Μια ιδιαίτερη ιστορία που την έλεγαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία Περγαμηνοί θέλοντας να δείξουν ότι υπάρχουν χαρές ακόμα κι όταν οι συμφορές δεν αφήνουν περιθώρια, έχει καταγράψει ο Γεώργιος Νεστ. Τσολισός στο πλέον σπάνιο βιβλίο του Περγαμηνά: Πέργαμος. Χαρές – ελπίδες – συμφορές. Ιστορικά – λαογραφικά – τοπογραφικά που εκδόθηκε από το Σύλλογο Περγαμηνών «ο Άτταλος», το 1984.
Την ιστορία που αρχίζει με μια μεγάλη συμφορά στην Πέργαμο –βρισκόταν ανάμεσα στους δύο παραπόταμους του Καΐκου, του Σεληνούντα και του Κητείου–, μας υπενθύμισε ο Σύλλογος Περγαμηνών, στο προφίλ του στο facebook.
Ευτυχώς δεν τελειώνει όσο άσχημα άρχισε και αφήνει την ελπίδα να ανθίσει…
«Κάποτε, την εποχή της άνοιξης, άρχισε στην Πέργαμο μια σιγανή βροχή που όμως σύντομα δυνάμωσε ενώ ακούγονταν περίεργα το βογκητό του ποταμού Σεληνούντα. Όταν κόπασε η βροχή και οι άνθρωποι βγήκαν έξω είδαν τις αυλές των σπιτιών και τους δρόμους πλημμυρισμένους και γεμάτους ξύλα, νεκρά ζώα και πέτρες ενώ ακούστηκαν φωνές ότι ξεχείλισε το ποτάμι.
»Η δυνατή βροχή είχε λιώσει τα χιόνια με αποτέλεσμα να ξεχειλίσουν οι χείμαρροι, να παρασύρουν ό,τι έβρισκαν στο δρόμο τους και να προξενήσουν μεγάλες ζημιές σε καταστήματα, σπίτια, νερόμυλους, κήπους, ζώα και αγρούς.
»Το αφρισμένο ποτάμι πέρασε τις δυο γέφυρες με τα μεγάλα ψηλά τόξα και έφθασε στη δίδυμη σήραγγα. Όσα όμως είχε παρασύρει στο διάβα του έφραξαν τα στόμια των σηράγγων και τα νερά ξεχύθηκαν στους δρόμους. Ευτυχώς η πίεση του νερού παρέσυρε από το στόμιο της μιας σήραγγας αυτά που σήμερα ονομάζουμε “φερτά υλικά” και ελευθερώθηκε κάπως η ροή του νερού.
Όσοι Περγαμηνοί βρέθηκαν κοντά στο ποτάμι παρατήρησαν ότι στη φραγμένη σήραγγα, από ένα κλώνο δέντρου κρεμόταν μια παιδική κούνια και ακούγονταν κλάματα μωρού.
»Μπροστά σε αυτό το θέαμα πολλοί συγκινήθηκαν. Κάποιος, διακινδυνεύοντας τη ζωή του, ακροβατώντας πάνω από τα κλαδιά κατάφερε να το φτάσει και με τη βοήθεια των άλλων να το σώσει. Τότε επενέβη η διοικητική Αρχή και παρέδωσε το παιδί σε μια οικογένεια για να το φροντίσει μέχρι να βρεθούν οι δικοί του.
»Αμέσως ειδοποιήθηκαν όλα τα γύρω χωριά και οι γονείς του παιδιού δεν άργησαν να παρουσιαστούν. Ήταν ταχτατζήδες (ξυλοκόποι) πριονιστές. Κάθε φθινόπωρο έκοβαν κορμούς δέντρων, τους καθάριζαν από τους κλώνους και τους συγκέντρωναν σε ορισμένα σημεία για να είναι έτοιμοι για πριόνισμα την άνοιξη. Κοντά στον τόπο της δουλειάς τους έφτιαχναν μια καλύβα όπου έμεναν και έβαζαν και τα σύνεργα τους. Την άνοιξη επέστρεφαν και άρχιζε η δουλειά του πριονίσματος. Στερέωναν τον κορμό και με ειδικό πριόνι (καταρράκτη) έκοβαν τον κορμό κατά μήκος σε σανίδες ή σε όποιο άλλο σχήμα είχε ανάγκη η αγορά. Το ζευγάρι των ταχτατζήδων που έχασε το παιδί του εργαζόταν κοντά στο ποτάμι. Κρέμασαν την κούνια σε ένα κοντινό δέντρο, αφού σκέπασαν το παιδί και τη στερέωσαν καλά, ώστε να μη κινδυνεύσει να πέσει αν ξυπνούσε το μωρό και άρχισαν τη δουλειά τους. Όταν ξεκίνησε η βροχή συνέχισαν να πριονίζουν γιατί ήθελαν να τελειώσουν με το δέντρο που ήδη τεμάχιζαν.
»Όμως η βροχή δυνάμωσε και ξαφνικά κατέβηκε μεγάλος όγκος νερού που κατέκλυσε την περιοχή που βρισκόταν. Ο πατέρας προσπάθησε να σώσει το παιδί αλλά το δέντρο, που τόση ώρα ταλαντεύονταν, παρασύρθηκε από τα αφρισμένα νερά. Οι έντρομοι γονείς έτρεξαν πίσω του χωρίς να καταφέρουν να το φτάσουν μέχρις ότου το έχασαν από τα μάτια τους. Απελπισμένοι και μουσκεμένοι κατέφυγαν στην καλύβα τους και όταν κόπασε η μανία του νερού μάζεψαν τα εργαλεία τους και επέστρεψαν στο χωριό τους, που δεν ήταν πολύ μακριά.
Μόλις έμαθαν ότι σώθηκε ένα μωρό από την πλημμύρα έτρεξαν στην Πέργαμο για να διαπιστώσουν αν ήταν το δικό τους παιδί. Καταλαβαίνει κανείς τη χαρά τους όταν το αντίκρισαν γερό…»
⇒ Απόσπασμα από το βιβλίο Περγαμηνά: Πέργαμος. Χαρές – ελπίδες – συμφορές. Ιστορικά – λαογραφικά – τοπογραφικά, Τσολισός Γ.Ν., του Συλλόγου Περγαμηνών «ο Άτταλος», Αθήνα 1984.