα αρχιτεκτονική των ΗΠΑ στην περιοχή. Όπως με την κατάχρηση της αξιοποίησης των διευκολύνσεων που παρείχε στις ΗΠΑ ώθησε την Ουάσιγκτον να αναζητήσει τη λύση της Αλεξανδρούπολης, έτσι και στη Μέση Ανατολή η Κύπρος μπορεί να φανεί –όπως και φάνηκε– πολλαπλά ωφέλιμη στη Δύση.
Μια λύση του Κυπριακού που θα ικανοποιούσε τη Λευκωσία θα μπορούσε να δώσει στο κυπριακό κράτος τη δυνατότητα να βοηθήσει τη δυτική συμμαχία ακόμη και με την είσοδό του στο ΝΑΤΟ.
Με την προβολή των σημερινών δεδομένων στην επόμενη ημέρα της μεσανατολικής κρίσης, δεν φαίνεται να ευνοείται η πολιτική της Άγκυρας. Γι’ αυτό η κυβέρνηση ας είναι φειδωλή στις υποσχέσεις που δίνει στην Τουρκία στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού πολιτικού διαλόγου. Διότι πολλά ακούγονται που δεν θα θέλαμε να τα πιστέψουμε.