Το ουσιαστικό γουρζούλιν (λέξη που χρησιμοποιείται με αυτόν τον τύπο στην Κερασούντα, γουρζούλ’ σε Κοτύωρα, Τραπεζούντα και Χαλδία) είναι κάτι το δηλητηριασμένο, που βλάπτει, αυτό που καταστρέφει, εξού και η κατάρα «γουρζούλεα να τρως!».
Από το ουσιαστικό αυτό προκύπτει και ο Γουρζουλάς – προσωποποίηση της πανούκλας τον χαρακτηρίζει ο Άνθιμος Παπαδόπουλος.
Κατά την ποντιακή παράδοση, όπως την διασώζει και η Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, ο Γουρζουλάς ήταν γίγαντας με εξαιρετικά μεγάλη δύναμη στα χέρια. Επισκεπτόταν τα χωριά με ζουρνάδες και νταούλια, που ο ήχος τους έκανε τους χωρικούς να φεύγουν στους αγρούς (φρ.: Εσέβεν ατον ο Γουρζουλάς = του μπήκε ο διάβολος).
«Ο Γουρζουλάς ’κ’ εσέβε σε!», λένε σ’ αυτόν που παραπονιέται ασκόπως ότι υποφέρει. Μια άλλη παροιμία, που έχει σημασία αντίστοιχη με το «από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη», λέει: «Εβγαίνω ας σην χολέραν κ’ εμπαίνω ’ς Γουρζουλάν».
Στο περιοδικό Χρονικά του Πόντου ο Ιωάννης Αβραμάντης περιγράφει μια περιοχή στο δρόμο Τσίτης-Άρδασας και το πώς συνδέθηκε με τον Γουρζουλά:
Τέλος, υπάρχει κι ένα ποντιακό δίστιχο σχετικό με τα φασόλια:
Εμέν η μάνα μ’ είπε με, θήκω απάν φασούλια,
εγώ ατά ’κί τρώγ’ ατα, να ήντανε γουρζούλια.