Στη βασιλική του Αγίου Δημητρίου, στη Θεσσαλονίκη, επάνω από το τοξωτό άνοιγμα που οδηγεί από το νότιο κλίτος στο νάρθηκα, υπάρχει ένα ψηφιδωτό στο οποίο εικονίζεται ο άγιος μπροστά από ένα μαρμάρινο κιβώριο και δύο παιδιά με τους ενήλικες συνοδούς τους να κατευθύνονται προς το μέρος του, αποδίδοντας ευχαριστία.
Ο άγιος ανασηκώνει τα χέρια του δεόμενος υπέρ των πιστών κι οι παλάμες του λαμπυρίζουν ολόχρυσες καθιστώντας σαφή την υπερκόσμια παρουσία του.
Ωστόσο, σύμφωνα με ανάρτηση της Εφορείας Αρχαιοτήτων της Θεσσαλονίκης, το «χρύσωμα» των χεριών του αγίου, είναι μεταγενέστερο και δεν ανήκει στο αρχική μορφή του ψηφιδωτού. Όπως αναφέρεται, πρόκειται για μια «έκφραση τιμής και λατρείας προς τον πολιούχο της Θεσσαλονίκης, η οποία έγινε πιθανόν τον 7ο αιώνα, κατόπιν θαυματουργικής θεραπείας ασθενούς».
Πολλές ενδείξεις, μεταξύ των οποίων η διατήρηση τμήματος του δείκτη του δεξιού αντίχειρα, αποδεικνύουν ότι αρχικά οι παλάμες ήταν καμωμένες με μικρές ανοιχτόχρωμες, λίθινες και μαρμάρινες ψηφίδες, όπως δηλαδή το πρόσωπο του αγίου και των άλλων μορφών.
Το «χρύσωμα» των χεριών του αγίου αποτελεί μεταγενέστερη επέμβαση στο ψηφιδωτό του 5ου αιώνα, με τις απαρχές της λατρευτικής αυτής πρακτικής να ανάγονται στην αρχαιότητα, με γνωστά παραδείγματα την επιχρύσωση αγαλμάτων των Διόσκουρων στη Ρώμη.
Η ίδια πρακτική διείσδυσε στη χριστιανική πίστη με την προσθήκη μεταλλικών επενδύσεων σε εικόνες, αλλά και σε τοιχογραφίες, όπως τεκμηριώνουν παραδείγματα κυρίως του 7ου αι. από τη Ρώμη, και έχει συσχετιστεί με την έξαρση της λατρείας των εικόνων και της προσφοράς αναθημάτων εκ μέρους των πιστών.
Όπως σημειώνεται στην ανάρτηση, η πρακτική αυτή επιβιώνει με την προσθήκη χρυσών ή ασημένιων καλυμμάτων σε φορητές προσκυνηματικές εικόνες. «Στην προκειμένη περίπτωση η επιλεκτική επέμβαση μετατροπής των χεριών του αγίου σε χρυσά, προσθέτει ένα χαρακτηριστικό στην εικονογραφία του αγίου, τονίζοντας τη θαυματουργική ιδιότητά του» καταλήγει.