Διαβάστε το Μέρος Α’
Η Γερουσία της αρχαίας Σπάρτης
Η Γερουσία ήταν θεσμός που προερχόταν από τον ομηρικό θεσμό του Συμβουλίου των Γερόντων. Επρόκειτο για 30μελή επιτροπή αποτελούμενη από 28 άνδρες που είχαν συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας τους, συν τους δύο βασιλείς της Σπάρτης. Η εκλογή του συμβουλίου των Γερόντων γινόταν στην Απέλλα διά βοής – διαδικασία την οποία χαρακτηρίζει ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του ως «παιδαριώδη».
Τα μέλη της Γερουσίας ήταν ισόβια και δεν λογοδοτούσαν σε καμία εξουσία για τις αποφάσεις τους, ήταν δηλαδή κατά τον Αριστοτέλη «ανεύθυνοι».
Έως τα μέσα του 5ου αι. π.Χ., η Γερουσία ήταν το κυβερνητικό σώμα της Σπάρτης που κατείχε τη μεγαλύτερη δύναμη. Είχε νομοθετική και δικαστική εξουσία. Λειτουργούσε ως συμβουλευτικό όργανο των δύο βασιλέων, είχε καθοδηγητικό ρόλο στην Απέλλα και ήταν το ανώτατο δικαστήριο της Σπάρτης. Από τον 5ο αι. π.Χ και ύστερα διατήρησε τον συμβουλευτικό ρόλο που είχε αναφορικά με τους δύο βασιλείς, καθώς επίσης και τη δικαστική της εξουσία, όμως υπερκεράστηκε από το σώμα των πέντε Εφόρων όσων αφορά τον συμβουλευτικό ρόλο της προς την Απέλλα.
Το Σώμα των Εφόρων
Ο θεσμός των Εφόρων δεν μνημονεύεται στη «Μεγάλη Ρήτρα», γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήταν μεταγενέστερός της. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, θεσπίστηκε και απέκτησε πολύ σημαντικό ρόλο στο σπαρτιατικό πολιτειακό σύστημα περί τον 5ο αι. π.Χ. Οι Έφοροι ήταν πέντε και εκλέγονταν διά βοής από την Απέλλα. Η θητεία τους ήταν μονοετής και δικαίωμα εκλογής είχαν όλοι οι άρρενες Σπαρτιάτες πολίτες που είχαν περάσει το 30ό έτος της ηλικίας τους.
Εκλεγμένοι από τη βάση του σπαρτιατικού λαού, είχαν έργο τους την προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών έναντι των βασιλέων. Επίσης θεωρούνταν προασπιστές του πολιτεύματος και φρουροί της δημόσιας τάξης. Μεταξύ των αρμοδιοτήτων που είχαν ήταν: η διεύθυνση των συνεδριάσεων της Απέλλας (ένας Έφορος προήδρευε της συνεδριάσεως), ο έλεγχος της υλοποίησης των αποφάσεων της Απέλλας, η εποπτεία και η κρίση των βασιλέων κατά τη διάρκεια των εκστρατειών, η εποπτεία στη διαπαιδαγώγηση των νέων, ο έλεγχος του δημοσίου ταμείου.
Όσον αφορά τις δικαστικές αρμοδιότητες που είχε το σώμα των πέντε Εφόρων, διακρίνουμε τους ακόλουθους τομείς: εκδίκαση των αστικών και ποινικών υποθέσεων και εκδίκαση των υπόλοιπων πολιτειακών φορέων – ακόμα και αυτών των βασιλέων.
Ήταν η δημοκρατική έκφανση της σπαρτιατικής πολιτείας. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης θεωρούσαν την εξουσία των Εφόρων «τυραννική», θέλοντας έτσι να δηλώσουν πως οι αρμοδιότητές τους επεκτείνονταν σε όλους σχεδόν τους τομείς της σπαρτιατικής ζωής, σε αντιστοιχία με τις αρμοδιότητες ενός τυράννου που άπλωνε την κυριαρχία του σε όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής της πόλης της οποίας ηγούνταν.
Η εξουσία του θεσμού αυτού ήταν τόσο διευρυμένη ώστε εκτός από το δικαίωμα να προβαίνουν σε συλλήψεις και να επιβάλλουν πρόστιμα σε οποιονδήποτε Σπαρτιάτη πολίτη ή είλωτα, είχαν το δικαίωμα να στρέφονται κατά των βασιλέων με τα ίδια μέτρα, όταν θεωρούσαν ότι εκείνοι δρούσαν κατά του δημόσιου συμφέροντος. Ωστόσο, αυτή η «υπερεξουσία» δεν μπορούσε να είναι απόλυτη λόγω του συντόμου της παραμονής τους στην Αρχή (ένα έτος), γι’ αυτό είναι πολύ πιθανό να επιδίωκαν αντί της σύγκρουσης, τη συνεργασία με τα ισόβια μέλη των δύο παραπάνω θεσμών (Βασιλείς, Γερουσία).
Επιλογή Σπαρτιάτη στη θέση εκλιπόντος γερουσιαστή
Ο Πλούταρχος στο έργο του Λυκούργος χαρακτήρισε τον τρόπο εκλογής ισόβιου μέλους της Γερουσίας ως «διαγωνισμό μεγάλο και πιο περιμάχητο ανάμεσα στους ανθρώπους». Η διαδικασία ήταν η ακόλουθη: οι κριτές κλείνονταν σε ένα οίκημα δίπλα από το χώρο της συνέλευσης της Απέλλας, και δεν είχαν καμιά οπτική επαφή με αυτόν αλλά μόνον άκουγαν τις αντιδράσεις του πλήθους. Ο κάθε υποψήφιος έμπαινε στο χώρο της συνέλευσης με κλήρο και περνούσε μέσα από αυτήν σιωπηλός. Οι ψηφοφόροι, Σπαρτιάτες πολίτες, εξέφραζαν την επιδοκιμασία τους προς το πρόσωπο του υποψηφίου διά βοής. Οι κριτές έγραφαν στις πινακίδες τον αριθμό του υποψηφίου (για να διασφαλιστεί η αμεροληψία τους) και το μέγεθος της κραυγής του εκλογικού σώματος.
Νικητής της διαδικασίας ήταν εκείνος ο υποψήφιος για τον οποίο είχαν φωνάξει πιο δυνατά οι ψηφοφόροι.
Στη συνέχεια ακολουθούσε η στεφάνωση του νέου γερουσιαστή, και η ευχαριστήρια επίσκεψή του στα ιερά των θεών. Οι φίλοι του τον δεξιώνονταν και τον μακάριζαν. Τέλος, προσερχόταν στο χώρο του συσσιτίου, όπου λάμβανε και δεύτερη μερίδα ως αριστείο.
Η αμεσότητα της διαδικασίας είχε προφανή στόχο την εκλογή γερουσιαστή με τρόπο όσο το δυνατό πιο αμερόληπτο, καθώς δεν υπήρχε περιθώριο για συνεννοήσεις και πολιτικές αλχημείες μεταξύ των υποψηφίων και των υποστηρικτών τους, και δινόταν η δυνατότητα στη λαϊκή βάση να εκλέξει τον ικανότερο κατά τη γνώμη της Σπαρτιάτη γι’ αυτό το υψηλό αξίωμα. Έτσι, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι η παραπάνω διαδικασία εκλογής είχε δημοκρατικό χαρακτήρα.
Αλεξία Π. Ιωαννίδου
MSc Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων