Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού με ακροστιχίδα: «αίνος καὶ ούτος Ρωμανού». Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας.
Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
Προοίμιο Ι
Στου Νώε τα χρόνια τα παλιά την αμαρτία ξέπλυνες με τον κατακλυσμό·
και τώρα πια στα έσχατα τα χρόνια τα δικά μας, έσωσες με το βάπτισμα
το γένος των ανθρώπων, Χριστέ, Χριστέ μου και Θεέ.
Και είναι κι άλλος καθαρμός που πρόκειται να γίνει, σαν έρθεις πάλι με φωτιά τη γη να λαγαρίσεις.
Γι’ αυτό και Σου ζητάμε, όσους συνέχεια Σ’ ανυμνούν, ως Εύσπλαχνος που είσαι,
από τη δίκαιή Σου οργή τους πάντες Κύριε σώσε με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή.
Προοίμιο ΙΙ
Στου Νώε τα χρόνια τα παλιά, πέλαγο οι αμαρτίες·
ξέσπασ’ η δίκαιη οργή κι έγινε ο θυμός Σου κατακλυσμός ανάλογος της άμετρης ισχύς Σου· της αμαρτίας το πέλαγος σβήστηκε απ’ τον χάρτη.
Και τώρα πάλι στα έσχατα τα χρόνια τα δικά μας, Χριστέ, Χριστέ μου και Θεέ, τον κόσμο
με το βάπτισμα Συ τον ανακαινίζεις· στο τέλος θα ‘ρθεις με φωτιά τη γη να καθαρίσεις.
Αλλ’ από τη δίκαιή Σου οργή σώσε μας Κύριέ μας με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή.
Οίκοι
α’. Σκέφτομαι τώρα βλέποντας τις προειδοποιήσεις που οι υπεύθυνοι
έλαβαν, τότε στου Νώε τα χρόνια…
Τρέμω, λοιπόν, σαν σκέφτομαι τα αμαρτήματά μου, που είν’ στα αλήθεια φοβερά κι αξίζουν καταδίκη.
Εκείνους τότε ο Πλαστουργός είχε προειδοποιήσει από τα πριν και έγκαιρα·
χρόνο τους έδωσ’ αρκετό, περίμενε με υπομονή να δείξουνε μετάνοια.
Τώρα με μας είναι αλλιώς… Η μέρα εκείνη η στερνή, της κρίσεως η μέρα
μάς είν’ τελείως άγνωστη… Πότε θα ΄ρθεί; – ποιος ξέρει…
Δεν έχει αποκαλυφτεί ούτε και στους Αγγέλους.
Κείνη την μέρα ο Χριστός είναι που θα ξανάρθει· ο προαιώνιος Κύριος
απάνω σε νεφέλες, όπως προείδε ο Δανιήλ,
θα έρθει για να Κρίνει καθέναν που περπάτησε στη γη αυτή απάνω. Γι’ αυτό, πριν να μας ‘ρθεί το ξαφνικό και όλα ανατραπούνε και δούμε τότε καθαρά το τέλος να ζυγώνει,
ας ικετεύσουμε παιδιά όλοι μας τον Χριστό μας φωνάζοντας Του ολόθερμα:
«Από τη δίκαιή Σου οργή τους πάντες Κύριε σώσε, με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή».
β’. Αν θέλουμε να μάθουμε περί των γεγονότων τότε στου Νώε τον καιρό, ας κάτσουμε ν’ ακούσουμε- η Αγία Γραφή τα λέει.
Γενιές φεύγουν και έρχονται, τ’ άδικο βασιλεύει· το βλέπει ο Φιλάνθρωπος και λέει του τού Νώε:
«Μού φαίνεται έφτασε ο καιρός, σαν να το βλέπω μπρος μου, νομίζω για τον άνθρωπο θα υπάρξει τέλος χρόνου.
Πολλή αδικία γέμισε –φούσκωσε, παραφούσκωσε– τη γη κι είναι να σκάσει.
Θα καταστρέψω, το λοιπόν, τη γη τώρα ολάκερη κι αυτούς όλους μαζί της,
της αμαρτίας τη γάγγραινα, έτσι θα αφαιρέσω,
ότι φθορά και διαφθορά γεμίσανε τα πάντα.
Απ’ όλη τούτη τη γενεά, εσύ είσαι ο μόνος δίκαιος. Απ’ όλους τους ανθρώπους μονάχα από σένανε είμ’ ευχαριστημένος. Άνθησες σαν τριαντάφυλλο φαίνεται μες στα αγκάθια. Γι’ αυτό, σου λέω, το λοιπόν, τα λόγια μου τώρ’ άκου, και πράξε συ ανάλογα με τ’ Άγιο θέλημά μου φωνάζοντας από καρδιάς:
“Από τη δίκαιή Σου οργή τους πάντες Κύριε σώσε με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή”.
γ’. Πήγαινε τώρα, το λοιπόν, κορμούς για να μαζέψεις· να ‘ναι από ξύλο διαλεχτό, κείνο που δεν σαπίζει.
Μ’ αυτούς θα φτιάξεις κιβωτό, όπως τη θέλω ακριβώς· ότι σου πω θα κάνεις.
Τι εννοώ και να ‘ξερες!– πώς να στο εξηγήσω; Ετούτη δω η κιβωτός πες την πως είν’ η μήτρα που θα κρατήσει ζωντανό και που θα διαφυλάξει, κάθε μελλοντικής γενιάς τον διαλεχτό τον σπόρο.
Πες πως θα φτιάξεις σπίτι ‘πό κείνα τα αρχοντικά που μοιάζουν μ’ εκκλησίες·
φτιάξ’ την λοιπόν με προσοχή, κατάλληλα κι ωραία τις οδηγίες μου πιστά πάντοτ’ ακολουθώντας.
Θα φτιάξεις χώρους ξέχωρους, φωλιές πολλές να υπάρχουν και μην ξεχάσεις μ’ άσφαλτο τα ξύλα να περάσεις.
Τρακόσιους πήχες να ‘ν’ μακριά, πενήντα να ‘ν’ στο πλάτος και
στο ύψος κάντην να ‘ν’ ψηλή ίσα με τριάντα πήχες. Άρμοσ’ τα ξύλα σου καλά
και φτιάξε ξύλινη σκεπή με πάχος έναν πήχη. Να φτιάξεις δεύτερο όροφο και τρίτον
από πάνω. Την είσοδο της κιβωτού στο πλάι να την φτιάξεις.
Μέσα σ’ αυτήν την κιβωτό εγώ θα σε προφυλάξω, καθώς ακούω την προσευχή με πίστη που φωνάζεις:
“Από τη δίκαιή Σου οργή τους πάντες Κύριε σώσε με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή”».
δ’. Καθώς ακούει όλα αυτά τα λόγια του Κυρίου,
ακολουθεί τις εντολές –στην πάσα λεπτομέρεια– πιστά, δεν παρακούει.
Όσο πιο γρήγορα μπορεί κοιτάζει να εκτελέσει την κάθε μία εντολή, που ο Θεός του παραγγέλνει.
Ως δούλος άξιος και πιστός φτιάχνει, λοιπόν, την κιβωτό,
σε κάθε τι όπως πρόσταξε ο Πλάστης να το κάνει.
Για τα όρνια έφτιαξε φωλιές, για τα θηρία κρύπτες,
καθώς τα γράφει κι η Γραφή,
γύρω στα υπερώα.
Στο ισόγειο και στον δεύτερο έφτιαξε καταφύγια για όλα τα θηλαστικά,
και βόλεψε στον τρίτο τα πετεινά και τα ερπετά.
Και όλα τα μαστόρεψε με πίστη και μεράκι, προσέχοντας πολύ καλά μην τύχει και ξεφύγει απ’ του Θεού τις εντολές κι από τις οδηγίες
και υπεύθυνος παρακοής βρεθεί και δώσει λόγο, ως να μην ήταν απ’ αυτούς που έκραζαν με ζήλο:
«Από τη δίκαιή Σου οργή τους πάντες Κύριε σώσε με τη στοργή που πάντοτε φροντίζεις να μας δείχνεις,
Εσύ των πάντων Λυτρωτή».