Μετά από εννιά συνεχόμενες αυξήσεις των επιτοκίων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα εξετάσει την ερχόμενη εβδομάδα να κάνει να κάνει μία παύση, παράλληλα με την προοπτική να προχωρήσει σε μία δέκατη αύξηση.
Σε αντίθεση με τους προηγούμενους μήνες, όπου οι αυξήσεις των επιτοκίων είχαν ουσιαστικά προαναγγελθεί, το αποτέλεσμα της συνεδρίασης στις 14 Σεπτεμβρίου είναι αβέβαιο και ενδεχομένως να είναι και οριακό.
Από τα στελέχη, πάντως, της ΕΚΤ που έλαβαν θέση δημόσια τις προηγούμενες ημέρες, τα περισσότερα τάχθηκαν υπέρ της αύξησης των επιτοκίων, αν και αναγνώρισαν ότι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής έχει φτάσει στο τελικό στάδιο της και η έκβαση των συνεδριάσεων δεν μπορεί να προεξοφληθεί.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Αυστρίας, του Βελγίου, της Σλοβακίας και της Λετονίας διαμήνυσαν ότι θα υποστηρίξουν μία ακόμη αύξηση 25 μ.β., με την οποία το επιτόκιο καταθέσεων στην ΕΚΤ θα έφτανε στο 4%. Ο Αυστριακός Ρόμπερτ Χόλτσμαν, μάλιστα, αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να χρειαστεί ακόμη μία αύξηση, πέραν αυτής του Σεπτεμβρίου.
Από την άλλη πλευρά, οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών της Ιταλίας και της Πορτογαλίας προειδοποίησαν για τους κινδύνους που θα έχει μία τέτοια απόφαση στην οικονομία της Ευρωζώνης, η οποία με βάση έρευνες συγκυρίας έδειξε σημάδια μεγάλης επιβράδυνσης το τελευταίο δίμηνο.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, απέφυγε να πάρει θέση, σημειώνοντας μόνο ότι ο πληθωρισμός παραμένει πολύ υψηλός και ότι η απόφαση θα ληφθεί με βάση τα στοιχεία για την πορεία του ( και γενικότερα της οικονομίας). Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης Βιλερουά ντε Γκαλό, δήλωσε ότι το αποτέλεσμα στη συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης είναι ανοικτό.
Δύο οι γραμμές στην ΕΚΤ
Τα «γεράκια» σημειώνουν ότι ο πυρήνας του πληθωρισμού παραμένει υψηλός και ότι και οι νέες προβλέψεις των υπηρεσιών της κεντρικής τράπεζας, που θα παρουσιαστούν την ερχόμενη Πέμπτη, δείχνουν ότι η μείωση του γενικού πληθωρισμού θα είναι πολύ αργή και δεν θα φτάσει στον στόχο του 2% πριν από τα τέλη του 2025. Παράλληλα, δεν θεωρούν δραματική την επιβράδυνση της οικονομίας, επικαλούμενοι τα στοιχεία για το ΑΕΠ του β’ τριμήνου.
Θεωρούν, συνεπώς, ότι χρειάζεται μία νέα αύξηση επιτοκίων για να συγκρατηθεί περισσότερο η ζήτηση και να «διασφαλισθεί» η μείωση του πληθωρισμού στο 2% το 2025.
Από την άλλη πλευρά, τα «περιστέρια» τονίζουν ότι η νέα επιβράδυνση της οικονομίας το καλοκαίρι κάνει αχρείαστη μία αύξηση των επιτοκίων, επειδή η ζήτηση βαίνει ούτως ή άλλως μειούμενη.
- Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Άκη Χαραλαμπίδη.