Αναγνωρισμένη από το 1998 ημέρα μνήμης από την ελληνική Βουλή είναι η 14η Σεπτεμβρίου, η οποία είναι αφιερωμένη στα θύματα και τους ξεριζωμένους της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, ιδίως σε όσες υποδέχθηκαν τους πρόσφυγες του 1922, τελέστηκαν μνημόσυνα και έγιναν εκδηλώσεις. Φέτος συμπληρώνονται και 101 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την επακόλουθη καταστροφή της Σμύρνης.
Στο ναό Αγίων Πέτρου και Παύλου Βέροιας ο μητροπολίτης Παντελεήμονας –ο οποίος έχει προσφυγική καταγωγή– τέλεσε μνημόσυνο για τα θύματα της Μικρασιατικής Καταστροφής, και στη συνέχεια τρισάγιο στο μνημείο που βρίσκεται στην περιοχή περιοχή Τσερμένι.
Στην ομιλία του υπενθύμισε ότι από τα 3 εκατ. που κατοικούσαν στη Μικρασία, 1,5 εκατ. πήρε το δρόμο της προσφυγιάς, αφήνοντας πίσω 600.000 νεκρούς που υπέμειναν φοβερά μαρτύρια και βασανιστήρια, ενώ άλλοι πέθαναν στο δρόμο προς την Ελλάδα κάτω από τραγικές συνθήκες.
«Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, ασθενείς και αδύναμοι, κληρικοί και λαϊκοί, άρχοντες και πτωχοί, έζησαν τη φρίκη της μανίας και του μίσους των Τούρκων, οι οποίοι βρίσκοντας αφορμή την αποτυχημένη εκστρατεία του ελληνικού στρατού στην Ιωνία θέλησαν να αφανίσουν οριστικά τον ελληνισμό από τον τόπο όπου έζησε και μεγαλούργησε επί 2.500 χρόνια» είπε.
Ακολούθως τόνισε: «Έτσι, έσφαξαν, έκαψαν, βασάνισαν με κάθε απάνθρωπο τρόπο που μπορούσε να επινοήσει το μίσος τους για ό,τι ελληνικό, όχι μόνο για να τους εκδικηθούν, αλλά και για να τρομοκρατήσουν και τους υπόλοιπους και να επιτύχουν αυτό που αιώνες δεν είχαν κατορθώσει, να τους κάνουν να αρνηθούν την πίστη και την εθνική τους ταυτότητα».
Όπως είπε, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας διώκονταν στον ίδιο τους τον τόπο χωρίς να είναι υπαίτιοι κανενός εγκλήματος, ωστόσο δεν υποχώρησαν και δεν συμβιβάστηκαν διότι αντλούσαν θάρρος και δύναμη από τη στάση των ιεραρχών και του κλήρου, των πνευματικών τους ποιμένων.
Σε αυτό το πλαίσιο θύμισε τη στάση του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, ο οποίος άνοιξε τις πύλες του καθεδρικού ναού και της μητρόπολης «για να φιλοξενήσει χιλιάδες απροστάτευτους και αδύναμους ανθρώπους που διωγμένοι από την ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, πριν ολοκληρωθεί η καταστροφή, ζητούσαν καταφύγιο, ζητούσαν τόπο για να μείνουν με τις οικογένειες και τα παιδιά τους».
Σημείωσε δε ότι οι Τούρκοι γνώριζαν τη σημασία το ρόλο της Εκκλησίας και του κλήρου, γι’ αυτό και οι πρώτοι στους οποίους ξεσπούσαν την οργή τους με κάθε ευκαιρία ήταν οι επίσκοποι και οι κληρικοί. Αναφέρθηκε λοιπόν στον μητροπολίτη Κυδωνιών, Άγιο Γρηγόριο, στον μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβρόσιο, στον επίσκοπο Ζήλων Ευθύμιο, και στον Άγιο Προκόπιο, μητροπολίτη Ικονίου.