Είναι βότανο πολυετές, σε ύψος φτάνει και ξεπερνάει το ένα μέτρο, έχει λουλούδια υπόλευκα ή πρασινωπά, και οι ρίζες του, αποξηραμένες, βοηθούν στην πτώση της αρτηριακής πίεσης.
Και κάπου εδώ εξαντλούνται τα καλά λόγια για το τσουμάχιν (ή τσιμάχ’), καθώς –ούτε λίγο ούτε πολύ– πρόκειται για ένα εξαιρετικά δηλητηριώδες φυτό.
Το 2014, μάλιστα, δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Clinical Toxicology μια μελέτη η οποία κατέληγε στο συμπέρασμα ότι αν ο θάνατος του Μεγαλέξανδρου προήλθε από δηλητηρίαση, τότε αυτό το βότανο αποτελεί πιο πιθανή αιτία απ’ ό,τι το αρσενικό, η στρυχνίνη και άλλα συναφή.
Είναι το κοινό βέρατρο, ο Ελλέβορος ο λευκός (Veratrum album, οικ. Liliaceae), που ανθίζει τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Τα χρήσιμα μέρη του είναι οι αποξηραμένες ρίζες, οι οποίες περιέχουν διάφορα δηλητηριώδη αλκαλοειδή που προκαλούν εμετό και πτώση της πίεσης.
Χρησιμοποιείται ως αναλγητικό, διουρητικό, σε περιπτώσεις αρθρίτιδας, και ως καταπραϋντικό της καρδιάς, ενώ είναι επίσης ισχυρό καθαρτικό και εμετικό. Σε μεγάλες δόσεις προκαλεί συμπτώματα μέθης, μελαγχολία, διάρροια, καρδιακές διαταραχές κ.ά. Η σκόνη του προκαλεί φτέρνισμα και απωθεί ψύλλους και ψείρες, ενώ το αφέψημα της ρίζας το χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο κατά της ψώρας των ζώων, με το όνομα τσιμάχεα.
Από το φυτό αυτό παράγεται το ρήμα τσουμαχώνω (= δηλητηριάζω) και πολλές… πικρές εκφράσεις (με μια λέξη, κατάρες) της ποντιακής διαλέκτου:
«Το βοτάν’ πικρόν έν’, τσιμαχών’ τον άνθρωπον», «Να τσιμαχούσαι», «Ακόμαν ’κ’ ετσιμαχώθεν», «Να τρως τσουμάχα και τη τσουμαχί τα ρίζας», «Τσιμάχ’ να έν’ ντο τρως».
Τα φύλλα περιέχουν λιγότερα αλκαλοειδή, που με την ανάπτυξη του φυτού ελαττώνονται. Επειδή είναι μεγάλα, πλατιά και επίπεδα (τσουμαχόφυλλα), τα τοποθετούσαν κάτω από το ψωμί όταν το έψηναν στο φούρνο.
Οι Κρωμναίοι το μάζευαν, έσχιζαν τα φύλλα και τα στέγνωναν για το χειμώνα ως ζωοτροφή, καθόσον θεωρείται ότι ανοίγει την όρεξη των βοοειδών.