Μια ιδιαίτερη θέση επιφυλάσσει η ποντιακή παράδοση στην 9η Οκτωβρίου. Όπως μας πληροφορεί ο μεγάλος λαογράφος Στάθης Ευσταθιάδης, η μέρα αυτή ήταν μια «στάση» στη ζωή του κούκου (του «πλούτου» των δοξασιών του Πόντου).
Σύμφωνα με όσα διαβάζουμε στην Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, ο κούκος στις 9 Μαρτίου (με το παλιό ημερολόγιο) μπαίνει στο νερό, όπου μένει ακίνητος μέχρι τις 25 Μαρτίου, οπότε συνέρχεται από το μούδιασμα του χειμώνα. Ξαναζωντανεύει τότε και αρχίζει να λαλεί.
Θα λαλεί μέχρι τις 24 Ιουνίου. Μετά βυθίζεται στη σιωπή, και στις 9 Οκτωβρίου «ξεραίνεται ’ς σο κλαδίν», ναρκώνεται δηλαδή και παραμένει ναρκωμένος ως τον επόμενο Μάρτιο.
Το ίδιο πουλί (σύμφωνα με μια παράδοση της Ματσούκας) στεκόταν αρχικά εμπόδιο στην πορεία των ιερομόναχων Βαρνάβα και Σωφρόνιου προς το όρος του Μελά, όπου τους κατεύθυνε με μια βοή το εικόνισμα της Παναγίας. Έπειτα, όμως, το πουλί άλλαξε στάση.
Η παράδοση λέει τα εξής: Πλησιάζοντας οι ιερομόναχοι το χωριό Σκαλίτα, ακολουθώντας τη βοή της εικόνας, ξαφνικά άκουσαν τα λαλήματα χιλιάδων κούκων. Οι φωνές τους εξουδετέρωναν τη βοή του εικονίσματος, αλλά όταν οι καλόγεροι τους παρακάλεσαν να σταματήσουν, τα πουλιά ανταποκρίθηκαν στην παράκλησή τους. Ακούστηκε τότε καθαρά και πάλι η βοή της εικόνας, και οι ιερομόναχοι συνέχισαν την πορεία τους κανονικά.
Από τότε, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, πέρα από τη θέση Σκαλίτα και σε ολόκληρη την ορεινή περιοχή της Σουμελά, οι κούκοι δεν λαλούν και δεν ακούγονται.
Το περιστατικό των κούκων με τους ιερομόναχους έγινε θρύλος:
’Σ σην Παναγίαν Σουμελά ο πλούτον ’κί κουίζει,
με το να επλάστεν πουλίν, ατό πα κάτ’ νουνίζει.